Κάθε φορά που έβλεπα μια φωτογραφία, ένα δημοσίευμα ή ένα βίντεο του Παναγιώτη Ταχτσίδη, έμενα να κοιτάζω με θλίψη την προσωποποίηση μιας εκ των μεγαλύτερων απογοητεύσεων που σχετίζεται με Έλληνα ποδοσφαιριστή.

Τον θεωρούσα τότε ένα αυθεντικό μεγάλο αθλητικό ταλέντο, αντιλαμβανόμουν ως ρεαλιστική την εκτίμηση του Λορέντζο Σέρα Φερέρ ότι ήταν ένας ποδοσφαιριστής που, στην ηλικία των περίπου 16 ετών, είχε περισσότερα καλά γνωρίσματα από αυτά που ο Ισπανός είχε πρωτοδιακρίνει στον Πεπ Γκουαρδιόλα, τον καιρό που τον πρωτόβλεπε στην ίδια ηλικία, και προέβλεπα ότι, ποδοσφαιρικά, θα απογειωνόταν. Το αριστερό του πόδι το θεωρούσα ως το πιο δυνατό τεχνικό και «ιδιοφυές» αριστερό που είχα συναντήσει σε Έλληνα ποδοσφαιριστή αυτής της ηλικίας.

Για τους παραπάνω λόγους είχα ξενερώσει πολύ τον καιρό που τον έβλεπα δεμένο στο δείγμα φούστας που φορούσε στα πάρτι η Σάσα Μπάστα. Με στεναχωρούσε πολύ που μάθαινα και διάβαζα τα καμώματά του, τον καιρό που στούκαρε πίσω από ένα τουριστικό λεωφορείο, τον καιρό που έβγαινε με την Πετρούλα (ναι, αυτή με τα 3D στήθη που τρέλαινε τους ηλικιωμένους), τον καιρό που πήγαινε στις πρωινές προπονήσεις με καθυστέρηση δύο ωρών.

Κάποτε, σε μια κοινωνική συναναστροφή, ήμουν έτοιμος να του «ορμήξω», όπως είχα κάνει μια άλλη φορά με ένα άλλο μεγάλο ταλέντο που ευτυχώς ορθοπόδησε και σταδιοδρομεί, για να προσπαθήσω να του εξηγήσω ότι αδικούσε κατάφωρα το ποδοσφαιρικό ταλέντο του, όχι επειδή θα τον έπειθα, αλλά κυρίως για λόγους συνειδησιακούς. Κι ήρθε η χθεσινή ημέρα, που τον είδα να απευθύνεται, στα ιταλικά, προς το πέταλο των φανατικών της Ρόμα στο «Ολίμπικο», κατά την παρουσίασή του από τους «Ρωμαίους», που έκριναν ότι έχει νόημα να επενδύσουν επάνω του περισσότερα από 2,5 εκατ. ευρώ και να του δώσουν την ευκαιρία να φορέσει τη φανέλα.

Η χθεσινή ήταν μια μέρα δικαίωσης της «μαντεψιάς» που έκανε περίπου 5 χρόνια πίσω ο Τόνι Σαβέβσκι, όταν πείστηκε από όσα είχε ακούσει και «πετάχτηκε» στο Ναύπλιο για να δει τον έφηβο Ταχτσίδη και να τον «αρπάξει» από τα χέρια του Ολυμπιακού. Ηταν μια μέρα δικαίωσης της εκτίμησης του Σέρα Φερέρ, που έσκιζε τα ρούχα του ότι θα τον εκπαίδευε και θα τον έφτανε στο υψηλότερο επίπεδο επειδή διέκρινε επάνω του τα ποδοσφαιρικά προσόντα.

Κυρίως όμως είναι μια δικαίωση και του ενστίκτου που είχε ο Ταχτσίδης πριν από περίπου δυο χρόνια, όταν βρήκε τη νηφαλιότητα και την ωριμότητα να ακούσει τον ατζέντη του και να φύγει από την Ελλάδα για να μεταναστεύσει στην Ιταλία για χάρη της Τζένοα. Μου λένε ότι έκτοτε, στην ξενιτιά, ο Ταχτσίδης άρχισε να ξαναβάζει το μυαλό στο κεφάλι του, και να σκέφτεται και με αυτό, το επάνω, και όχι μόνο με το κάτω.

Ναι, συνεχίζει να απολαμβάνει το ντουζ με ημιεπώνυμες ή επώνυμες, αλλά τώρα το κάνει στις διακοπές του, όχι πάνω στην ώρα της δουλειάς στο ποδόσφαιρο. Η μεταγραφή του είναι χαρμόσυνο νέο για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Προ μηνών έτυχε να τον δω με τη φανέλα με το εθνόσημο να ζωγραφίζει με το αριστερό και αναθάρρησα. Το ίδιο φαντάζομαι και οι ομοσπονδιακοί προπονητές.

Από χθες ο Ταχτσίδης έχει μια πελώρια ευκαιρία στα πόδια του να κόψει δρόμο για να βρεθεί εκεί που θα βρισκόταν αν δεν είχε χάσει το μυαλό του στο τελευταίο διάστημα της ζωής του στην Ελλάδα και την ΑΕΚ. Έχει την ευκαιρία να γίνει η παικτάρα που όλοι καταλαβαίναμε ότι μπορεί. Είναι ευχή να τα καταφέρει.

Όχι μόνο επειδή η Εθνική θα κερδίσει ένα διαμάντι με τουλάχιστον μια 10ετία λάμψης μπροστά του, αλλά και επειδή όλοι οι παιδαγωγοί του ποδοσφαίρου και οι ατζέντηδες ποδοσφαιριστών θα κερδίσουν ένα λαμπρό παράδειγμα που χρειάζεται να χρησιμοποιούν κάθε φορά που θα προσπαθούν να πείσουν τον επόμενο Παναγιώτη να μη γίνει ο «συνοδός μιας Μπάστα» Ταχτσίδης αλλά ο άλλος, αυτός που παρουσιάστηκε χθες στο «Ολίμπικο» από τη Ρόμα.

Για να το πετύχει όμως ο Ταχτσίδης, εκτός από τύχη, θα χρειαστεί να κλείσει τα αφτιά και το φερμουάρ του τώρα που γίνεται πιο hot από ποτέ στα μάτια όλων των Μπάστα αυτού του κόσμου.

Πηγή: sport-fm.gr