Η εκδρομή στα νότια της Μαδρίτης και στο «Κολισέουμ Αλφόνσο Πέρεθ» αποδείχτηκε κάθε άλλο παρά ταξιδάκι αναψυχής, με τους αστέρες των Καταλανών να μοιάζουν ανήμποροι να υποτάξουν τη Χετάφε.
Η ήττα επιβεβαίωσε τις ρωγμές στην κάποτε άτρωτη πανοπλία των Μπλαουγκράνα, η μισητή Βασίλισσα έχει πλέον τον πρώτο λόγο για το πρωτάθλημα, κι όμως η θέση της Μπάρτσα του Γκουαρδιόλα στην ποδοσφαιρική ιστορία, ίσως στην πιο χρυσή σελίδα της, είναι κατοχυρωμένη.
Οι γενιές των φιλάθλων, και κυρίως των επαγγελματιών του ποδοσφαίρου που θα ακολουθήσουν, θα μάθουν για τα αλλεπάλληλα τρόπαια, θα δουν σε βίντεο το μοναδικό passing game του Μέσι, του Τσάβι και των άλλων παιδιών του Πεπ, το οποίο υπνωτίζει τους αντιπάλους και ενθουσιάζει το κοινό. Ομως το σπουδαιότερο κληροδότημα της ομάδας-όνειρο θα είναι οι ανεπανάληπτες τακτικές που τους έφεραν στην κορυφή του κόσμου.
Βήμα πρώτο της κληρονομιάς της Μπαρτσελόνα αυτό που κάθε επαγγελματίας παίκτης του κόσμου (με εξαίρεση φυσικά όσους ο άρχοντας του «Καμπ Νόου» προσθέτει στο ρόστερ του) μαθαίνει από τα ποδοσφαιρικά... προνήπια να αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι: τις επικίνδυνες πάσες εντός της δικής σου μικρής περιοχής. Κι ενώ ακόμη και οι κορυφαίοι αμυντικοί έχουν πρώτο μέλημα να διώξουν την μπάλα προς την αντίπαλη περιοχή, οι Μπλαουγκράνα μοιάζουν να παίζουν με τη φωτιά κι επιδίδονται σε ένα ανελέητο passing game που δεν συνίσταται σε καρδιακούς. Αλαζονεία ή κάτι άλλο;
Το football further, ιστοσελίδα ειδικευμένη σε θέματα ποδοσφαιρικής τακτικής, λέει «όχι» στο πρώτο και δίνει τη δική του εξήγηση: «Οι παίκτες της Μπάρτσα σχεδόν διασκεδάζουν βάζοντας τους συμπαίκτες τους σε μπελάδες, ακριβώς επειδή γνωρίζουν πόσο καλά έχουν μάθει να προστατεύουν την μπάλα. Χάρη στη μεγάλη αυτοπεποίθησή τους μπορούν να παίζουν πασούλες σε οποιοδήποτε σημείο του γηπέδου».
Αλλά δεν είναι μόνο αυτά που η αρμάδα του «κορυφαίου προπονητή στην ιστορία της ομάδας», όπως τουλάχιστον πιστεύει για τον Γκουαρδιόλα ο πρόεδρος της Μπαρτσελόνα, κάνει διαφορετικά από όλους τους άλλους. Ο τρόπος που κινείται στο γήπεδο ο τερματοφύλακάς της, είναι ακόμη μία καινοτομία, καθώς ο Βίκτορ Βαλδέζ ανταλλάσσει πάσες με τους αμυντικούς του, τραβώντας τους αντιπάλους επιθετικούς κοντά του και ανοίγοντας έτσι χώρο στο κέντρο πολύτιμο για τα μαγικά των ταλαντούχων μέσων.
«Κάθε ομάδα χρειάζεται τον σκληρό της» λέει το football further, όμως και σ’ αυτό οι Καταλανοί διαφέρουν καθώς ούτε ο Μπουσκέτς, ούτε ο Μασκεράνο, ούτε καν η σημαία τους, ο Κάρλες Πουγιόλ μπορούν να επιτελέσουν απόλυτα τον παραδοσιακό αυτό ρόλο. Καμία σκοτούρα όμως για τον 40χρονο τεχνικό που απαντά ότι η Μπάρτσα δεν έχει έναν αλλά 11 σκληρούς, αλλά σε καμία περίπτωση «βρόμικους» παίκτες.
Ομως, το μεγαλύτερο επίτευγμα της ομάδας που λατρεύεται σαν σύγχρονη θεά και καθηλώνει κάθε εβδομάδα εκατομμύρια φιλάθλων σε κάθε γωνιά του κόσμου, είναι ότι άλλαξε τον τρόπο που παίζεται το ποδόσφαιρο. «Μπορείς να έχεις και παίκτες που δεν τρέχουν», είχε δηλώσει στη διάρκεια της θητείας του στον πάγκο της Τσέλσι ο Ζοζέ Μουρίνιο. Κι όμως, ο εκκεντρικός προπονητής της αιώνιας αντιπάλου της Μπάρτσα, δείχνει με το στιλ που υιοθετεί πλέον η Ρεάλ ότι, έστω και στα κρυφά, παρακολούθησε τα σεμινάρια γρήγορου ποδοσφαίρου που παραδίδει ο Γκουαρδιόλα.
Το νικηφόρο σερί της Μπαρτσελόνα στο ισπανικό πρωτάθλημα ίσως φέτος σπάσει. Ακόμη όμως κι αν ο τίτλος της ισπανικής λίγκας μετακομίσει στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου», αυτό θα είναι μάλλον προσωρινό, καθώς η ποιότητα των Μπλαουγκράνα μπορεί να αντεπεξέλθει σε πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις από την κούραση που όλοι παραδέχονται ότι φταίει για την πεσμένη απόδοση. Αλλωστε, το μότο τους το λέει ξεκάθαρα: «Η Μπάρτσα είναι περισσότερο από ένας σύλλογος»...
ΥΓ.: Ηδη καταγράφεται ότι χθες γέννησαν τα κοκόρια και έλαχαν οι αντίπαλοι που θέλαμε. Μπορεί να είναι κι έτσι, αν δεχτεί κανείς ότι υπήρχαν ομάδες άτρωτες όπως η Ισπανία, η Γερμανία ή η Ολλανδία που ενδεχομένως δεν υπήρχαν το 2004. Ομως, αν αυτή η συλλογιστική επικρατήσει, τότε πολύ φοβάμαι ότι θα προτιμούσαμε τουλάχιστον τιμητικούς αποκλεισμούς και όχι άδοξες ήττες από αντιπάλους που είναι στα... μέτρα μας.
Πηγή: Εξέδρα