Επιμέλεια: Δημήτρης Λυτρίβης

Η Εθνική θα τεθεί αντιμέτωπη με τη Σκωτία τέσσερις φορές μέσα στο 2025, τις δύο πρώτες για τα πλέι οφ του UEFA Nations League (20/03 και 23/03) και τις άλλες δύο για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2026 (09/10 και 15/11).

Σε περίπτωση που η ομάδα του Ιβάν Γιοβάνοβιτς καταφέρει να επικρατήσει στις πρώτες δύο αναμετρήσεις με τους Σκωτσέζους, θα προβιβαστεί στη League A του UEFA Nations League για πρώτη φορά στην ιστορία της. Όσον αφορά τις δύο τελευταίες αναμετρήσεις η Εθνική βρίσκεται στον ίδιο όμιλο με τη Σκωτία, τη Λευκορωσία και τον ηττημένο από το ζευγάρι Δανία- Πορτογαλία με διακύβευμα την παρουσία της στην τελική φάση του Μουντιάλ 2026, το οποίο θα διαδραματιστεί στον Καναδά, στις ΗΠΑ και στο Μεξικό.

Η παλαιότερη Εθνική ομάδα στον κόσμο

Η Σκωτία είναι η παλαιότερη εθνική ομάδα στον κόσμο μαζί με την Αγγλία, καθώς συμμετείχε στον πρώτο επίσημο διεθνή αγώνα απέναντι στους Άγγλους στις 30 Νοεμβρίου του 1876. Ο αγώνας διαδραματίστηκε στο γήπεδο Χάμιλτον Κρέσεντ, στη Γλασκώβη, ,μπροστά σε 4000 θεατές με το σκορ να λήγει ισόπαλο 0-0.

Η Σκωτική ποδοσφαιρική ομοσπονδία, επίσης, είναι η δεύτερη παλαιότερη στον κόσμο, αφού δημιουργήθηκε το 1873, δέκα χρόνια αργότερα από την Αγγλική ομοσπονδία, η οποία ιδρύθηκε το 1863.

Ο προπονητής της Σκωτίας

Η εθνική Σκωτίας απείχε 21 χρόνια από τελική φάση μεγάλων διοργανώσεων. Ο προπονητής που «αναγέννησε» τους Σκωτσέζους είναι ο Στιβ Κλαρκ, ο οποίος κατάφερε να οδηγήσει την ομάδα του τόσο στο Euro 2020 (2021), όσο και στο Euro 2024.

Ο Κλαρκ, στα πέντε χρόνια που κάθεται στον πάγκο της Σκωτίας, έχει δώσει συνολικά 64 παιχνίδια, οδηγώντας την ομάδα του σε 29 νίκες, 13 ισοπαλίες και 22 ήττες. Επιπλέον, η Σκωτία σε αυτούς τους αγώνες έχει σκοράρει 99 γκολ΄ενώ έχει δεχτεί 92.

Ο 61χρονος τεχνικός ξεκίνησε την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής αρχικά στην Σεντ Μίρεν και στη συνέχεια καθιερώθηκε στην Τσέλσι, στην οποία αγωνίστηκε από τον Ιανουάριο του 1987 έως το Σεπτέμβριο του 1998 και πραγματοποίησε συνολικά 405 συμμετοχές. Αγωνιζόταν ως δεξί μπακ, ενώ υπήρξε διεθνής με την εθνική Σκωτίας έξι φορές στην καριέρα του.

Ως προπονητής, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του από τη θέση του βοηθού προπονητή στη Νιούκαστλ, αρχικά ως βοηθός του Ρουντ Γκούλιτ και στη συνέχεια ως βοηθός του Σερ Μπόμπι Ρόμπσον, ενώ ανέλαβε και χρέη υπηρεσιακού προπονητή στην ήττα της ομάδας του από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με 5-1 στις 29 Αυγούστου 1999.

Το καλοκαίρι του 2000, ο Κλαρκ επέστρεψε στην Τσέλσι, αυτή τη φορά αρχικά ως συντονιστής των ακαδημιών των «Μπλε» για τέσσερα χρόνια και στη συνέχεια ως βοηθός προπονητή του Χοσέ Μουρίνιο, του Αβραάμ Γκραντ και του Λουίς Φελίπε Σκολάρι για άλλα τέσσερα χρόνια. Το Σεπτέμβριο του 2008, ανέλαβε εκ νέου καθήκοντα βοηθού προπονητή αυτή τη φορά για λογαριασμό της Γουέστ Χαμ, στο πλευρό του Τζιανφράνκο Ζόλα, ενώ τον Ιανουάριο του 2010 αποτέλεσε βοηθός προπονητή της Λίβερπουλ, δίπλα στον Ράφαελ Μπενίτεθ.

