Ούτε είναι φυσικά τυχαίο ότι την τελευταία 15ετία αποτελεί ένα από τα σταθερότερα σημεία αναφοράς όταν η κουβέντα έρχεται στο «πραγματικό ποδόσφαιρο» και τους εκπροσώπους του.

Αυτό συμβαίνει όχι μόνο διότι ο Ιταλός έχει υπερβολική δόση machismo ή μόνο διότι σε κάθε αγώνα επιδεικνύει περίσσευμα πάθους και αυταπάρνησης ή μόνο διότι σκίζεται για την ομάδα και έχει χαρακτήρα νικητή ή μόνο διότι κατάφερε να ξεχωρίσει υπερκαλύπτοντας τις εμφανείς τεχνικές αδυναμίες του με περισσή αγωνιστικότητα. Συμβαίνει διότι όλα αυτά είναι μόνιμα χαρακτηριστικά και συνυπάρχουν σε κάθε δημόσια εμφάνισή του. Κι αυτό το ξέρουν, το αναγνωρίζουν και το εκτιμούν όχι μόνο οι φίλοι της Μίλαν αλλά όλοι οι ποδοσφαιρόφιλοι που αγαπούν τους γνήσιους πρωταγωνιστές.

Μιλώντας πρόσφατα στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του καναλιού «Rai 1» στην πατρίδα του, του ζητήθηκε να σχολιάσει όλους τους πιτσιρικάδες που καλεί εσχάτως ο Πραντέλι στην εθνική Ιταλίας (σ.σ. Βεράτι, Φλορέντσι, Ντε Σίλιο, Μπορίνι, Ινσίνιε, Φαμπρίνι, Γκαμπιαντίνι κ.α.). Ο Γκατούζο απάντησε -ως γνήσιος «Ρίνο»- πως του έχει κάνει κάκιστη εντύπωση ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς «κάνουν αποτρίχωση, βγάζουν τα φρύδια τους, φαίνεται να νοιάζονται πιο πολύ απ’ όλα για το αν στέκεται σωστά το τσουλούφι τους» και συμπλήρωσε ότι «αν σε νοιάζουν μόνο τα ακριβά αυτοκίνητα, τα λεφτά και οι γκόμενες, ε τότε δεν αγαπάς το άθλημα. Αγαπάς μόνο τις απολαύσεις».

Κάπου εδώ αρχίζει το «”μπε-φάπ”ιασμα». Το συνειδητό τρολ θα σπεύσει να σχολιάσει ότι «έλα μωρέ, επειδή κοντεύει τα 35 και βλέπει τα ψωμιά του να τελειώνουν την πέφτει στους νεότερους γιατί ζηλεύει τη δόξα και τη δημοσιότητα που απολαμβάνουν». Εντάξει, τρολ είναι αυτός, τον αφήνουμε στην κοσμάρα του. Ο συντηρητικός θα πει κάτι του τύπου «δίκιο έχει ο Τζενάρο, να τον ακούτε τον παλιό, χάλασε πια ο κόσμος και τα νέα παιδιά όλο εξαλοσσύνες είναι αντί να έχουν το μυαλό τους στην μπάλα. Τσ, τσ, τσ...».

Αφού υποστηρικτές και πολέμιοι των δύο προηγούμενων απόψεων ξεκατινιαστούν με ανάλογου ύφους και ήθους σχόλια, καταφθάνει ο σκεπτικιστής και καταθέτει την άποψή του. Αυτή λέει ότι συμβαίνει κάτι μεταξύ του ενός και του άλλου. Ότι δηλαδή όσοι είναι γύρω στα 20 έχουν μεγαλώσει μέσα σε ένα ποδοσφαιρικό περιβάλλον (των 00’s) που ουδεμία σχέση έχει με αυτό των προηγούμενων δεκαετιών. Είναι πιο glossy, πιο interactive, πιο μαρκετίστικο, πιο υλιστικό, πιο... whatever. Το βασικότερο, όμως, είναι ότι μοιάζει στα μάτια τους να βασίζεται και να εξαργυρώνεται τόσο στη δημόσια εικόνα που εκπέμπεται, όσο και στην ποδοσφαιρική τους αξία.

Πιστεύουν, και δεν έχουν και πολύ άδικο, ότι δεν αρκεί μόνο το ταλέντο για να φτάσεις στην κορυφή αλλά χρειάζεται και να εκπέμπεις ομορφιά. Να μετράει το celebrity status σου. Οι νίκες είναι καλές, φέρνουν χρήματα -ναι- αλλά τα good looks και το σεξ απίλ φέρνουν περισσότερα. Όχι από την ομάδα, αλλά από τους χορηγούς. Φέρνουν γκόμενες και σπίτια, διαφημίσεις και προσκλήσεις σε events. Και είναι φυσικό, «έτσι κινούνται τα πράγματα, έτσι είναι η αγορά». Το απέδειξε ο Μπέκαμ άλλωστε πριν από χρόνια.

Με λίγα λόγια, η οπτική γωνία του Γκατούζο εκπροσωπεί τον «ρομαντισμό του παλιού» ενώ η πραγματικότητα των πιτσιρικάδων -όχι το καινούριο αλλά- τη νόρμα. Αυτό που τους φαίνεται φυσιολογικό, το να πουλάνε διαρκώς τον εαυτό τους με κάθε πρόσφορο τρόπο. Δεν έχει νόημα να τους μέμφεσαι, δεν έχει νόημα να ψάχνεις τον αξιακό τους κώδικα, δεν έχει νόημα να τους εξηγήσεις τα περί ποδοσφαιρικής ηθικής, το πολύ-πολύ να εισπράξεις το απόλυτο κενό στο βλέμμα τους. Είναι υπο-προϊόντα της εποχής τους, όπως κι ο «Ρίνο» της δικής του. That’s it, that’s all.

ΠΗΓΗ: Sport-fm.gr