Γιος πολιτικών προσφύγων, μεγάλωσε και έμαθε μπάλα στην Τασκένδη της τότε Σοβιετικής Ένωσης, στο σημερινό Ουζμπεκιστάν. Δεκαοκτώ ετών έγινε σοβιετικός υπήκοος και κλήθηκε στην Ελπίδων. Ο Ολυμπιακός τον παρακολουθούσε, αλλά ήταν ο Ηρακλής (ο τότε Πρόεδρός του ταξίδεψε 5 φορές στην Τασκένδη) που πίεσε τα πράγματα, ώστε ο Χατζηπαναγής να ζητήσει άδεια επαναπατρισμού για να φύγει από την ΕΣΣΔ. Και έτσι πήγε στον «Γηραιό».
Στις 22 Νοεμβρίου του 1975 φτάνει στην Ελλάδα με τρένο. Περίπου 1.500 άτομα τον υποδέχθηκαν στον σταθμό. Ανάμεσα σε αυτούς και η γιαγιά του. Ήταν μόλις η 1η φορά που την έβλεπε. Στα 21 του χρόνια. Δύο εβδομάδες μετά, στις 7 Δεκεμβρίου, κάνει ντεμπούτο και ιδού πώς το θυμάται ο ίδιος σε συνέντευξή του.
«Παίζαμε με τον Ατρόμητο στη Βέροια. Ήμασταν τιμωρημένοι και έτσι παίζαμε εκεί. Είχε πάρα πολύ κόσμο. Αν θυμάμαι καλά πάνω από 5.000. Ήξερα ότι είχαν έρθει να με δουν. Είχε πλάκα, παίζαμε σε ξερό. Δεν είχα δει ποτέ ξερό εγώ. Θυμάμαι ήμουν με τον Φαναρά (τον τερματοφύλακα) και του λέω: "εδώ θα κάνουμε ζέσταμα;". Μου λέει "όχι εδώ θα παίξουμε". Ζαλίστηκα, το γήπεδο ήταν σαν να έπαιζες μπιλιάρδο».
Και κάπου εκεί αρχίζει η μαγεία. Που θα κρατήσει 15 χρόνια, πάντα με την ίδια φανέλα, αυτήν του Ηρακλή. Ο κόσμος πήγαινε γήπεδο για να δει τον Βασίλη. Το Καυτανζόγλειο γέμιζε, κι ας είχε ο «Γηραιός» μόνο 3-4 χιλιάδες φίλους του. Ουδέτεροι οι υπόλοιποι. Ο Χατζηπαναγής χόρευε. Κολλούσε την μπάλα στα πόδια και άντε πιάστον. Σύντομα απέκτησε και παρατσούκλι. Νουρέγιεφ, μία έμπνευση του τότε αθλητικού συντάκτη και μετέπειτα βουλευτή και Υφυπουργού Αθλητισμού Γιώργου Λιάνη.
«Γηραιός» για πάντα
Κάθε καλοκαίρι η ίδια ιστορία, τα ίδια πρωτοσέλιδα: Ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός πάνε για Χατζηπαναγή. Και κάθε καλοκαίρι η ίδια κατάληξη. Ο Νουρέγιεφ μένει στον Ηρακλή. Το γιατί δεν έγινε ποτέ η μεγάλη μετεγγραφή, είναι ολόκληρη ιστορία. Λίγο η άρνηση του Ηρακλή να τον πουλήσει, λίγο η διστακτικότητα του ιδίου να μετακομίσει στην Αθήνα και να αφήσει πίσω τον πατέρα του (δεν το κούναγε από Θεσσαλονίκη).
Έτσι έμεινε για πάντα «Γηραιός». Σε προσωπικό επίπεδο έκανε, όπως είπαμε, πράγματα και θαύματα. Αλλά, ακόμη και στις καλές του χρονιές ο Ηρακλής (με Κωφίδη, Παπαϊωάννου) δεν μπορούσε να ξεπεράσει τις μεγάλες ομάδες. Οπότε, ο Χατζηπαναγής κέρδισε μόνο ένα κύπελλο Ελλάδας (στον δραματικό τελικό κόντρα στον Ολυμπιακό το 1976) και ένα βαλκανικό κύπελλο, εννέα χρόνια μετά. Χρόνια μετά, αφότου κρέμασε τα παπούτσια του, ομολόγησε πως έκανε λάθος επιλογές. Πως έπρεπε να φύγει από τον Ηρακλή, να πάει Αθήνα και από εκεί στην Ευρώπη.
