Οι πολιτικοί και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής σε όλο τον κόσμο μοιράζονται μια κοινή ανησυχία: πώς να κάνουν τις χώρες τους πλουσιότερες. Το πρόβλημα είναι ότι ο δρόμος προς την ευημερία φαίνεται όλο και τρομακτικότερος. Η παγκόσμια οικονομία αλλάζει, καθώς νέες, «πράσινες» τεχνολογίες εμφανίζονται και οι εμπορικές σχέσεις κατακερματίζονται. Στις χώρες που είναι ήδη πλούσιες, το κράτος, έπειτα από δεκαετίες ρητορικής περί ελεύθερης αγοράς, επιστρέφει περίτρανα. Οι κυβερνήσεις ξοδεύουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε χρηματικά βοηθήματα για βιομηχανίες που θεωρούν στρατηγικά σημαντικές.
Εν όψει αυτών των δεδομένων, οι ιδέες πολλών αναπτυσσόμενων χωρών για την ανάπτυξη είναι εκπληκτικά φιλόδοξες. Η Ινδία και η Ινδονησία ελπίζουν μέσα στα επόμενα 25 χρόνια να γίνουν χώρες υψηλού εισοδήματος. Ο Muhammad bin Salman, ο πρίγκιπας διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας, θέλει να διαφοροποιήσει και να αναπτύξει την οικονομία της εξίσου γρήγορα. Αναπάντεχα, τα σχέδια αυτά είναι πιο εξωστρεφή από πολλές παλιές αναπτυξιακές στρατηγικές. Περιέχουν όμως και παγίδες.
Με πολλούς τρόπους, ο αναπτυσσόμενος κόσμος επιλέγει να στηριχθεί στην παγκοσμιοποίηση. Η Ινδονησία θέλει μεγαλύτερο ρόλο στις «πράσινες» εφοδιαστικές αλυσίδες. Επιδιώκει να κάνει τα πάντα, από την εξόρυξη και τη διύλιση νικελίου έως και την κατασκευή των ηλεκτρικών οχημάτων που λειτουργούν με αυτό. Στη συνέχεια θέλει να εξάγει τα τελικά προϊόντα στον υπόλοιπο κόσμο. Οι χώρες του Περσικού Κόλπου θέλουν να γίνουν ελκυστικές εστίες για τις παγκόσμιες επιχειρήσεις και ανοίγονται στις ροές ανθρώπων, εμπορευμάτων και μετρητών. Ο Narendra Modi οραματίζεται την Ινδία ως παγκόσμιο κατασκευαστή υψηλής τεχνολογίας, που θα παράγει μικροτσίπ και smartphones.
Η αλλαγή αυτή είναι ευπρόσδεκτη. Λιγότερα από 50 χρόνια πριν, η Ινδία ήλπιζε να αναπτυχθεί μακριά από την παγκόσμια οικονομία. Αποδείχθηκε ότι ήταν μια προσέγγιση που απέτυχε παταγωδώς. Ορισμένοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι η Ινδία θα μπορούσε να βασίσει την ανάπτυξή της στην εγχώρια ζήτηση.
Όμως, η εξυπηρέτηση των ξένων αγορών διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην ανάπτυξη. Διατηρεί τις επιχειρήσεις ειλικρινείς, αναγκάζοντάς τις να ανταγωνίζονται σε αγορές που δεν ελέγχουν οι κυβερνήσεις τους. Τους επιτρέπει να επιτύχουν τη μεγαλύτερη δυνατή κλίμακα. Επιπλέον, οι ξένοι πελάτες μπορούν να διδάξουν στις επιχειρήσεις πώς να τους εξυπηρετούν καλύτερα. Στην Ανατολική Ασία οι εξαγωγικές επιδόσεις ήταν επίσης ένα χρήσιμο κριτήριο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, επειδή αποκάλυπταν ποιοι κλάδοι άξιζαν τη συνεχή υποστήριξή τους.
