Όλα, στο 90'+2', είχαν τετελεσθεί. Η ελληνική ομάδα εξακολουθούσε να μάχεται. Ο Λυμπερόπουλος κέρδισε απ' τον Μπόατενγκ ένα κόρνερ. Ο Μπόατενγκ έκανε αυτό που κάνουν όλοι οι οπισθοφύλακες στον κόσμο, 90% βέβαιοι ότι θ' ακούσουν το σφύριγμα. Έπεσε. Το σφύριγμα του Σκόμινα, πράγματι, ακούστηκε. Φάουλ, στην τελική γραμμή.

Ο Λυμπερόπουλος δεν τον είχε ακουμπήσει. Μπορούσε κανείς να διαβάσει επί της οθόνης, τη στιγμή που ο Νίκος μιλούσε στον διαιτητή, τα χείλη του. «Nothing». Περισσότερο από διαμαρτυρία, έμοιαζε με ικεσία για μια ύστατη χάρη. Κάτι σαν «άσ' το μας να το κάνουμε». Το κόρνερ. Δεν άλλαζε τίποτα. Αλλ' εκείνη τη στιγμή έμενε ο θεατής με την αίσθηση ότι ο Έλληνας «πλήρωνε κι απ' την τσέπη του» για να του δοθεί η δυνατότητα σ' ένα ανώφελο κόρνερ. Μια, τόση δα, παράταση.

Η ζωή είναι γλυκειά, ακόμη και στο ακροτελεύτιο δευτερόλεπτό της. Η ζωή στο ποδόσφαιρο, πιο γλυκειά. Η ψυχή του 37χρονου το αποζητούσε. Λιγουλάκι περισσότερο. Ένα κόρνερ «και φεύγουμε». Άμα του 'λεγες, επί τόπου, να τραβήξει από σήμερα άλλη μία… προετοιμασία και να έλειπε και τον Ιούλιο σε διοργάνωση με την Εθνική, αν του 'δινες μια wild card για το Ευρωπαϊκό U-19 που αρχίζει 3 Ιουλίου στην Εσθονία, θα 'λεγε «ναι».

Γιατί η ψυχή, εκείνη την ώρα, ήταν ψυχή 19χρονου. Ήταν το παιδί που έχει απολαύσει ό,τι ήπιε, αλλά πάλι γυρίζει ανάποδα το ποτήρι πάνω απ' το ορθάνοιχτο στόμα για να βεβαιωθεί ότι δεν έμεινε σταγόνα που δεν τη ρούφηξε. Έτσι αξίζει να φεύγουν οι ποδοσφαιριστές. Όχι σε ξενέρωτα φιλικά, με προκάτ πλακέτες. Του Νίκου, αυτό του το χρωστούσε το Παιχνίδι. Του το 'δωσε. Έφυγε, και με ποιον για παρέα σ' αυτό το ταξίδι της αποχώρησης; Τον κουμπάρο του. Τον Χαλκιά.

Η εικόνα δικαίωσε την επιλογή. Ο Φερνάντο Σάντος «εν σοφία» δεν τους άφησε, ούτε τον ένα ούτε τον άλλον, πίσω στην Αθήνα. Μερικά πράγματα ξεπερνούν τη δουλειά. Έτσι, σκέφτηκα, θ' άξιζε να «φύγει» και ο Ρεχάγκελ. Αυτό το ζευγάρι, Ελλάδα-Γερμανία, ήταν το τέλειο background. Να 'ναι ο Οτο εκεί, κάπου ανάμεσα στον Πλατινί, τη Μέρκελ, τον Πιλάβιο. Ο ενωτικός κρίκος. Δεν ήταν αυτό το ματς, για να το δει χαλαρός στο αγαπημένο του Ζιλτ με την Μπεάτε και το ζεύγος Κλοπ.

Το απόλαυσαν, λοιπόν. Επέστρεψαν χθες, οι διεθνείς, μ' εκείνη την πληρότητα που εξασφαλίζει η ήσυχη συνείδηση. Το λυτρωτικό, ότι τίποτα δεν πήγε τζάμπα. Στέκομαι στην ατάκα του Δημήτρη Σαλπιγγίδη. «Απολαύσαμε, ότι την κάθε ημέρα για κάτι έπρεπε να δώσουμε κι από μία μάχη». Μ' αυτό το στέρεο μυαλό, με τέτοια καθαρή συγκρότηση, δεν είναι παράξενο ότι ο Σαλπιγγίδης υπήρξε «ο μεγάλος κερδισμένος», αν είναι κάποιον απ' τους 23 Ελληνες να ξεχωρίσουμε σαν μεγάλο κερδισμένο, του τουρνουά.


Special

Η καλύτερη ομάδα του EURO 2012 δεν έχει φανεί. Όλα, μέχρι στιγμής, είναι μεταβαλλόμενες εντυπώσεις της μιας ημέρας. Αλληλοσυγκρουόμενες εκτιμήσεις για την έκβαση της τελικής κούρσας, η οποία όμως, στην πραγματικότητα, μόλις τώρα αρχίζει. Τώρα που στο τραπέζι απέμειναν μόνο «βαριά χαρτιά». Εκείνο που έχει ήδη φανεί, είναι κάτι άλλο. Ποιανής ομάδας οι ποδοσφαιριστές έφτασαν στο EURO 2012 ευρισκόμενοι στην καλύτερη αγωνιστική κατάσταση. Μακράν, της Ρεάλ Μαδρίτης. Οι τρεις Πορτογάλοι, οι τέσσερις Ισπανοί, οι δύο Γερμανοί, ο Γάλλος. Όλοι, άλλος περισσότερο άλλος λιγότερο, υποψήφιοι (όταν φτάσει το πλήρωμα για την ασφαλή αποτίμηση της) Ιδανικής Ενδεκάδας. Σαν να μη κουβαλάνε πίσω τους, τις όποιες επιβαρύνσεις άφησε η χρονιά του ανελέητου μπρα ντε φερ με την Μπαρτσελόνα. Ένα παράσημο, για το επιτελείο του Special One. Πώς τους παρέδωσαν, στις Εθνικές τους. Και μια πρόκληση, επίσης. Πώς θα τους επαναφορτίσουν, όταν μετά το τουρνουά τους αναλάβουν ξανά στα δικά τους χέρια, εν όψει της επόμενης σεζόν.

Πηγή: Sportday