Καθήκοντα προπονητή ανέλαβε πρώτη φορά στη Γουέστ Μπρομ τον Ιούνιο του 2012, η οποία τότε αγωνιζόταν στην Premier League, και κάθισε στον πάγκο της έως το Δεκέμβριο του 2013, έχοντας 60 παιχνίδια με την ομάδα του Γουέστ Μπρόμιτς. Ύστερα από έναν χρόνο, ο Κλαρκ έγινε και πάλι προπονητής αυτή τη φορά για λογαριασμό της ομάδας της Τσάμπιονσιπ, Ρέντινγκ. Στους «Βασιλικούς» έκτασε ένα χρόνο, δίνοντας συνολικά 53 αγώνες.

Στις 6 Ιουνίου 2016, ανακοινώθηκε από την Άστον Βίλα ως βοηθός προπονητή του Ρομπέρτο Ντι Ματέο, συνεργασία που κράτησε έως τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Τον Οκτώβριο του 2017, έφυγε από την Αγγλία, αλλά όχι από το νησί, καθώς έγινε ο προπονητής της Σκωτσέζικης Κιλμάρνοκ, στην οποία έμεινε μέχρι το καλοκαίρι του 2019, πριν αναλάβει την εθνική Σκωτίας, μετρώντας 79 συνολικά παιχνίδια.

Το μεγάλα ονόματα της Σκωτίας

Η εθνική Σκωτίας, όπως προαναφέρθηκε, πραγματοποιεί πορείες που την οδηγούν σε τελικές φάσεις μεγάλων διοργανώσεων τα τελευταία χρόνια σε σχέση με παλαιότερα. Πέρα από την ποδοσφαιρική ταυτότητα που έχει δώσει ο Στίβεν Κλαρκ, το γεγονός αυτό οφείλεται και στη νέα γενιά ποδοσφαιριστών που κατέχει.

Το μεγαλύτερο όνομα στο ρόστερ της Σκωτίας είναι αδιαμφισβήτητα ο αρχηγός της ομάδας, Άντριου Ρόμπερτσον. Ο αριστερός μπακ της Λίβερπουλ πρωταγωνιστεί τα τελευταία χρόνια με την ομάδα του Μερσεϊσάιντ, έχοντας κατακτήσει ένα Champions League, μία Premier League, ένα UEFA Super Cup, ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων, ένα FA Cup και δύο Carabao Cup. Με τους «Κόκκινους» ο 31χρονος έχει πραγματοποιήσει συνολικά 336 συμμετοχές, ενώ έχει φορέσει το εθνόσημο της χώρας του 80 φορές.

Στο πλευρό του Ρόμπερτσον, βρίσκονται ποδοσφαιριστές όπως οι Σκοτ ΜακΤόμινεϊ της Νάπολι και ο Τζον ΜακΓκιν της Άστον Βίλα, οι οποίοι διαπρέπουν με τους συλλόγους τους.

Ο ΜακΤόμινεϊ έχει ξεχωρίσει με τα χρώματα της ιταλικής ομάδας τη φετινή σεζόν. Έχει αγωνιστεί συνολικά 28 φορές με τους Παρτενοπέι, μετρώντας 7 γκολ και τέσσερις ασίστ, ενώ είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που η ομάδα του βρίσκεται στη δεύτερη θέση του ιταλικού πρωταθλήματος, τρεις βαθμούς πίσω από την πρώτη Ίντερ. Ο Σκωτσέζος κεντρικός μέσος έγινε γνωστός με τα χρώματα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με την οποία έχει αγωνιστεί 255 φορές από το καλοκαίρι του 2017 μέχρι το καλοκαίρι του 2024, ενώ μετράει και 58 συμμετοχές με 11 για την εθνική του ομάδα.

Ο ΜακΓκιν, από την άλλη, είναι ο αρχηγός της Άστον Βίλα. Με τους «Χωριάτες» έχει αγωνιστεί 272 φορές, ενώ αποκτήθηκε από τη Χιμπέρνιαν τον Αύγουστο του 2018. Αποτελεί βασικό γρανάζι της ομάδας του Ουνάι Έμερι, ενώ έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη φετινή πορεία της Βίλα έως τους προημιτελικούς του UEFA Champions League. Για λογαριασμό της Σκωτίας, ο 30χρονος μέσος έχει αγωνιστεί 73 φορές, σκοράροντας 20 γκολ.