Λάτσιο και Πόρτο κατέθεσαν τότε επίσημες προτάσεις στον Ηρακλή για να αποκτήσουν τον «μάγο», οι Άρσεναλ και Στουτγάρδη επέδειξαν ενδιαφέρον. Αλλά, ο Ηρακλής ήταν ανένδοτος. Την τότε εποχή οι παίκτες ήταν δέσμιοι των συμβολαίων τους. Αλλά και όποτε ηγέρθη θέμα παραχώρησής του, οι φίλοι του Ηρακλή απειλούσαν Θεούς και δαίμονες. Ο Χατζηπαναγής μπορούσε να παίξει στο ανώτατο επίπεδο. Θα είχε και άλλα κίνητρα, να γίνει ακόμη καλύτερος, να γυμναστεί περισσότερο, να μην κουβαλά συχνά-πυκνά παραπανίσια κιλά.
Σε συνέντευξή του, ο Γιώργος Κούδας τον αποκάλεσε καλύτερο του Μέσι. Υπερβολή, όπως και οι προηγούμενες συγκρίσεις με τον Μαραντόνα. Αλλά, είναι ένα σημάδι για να αντιληφθεί κάποιος πόσο μεγάλης κλάσης παίκτης ήταν. Αν τουλάχιστον έπαιζε στην Εθνική. Αμ δε, η προηγούμενη παρουσία του στις μικρές Εθνικές της Σοβιετικής Ένωσης ήταν αποτρεπτικός παράγοντας, με βάση τους κανονισμούς της εποχής. Και έτσι, ο Χατζηπαναγής, στη διάρκεια της καριέρας του, φόρεσε μόνο μία φορά τη φανέλα με το Εθνόσημο, σε ένα φιλικό στη Λεωφόρο με αντίπαλο την Πολωνία, λίγους μήνες μετά την άφιξή του στην Ελλάδα. Γενικά, οι επιλογές και οι συγκυρίες τον αδίκησαν.
Παγκόσμιος
Μπορεί να μην κατάφερε να φορέσει τη φανέλα της εθνικής ομάδας σε επίσημο ματς, ωστόσο στα 30 του έζησε την απόλυτη καταξίωση εκπροσωπώντας το ελληνικό ποδόσφαιρο, από κοινού με τον Θωμά Μαύρο, αγωνιζόμενος με τη φανέλα της Μικτής Κόσμου σε φιλανθρωπικό αγώνα εναντίον της Νιου Γιορκ Κόσμος. Η αναμέτρηση διεξήχθη στις 22 Ιουλίου του 1984 στο Στάδιο Τζάιαντς στο Νιου Τζέρσεϊ. Συμπαίκτες του Χατζηπαναγή ήταν οι Σίλτον, Πφαφ, Κρολ, Μάγκατ, Σάντσες, Φιγκερόα, Μπεκενμπάουερ, Κίγκαν, Κέμπες και Ροστό. Η Μικτή Κόσμου επιβλήθηκε 3-1, με τον Χατζηπαναγή να περνάει αλλαγή στο 65΄ αντικαθιστώντας τον Κίγκαν. Στα 25 τόσα λεπτά πρόλαβε να κάνει μερικές περίτεχνες ενέργειες και να ξεσηκώσει τους 15 χιλιάδες Έλληνες ομογενείς (από τους 45 συνολικά χιλιάδες) στο Στάδιο.
- Ο Χατζηπαναγής ψηφίστηκε και βραβέυθηκε, σε ψηφοφορία που διενήργησε η ΕΠΟ τον Νοέμβριο του 2003, ως ο καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής των τελευταίων πενήντα χρόνων, στο πλαίσιο του εορτασμού των 50 ετών της UEFA.
- Όλη η Ελλάδα θα (παρα)μιλά… «Δεν τον γέννησε μάνα, αλλά μπάλα»! έγραψε την επομένη του τελικού του 1976 η «Αθλητική Ηχώ».
- Φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής για 2η φορά σε αγώνα προς τιμήν του ενάντια στην Γκάνα. Είχε ήδη αποσυρθεί πριν από 8 χρόνια και ήταν ήδη 45 ετών. Αλλά έπαιξε 21 λεπτά και κατάφερε να βγάλει και μία θαυμάσια ασίστ.
- Συνολικά σημείωσε 64 γκολ στην καριέρα του, τα εννέα με απευθείας εκτελέσεις φάουλ.
- Η οικογένεια Χατζηπαναγή έχει ρίζες από την Κύπρο και πιο συγκεκριμένα από την Άχνα.