Εκείνη την παγερή νύχτα της Τρίτης, 22 Φεβρουαρίου, στο Βερολίνο ο πρωθυπουργός θα τη θυμάται για καιρό. Η υποδοχή που επεφύλαξαν ο Τύπος και η γερμανική ελίτ στον Γιώργο Παπανδρέου θύμιζε κάτι από το περσινό κλίμα, πριν από την υπογραφή του μνημονίου, όταν η διεθνής κοινότητα αντιμετώπιζε τον Ελληνα πρωθυπουργό στις αγωνιώδεις περιοδείες του με μια σχεδόν ανοιχτή εχθρική καχυποψία. Ισως όχι τον ίδιο, σίγουρα όμως την κοινωνία που εκπροσωπούσε. Εκτοτε μεσολάβησαν το μνημόνιο και η απόφαση του Παπανδρέου να εφαρμόσει την πιο αντιδημοφιλή πολιτική που υπήρξε ποτέ μπας και σωθεί η χώρα από τη χρεοκοπία.
Το πολιτικό θάρρος που επέδειξε ο πρωθυπουργός κέρδισε τη συμπάθεια και την εκτίμηση των εταίρων του, πλην όμως δεν έφτασε για να βγει η χώρα από το παραλυτικό αδιέξοδο όπου μπήκε με ευθύνη κυρίως του πολιτικού κόσμου. Οχι μόνο δεν έφτασε, αλλά είναι προφανές ότι για να υπογράψουν τη διάσωσή μας οι δανειστές θα ζητήσουν και άλλα σκληρότερα μέτρα, σαν να θέλουν να μας τιμωρήσουν για όλο αυτό το δημοσιονομικό πάρτι της Μεταπολίτευσης.
Το βράδυ της περασμένης Τρίτης στο Βερολίνο, με τις πολικές θερμοκρασίες και το παγωμένο αγιάζι που κατεβαίνει από τις ρωσικές στέπες και σου κόβει την ανάσα, ο Παπανδρέου βρήκε μπροστά του έναν τοίχο. Με ευγένεια και τακτ, η Γερμανίδα καγκελάριος αφού άκουσε προσεκτικά τον Ελληνα πρωθυπουργό, του ξεκαθάρισε ότι δεν θα υπάρξει καμία ειδική εξαίρεση για την Ελλάδα στο ζήτημα του χρέους. Εκανε δηλαδή σαφές στον Ελληνα συνομιλητή της ότι η Ε.Ε. δεν θα επιτρέψει την αγορά ομολόγων και τη χορήγηση δανείων στις χώρες που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους ώστε να επαναγοράσουν μέρος των υποχρεώσεών τους. Του ξεκαθάρισε ότι δεν θα υπάρξουν ειδικές διευθετήσεις για την Ελλάδα και επέμεινε ότι η δημοσιονομική λιτότητα είναι μονόδρομος για τις υπερχρεωμένες οικονομίες σαν τη δική μας. Το μόνο ζήτημα που άφησε ανοιχτό ήταν η επιμήκυνση στην αποπληρωμή των 120 δισ. που μας έδωσαν το ΔΝΤ και η Ε.Ε. όταν υπογράψαμε το μνημόνιο. Η εξέλιξη αυτή είναι προφανώς εξαιρετικά αρνητική για την Ελλάδα, αφού στην παρούσα τεταμένη κοινωνικά συγκυρία μάς καταδικάζει στη συνέχιση της ύφεσης, της ανεργίας και της σκληρής λιτότητας, επεκτείνοντας χρονικά το πρόγραμμα της δημοσιονομικής προσαρμογής στο άγνωστο και απροσδιόριστο μέλλον.
Μολονότι ο Ελληνας πρωθυπουργός τής εξήγησε ότι αν δεν υπάρξει χαλάρωση της πολιτικής του μνημονίου η χώρα θα κινδυνέψει να μπει λόγω μιας πιθανής κοινωνικής έκρηξης σε τροχιά ακυβερνησίας, η Μέρκελ έδειχνε αμετάπειστη. Η μόνη δυνατή σωτηρία της χώρας είναι η αυστηρή προσήλωση στο μνημόνιο χωρίς χαλάρωση.
Ακόμα και αν δεν φαίνεται φως στο τούνελ, όπως παραδέχτηκε ο υπουργός Οικονομικών στη Βουλή, η τρόικα πιστεύει ακράδαντα ότι η σωτηρία θα έρθει μέσα από την εφαρμογή του προγράμματος λιτότητας. Το πιο δυσάρεστο όπως σημειώνει άλλωστε και η έκθεση της Κομισιόν για την πορεία της ελληνικής προσαρμογής που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Πέμπτη είναι ότι οι Βρυξέλλες δεν θεωρούν εγγυημένη την επιτυχία αυτής της πολιτικής. Η κυρία Μέρκελ φαίνεται ότι έκανε σαφές στον πρωθυπουργό ότι οι θυσίες είναι μονόδρομος για την Ελλάδα και ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, εννοώντας προφανώς ότι είτε η πολιτική ηγεσία της χώρας και η ελληνική κοινωνία θα αναλάβουν το κόστος μιας επίπονης, βασανιστικής και χρονοβόρας πορείας προς τη δημοσιονομική εξυγίανση είτε η Ελλάδα θα ακολουθήσει άλλους δρόμους, που ενδέχεται να την οδηγήσουν στο άγνωστο: ακόμα και στη δραχμή, όπως έσπευδε να προεξοφλήσει στο πρωτοσέλιδό της, την ίδια μέρα, μία από τις πλέον έγκυρες εφημερίδες της Γερμανίας, η «Sueddeutsche Zeitung», που κινείται στον χώρο του μετριοπαθούς κέντρου.
Είναι άλλωστε κοινό μυστικό πλέον στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα έχουν αρχίσει να χαλαρώνουν και ότι η κυβέρνηση κλυδωνίζεται από τις εσωτερικές αντιφάσεις της, καθυστερώντας δραματικά την εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων.
Οσοι είδαν τον πρωθυπουργό μετά τη συνάντησή του με τη Μέρκελ λένε ότι με δυσκολία έκρυβε την κατήφειά του.
ΠΗΓΗ: protothema.gr