«Μία φορά τον είδα, όλες κι όλες στη ζωή μου. Στα 9 μου. Με ρώτησε τι ομάδα είμαι: τι άλλο (;) του απάντησα, είμαι από την Κόρντομπα και είμαι Ταγιέρες. Με αγριοκοίταξε και μου’ πε, μία είναι η ομάδα: η Σαν Λορέντσο, του Αλμάγκρο».
Δεν είναι κοινό μυστικό ότι ο, σχεδόν 88χρονος Ποντίφικας, ο 8ος μη Ευρωπαίος και ο 1ος Πάπας της Ιστορίας από την αμερικανική Ήπειρο, με το ποδόσφαιρο και τη Σαν Λορέντσο έχει μία σχέση λατρείας που ξεπερνά τα όρια της «τρέλας» ή και του πάθους. Ως αρχιεπίσκοπος του Μπουένος Άιρες δεν έχανε παιχνίδι των αγαπημένων του «κόκκινο- μπλε». Ενώ από τότε που πήρε… μεταγραφή στο Βατικάνο, για να εκλεγεί στη θέση του «Μαραντόνα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας», ανανεώνει κάθε χρόνο το διαρκείας του για να αισθάνεται την ομάδα, όσο το δυνατόν κοντά του.
Απλός, λιτός και απέριττος, ο συγκεκριμένος Πάπας, που είναι παράλληλα και ο πρώτος Ιησουίτης, Αρχηγός Κράτους δεν άργησε να φέρει στην Αιώνια Πόλη τα επαναστατικά του πιστεύω, σκανδαλίζοντας και ταράσσοντας αναπόφευκτα, συχνά, πυκνά την ιδιαιτέρως συντηρητική κοινωνία του Βατικάνο. Πρώτα επιλέγοντας τον τίτλο «Φραγκίσκος», προς τιμήν του Σαν Φραντσέσκο του Ασσίζι, του «Αγίου των φτωχών και της λιτότητας». Ύστερα αρνούμενος, επί χρόνια να μετακομίσει, από το 3στερο ξενοδοχείο όπου διέμενε, όταν εξελέγη Πάπας, στα λεγόμενα παπικά διαμερίσματα του Αγίου Πέτρου. Όπου και τελικά πείστηκε, με το ζόρι να μείνει γιατί ο ιδιοκτήτης του 3στερου αρνιόταν, κατηγορηματικά να δεχτεί τα χρήματά του.
Κάπως έτσι, απλός και λιτός είναι και ο Φελίπε, δισέγγονος του, επίσης Χόρχε και πρώτου ξαδέλφου του Πάπα. Ουδέποτε χρησιμοποίησε το βάρος του επιθέτου του για να παίξει μπάλα. Απλά, κάποια στιγμή, όταν είδε ότι δεν άνοιγαν καμία από τις πόρτες που είχε χτυπήσει, μία ωραία μέρα πήρε το αεροπλάνο κι αναζήτησε την τύχη του στην Ιταλία. Πραγματοποιώντας ακριβώς το αντίθετο από τους προγόνους του (τους Μπεργκόλιο, αλλά και γενικώς τους διαφόρους Μαραντόνα, Πεζάολα, Ντι Στέφανο, Μενότι, Πασαρέλα, Μπατιστούτα, Μέσι, Γκάτι ή Σκαλόνι), που στις αρχές του προ- προηγούμενου αιώνα είχαν μεταναστεύσει στην Αργεντινή για να ξεφύγουν και να γλιτώσουν από τον φασισμό του Μουσολίνι.
Ήρθε λοιπόν, πέρυσι, πρώτα στο Ρίμινι, αλλά δεν του άρεσε. Είχε πολλή φασαρία. Προχώρησε πιο κάτω, 60χλμ από την Περούτζα και βρήκε την ιδανική του διάσταση, αλλά και τον Παράδεισό του. Στο μικρό χωριό Τρεστίνα, που ανήκει στη μεγαλύτερη κωμόπολη Τσιττά ντι Καστέλλο (μόλις 38.000 κατοίκων, αλλά με διασημότερή του τη… Μόνικα Μπελούτσι), ο Φελίπε ζήτησε απλά να τον δοκιμάσουν, και να του πουν εάν θα τους ήταν χρήσιμος. Στο πρώτο ημίχρονο έπαιξε ως επιθετικός. Στο δεύτερο ως αμυντικός.
«Σε θέλουμε, του είπανε, αλλά αν συμφωνείς κι εσύ για την άμυνα. Να ξέρεις όμως ότι είμαστε μία ερασιτεχνική ομάδα, που για 12η χρονιά παραμένει με τα χίλια ζόρια στην 4η κατηγορία. Όσο για τα λεφτά, καταλαβαίνεις: λίγα, πολύ λίγα». Ο Φελίπε δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά και αποδείχθηκε από τους πρωταγωνιστές της 13ης σωτηρίας της. Κάποια στιγμή ονειρεύεται να παίξει στη Γιουβέντους, γιατί οι Μπεργκόλιο είχαν μεταναστεύσει στην Αργεντινή από το Άστι, κοντά στο Τορίνο. Μέχρι τότε όμως, έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά του. Δεν φτάνει μόνο το ταλέντο. Χρειάζεται και τύχη. Ακόμη καλύτερα, μία παπική ευλογία…