Ωστόσο, οι σημερινές αναπτυξιακές στρατηγικές ενέχουν και κινδύνους. Σε πολλές χώρες οι κυβερνήσεις κινδυνεύουν να στρεβλώσουν την οικονομία στο όνομα της προαγωγής της. Η επέλαση της βιομηχανικής πολιτικής της Σαουδικής Αραβίας, η οποία μεταφράζεται κυρίως σε χρηματική στήριξη από το Ταμείο Δημοσίων Επενδύσεων, υπερβαίνει τις δαπάνες ακόμα και του αμερικανικού νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού. Προκειμένου να βοηθήσει τους εξαγωγείς να αναπτυχθούν, η Ινδία επιδιώκει να περιχαρακώσει τους κατασκευαστές υψηλής τεχνολογίας πίσω από δασμούς και επιδοτήσεις. Το γεγονός ότι η Ινδονησία ποντάρει όλα της τα χρήματα στο νικέλιο την αφήνει επικίνδυνα εκτεθειμένη, αν άλλες χημικές τεχνολογίες μπαταριών επικρατήσουν.
Ο νέος ζήλος του πλούσιου κόσμου για τον προστατευτισμό μπορεί να βάλει σε πειρασμό τις φτωχότερες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Ωστόσο, ο πακτωλός χρημάτων και η προστασία από τον ξένο ανταγωνισμό καθιστούν αδύνατο να γνωρίζουμε αν τα αναπτυξιακά παιχνίδια μιας κυβέρνησης αποδίδουν. Ένα στοίχημα σε μια τεχνολογία μπορεί να πάει στραβά αν εμφανιστούν άλλες.
Τμήματα του αναπτυσσόμενου κόσμου έχουν πληρώσει ακριβά αυτά τα διδάγματα στο παρελθόν. Για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1960 οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Αφρικής είχαν τις ίδιες ιδέες με αυτούς της Ανατολικής Ασίας και η ήπειρος αναπτύχθηκε το ίδιο γρήγορα, μέχρι που η επιλογή των λάθος πρωταθλητών την άφησε να μαραζώσει μεταξύ 1975 και 1985. Σήμερα είναι η φτωχότερη περιοχή στον κόσμο.
Η επιλογή των νικητών είναι επίσης πιο δύσκολη απ’ ό,τι 60 χρόνια πριν. Τότε η επιλογή ήταν ποια μορφή μεταποίησης να προωθηθεί. Το φθηνό και άφθονο εργατικό δυναμικό έδινε πλεονέκτημα στις φτωχές χώρες. Η μεταποίηση ήταν ο μόνος τομέας στον οποίο οι φτωχές χώρες βελτιώθηκαν ταχύτερα από τις πλούσιες.
Σήμερα, ωστόσο, τα εργοστάσια έχουν γίνει περισσότερο εντάσεως κεφαλαίου. Αν και η μεταποίηση εξακολουθεί να προσφέρει έναν τρόπο για την αύξηση της παραγωγικότητας μιας χώρας, είναι λιγότερο βέβαιο ότι θα αποτελέσει το συγκριτικό πλεονέκτημα μιας οποιασδήποτε φτωχής χώρας. Αυτό καθιστά ακόμα πιο δύσκολο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να εντοπίσουν μια καλή βιομηχανία και να ποντάρουν σε αυτήν. Αντί να τζογάρουν με τα χρήματα των πολιτών τους, θα ήταν καλύτερα να τα κρατήσουν μακριά από το τραπέζι.
Υπάρχουν, άλλωστε, πολλά άλλα αξιόλογα πράγματα για να δαπανηθούν. Το κράτος έχει ζωτικό ρόλο στην παροχή δημόσιων αγαθών, επενδύοντας σε υποδομές για να ενώσει τις περιφέρειες ή στην εκπαίδευση για να ενισχύσει τις δεξιότητες των εργαζομένων. Αυτό μπορεί να ευνοεί ακόμα ορισμένες βιομηχανίες έναντι άλλων. Ωστόσο, αν οι οικονομίες παραμείνουν ανοικτές, τότε τουλάχιστον θα βιώσουν την πειθαρχία και τα οφέλη του εμπορίου.
Όραμα 2050
Το διακύβευμα είναι υψηλό. Ο αναπτυσσόμενος κόσμος φιλοξενεί πάνω από 6 δισεκατομμύρια ανθρώπους και μερικές από τις πιο εύθραυστες δημοκρατίες. Αν η ανάπτυξη δεν είναι σωστή, τα μέρη αυτά θα παραμείνουν φτωχότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό θα αποτελούσε όχι μόνο μια ανθρώπινη τραγωδία, αλλά και μια πιθανή πηγή πολιτικής αστάθειας. Για να το αποτρέψει, ο αναπτυσσόμενος κόσμος πρέπει να δείξει τόλμη και να αντισταθεί στην παρόρμηση να υψώσει προστατευτικά τείχη γύρω του.
ΠΗΓΗ: infognomonpolitics.gr