Ότι ο Παναθηναϊκός θα "ήθελε" το ντέρμπι πιο πολύ από τον Ολυμπιακό, το ξέραμε και πριν αρχίσει το ντέρμπι στη Λεωφόρο.
Το αν θα το έβγαζε όμως μέσα στο παιχνίδι και αν θα έπαιρνε αυτό που ήθελε, ήταν ασφαλώς ένα ερωτηματικό.
Ερωτηματικό που λύθηκε με απλό και κατανοητό τρόπο, από τα πρώτα κιόλας λεπτά του αγώνα.
Καθώς και μόνο τον τρόπο που έτρεχαν μέσα στο γήπεδο οι δύο ομάδες, το πως έπεφταν στην μπάλα στις μονομαχίες καθώς και τη... γλώσσα του σώματος και την έκφραση των ποδοσφαιριστών των δύο ομάδων να έβλεπες από το ξεκίνημα του παιχνιδιού, δεν είχες την παραμικρή αμφιβολία για την κατάληξή του.
Ο Παναθηναικός μπήκε να κερδίσει το παιχνίδι και το κέρδισε.
Σε αντίθεση με τον Ολυμπιακό που μπήκε απλά να... παίξει το παιχνίδι, νομίζοντας πως αυτό θα του ήταν αρκετό και φυσιολογικά το έχασε.
Κι αν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία για την τελική του έκβαση και μόνο τις κινήσεις των δύο προπονητών από τον πάγκο να παρατηρούσε κάποιος και πάλι στο ίδιο αποτέλεσμα θα κατέληγε.
Ο Γιοβάνοβιτς συμμετείχε με όλο του το "είναι" στο παιχνίδι, ακολουθούσε την ροή του και έκανε κινήσεις που ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις και στην εξέλιξη του αγώνα.
Και την ίδια στιγμή ο Μαρτίνς, έμοιαζε περισσότερο να "παρακολουθεί" το παιχνίδι και να κάνει όποιες κινήσεις έκανε, επειδή "αυτές κάνει πάντα" είτε γιατί είχε στο μυαλό του την... σούμα και τις "απαιτήσεις" που υπάρχουν όλο αυτό το διάστημα σε ραδιόφωνα, σάϊτ και γενικότερα στα πέριξ και πλησίον του Ολυμπιακού.
Με αποκορύφωμα την αλλαγή του Ελ Αραμπί από το ημίχρονο και κερασάκι στην τουρτα εκείνη την εντελώς αντίθετη με την ροή και τις απαιτήσεις του παιχνιδιού τριπλή αλλαγή με την είσοδο ταυτόχρονα των Βαλμπουενά και Φορτούνη σε ρόλους που ήταν εμφανές ότι κανένας από τους δύο δεν ήξερε ποιοι ακριβώς είναι, ενώ ταυτόχρονα αφαίρεσε σχεδόν όλο το "τρέξιμο" μεσοεπιθετικά για τον Ολυμπιακό, ενώ την ίδια στιγμή "κατάργησε" ουσιαστικά τα πλάγια του.
Κι όταν η απάντηση σ' αυτές τις κινήσεις από τον Γιοβάνοβιτς, ήταν το μπόλιασμα με φρεσκάδα και τρέξιμο στο κέντρο με την είσοδο του Αλεξανδρόπουλου και του Βιγιαφάνες, το αποτέλεσμα του αγώνα είχε πλέον κριθεί και τυπικά.
Το παιχνίδι ουσιαστικά κλείδωσε, φάσεις γινόντουσαν πλέον μόνο στο χώρο του κέντρου και έξω από τις περιοχές και ο Παναθηναϊκός το πήγε μέχρι τέλους χαλαρά χωρίς την παραμικρή αγωνία για το αν θα άλλαζε κάτι στην εξέλιξή του.
Η ουσία λοιπόν στο ντέρμπι της Λεωφόρου ήταν μία.
Από την μια πλευρά υπήρχε μια ομάδα που μπήκε στο γήπεδο για να δώσει όσα μπορούσε και να πάρει το αποτέλεσμα που ήθελε στηριγμένη σ' αυτή την θέληση και τα πλάνα του προπονητή.
Κι απ' την άλλη ήταν μια ομάδα που μπήκε στο γήπεδο με την εντύπωση ότι θα "φοβίσει"¨τον αντίπαλό της επειδή την λένε Ολυμπιακό και είναι είκοσι βαθμούς μπροστά και ότι για να γίνει αυτό αρκούσε να περιφέρει την φανέλα της μέσα στο γήπεδο σαν άλλος... Ελ Σιντ και από κει και πέρα κάτι θα γινόταν.
Και για όσους νεότερους δεν ξέρουν τι ήταν ο Ελ Σιντ, πρόκειται για μια παλιά επική ταινία με τον μεγάλο Τσάρλτον Ήστον, στην οποία το όνομα του τεράστιου μαχητή Ελ Σιντ ήταν τόσο φοβερό και τρομερό, που όταν πια είχε πεθάνει οι στρατηγοί του τον έστησαν ντυμένο με την πανοπλία του στο άλογό του και αυτό ήταν αρκετό καθώς όταν τον είδαν τα στίφη των αντιπάλων τους τράπηκαν σε φυγή πριν καν διαπιστώσουν το "κόλπο".
Το ποδόσφαιρο όμως είναι διαφορετικό απ' τις ταινίες και πολλές φορές το "κόλπο" δεν πιάνει πάντα.
*** ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πρωταθλητής χωρίς ταυτότητα - Tου... χεριού του o Μαρτίνς για Γιοβάνοβιτς - Λάθος ΠΑΟΚ με Ολυμπιακό