Το αγωνιστικό προφίλ της Σκωτίας

Η Σκωτία από τη φύση της αποτελεί μια σκληροτράχηλη ομάδα, η οποία εστιάζει στους ανασταλτικούς τομείς του παιχνιδιού. Χαρακτηριστικό της είναι η σκληράδα, η αμυντική προσήλωση και η τακτική συνέπεια. Τα τελευταία χρόνια, και σε συνάρτηση με το ταλέντο της νέας γενιάς ποδοσφαιριστών που διαθέτει, έχει δείξει πως προσαρμόζεται όλο και περισσότερο στο στυλ του σύγχρονου ποδοσφαίρου, δηλαδή ατελείωτο πρέσινγκ, γρήγορες μεταβάσεις και άμεσο παιχνίδι.

Ανάλογα με τη ποιότητα του αντιπάλου και το διακύβευμα του παιχνιδιού, ο Κλαρκ επιλέγει είτε τετράδα, είτε τριάδα, που στη συνέχεια συνήθως γίνεται πεντάδα. Στο περσινό Euro, συνήθως επέλεγε να παρατάξει την ομάδα του με 5-4-1 και να περιμένει τον αντίπαλο της στο δικό της μισό του γηπέδου σε διπλή ζώνη άμυνας, δίνοντας τους την μπάλα.

Οι μεγάλες διοργανώσεις που έχει παρευρεθεί η Σκωτία

Η εθνική Σκωτίας έχει αγωνιστεί συνολικά σε 8 Παγκόσμια Κύπελλα και 4 Euro, αλλά ποτέ δεν έχουν προκριθεί από τη πρώτη φάση του τουρνουά ή τη φάση των ομίλων. Η πρώτη της συμμετοχή σε Παγκόσμιο Κύπελλο πραγματοποιήθηκε στο Μουντιάλ της Ελβετίας το 1954, οπού ηττήθηκε και στα δύο παιχνίδια που έδωσε. Μετά από τέσσερα χρόνια, ήρθε η δεύτερη συμμετοχή της αυτή τη φορά στο Μουντιάλ της Σουηδίας, καταφέρνοντας να αποσπάσει την πρώτη της ισοπαλία απέναντι στη Γιουγκοσλαβία.

Χρειαζόντουσαν να περάσουν 16 χρόνια για να ξαναβρεθεί η Σκωτία σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Μάλιστα, στο Μουντιάλ του 1974 στη Δυτική Γερμανία κατάφεραν να πετύχουν την καλύτερη επίδοση τους ποτέ στη διοργάνωση, καθώς αποκλείστηκαν σε διαφορά τερμάτων και δεν συνέχισαν στη δεύτερη φάση. Το γεγονός αυτό οφείλεται στη βαριά ήττα στην πρώτη αγωνιστική απέναντι στην Αγγλία με 5-0, καθώς στη συνέχεια κατάφερε να βγει ισόπαλη με τη Βραζιλία και τη Γιουγκοσλαβία και να πετύχει τη πρώτη της νίκη απέναντι στο Ζαΐρ.

Οι Σκωτσέζοι κατάφεραν να βρεθούν στη τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, χωρίς να καταφέρουν κάτι αξιόλογο. Συνολικά μέτρησαν τρεις νίκες, τρεις ισοπαλίες και έξι ήττες. Τελευταία συμμετοχή τους ήταν στο Μουντιάλ της Γαλλίας του 1998, οπού δεν κατάφεραν να κερδίσουν κανένα από τα τρία ματς που έδωσαν.

Όσον αφορά το Euro, η πρώτη συμμετοχή της Σκωτίας ήταν το 1992, στη διοργάνωση που διαδραματίστηκε στη Σουηδία. Εκεί, πέτυχαν και την πρώτη τους νίκη στη διοργάνωση απέναντι στη CIS (διάδοχος της Σοβιετικής Ένωσης μετά τη διάλυση της) με 3-0. Οι Σκωτσέζοι κατάφεραν να πάρουν τα εισιτήριο και για την επόμενη χρονικά διοργάνωση, το Euro δηλαδή που συναίβει στα γήπεδα της Αγγλίας, ενώ μετράει ακόμα δύο συμμετοχές στα δύο τελευταία Ευρωπαϊκά Κύπελλα.

Η προϊστορία μεταξύ των δύο ομάδων

Η Εθνική Ελλάδας έχει αντιμετωπίσει τη Σκωτία μόνο δύο φορές στην ιστορία στο πλαίσιο των προκριματικών του Euro 1996. Η πρώτη αναμέτρηση διαδραματίστηκε το Δεκέμβριο του 1994 στο ΟΑΚΑ, όπου η «Γαλανόλευκη» επικράτησε 1-0 με πέναλτι του Ανατολάκη στο 19΄, ενώ στον επαναληπτικό της Γλασκώβης τον Αύγουστο του 1995 οι Σκωτσέζοι επικράτησαν με το ίδιο σκορ, χάρη το γκολ του Άλαν Μακ Κοιστ στο 71΄.