Ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1939 και ώρα 3 το πρωί ο απεσταλμένος της Ιτάλιας Εμμανουέλε Γκράτσι βρίσκεται στο σπίτι του Μεταξά στη Κηφισιά και του ζητάει την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων στον ελληνικό χώρο και την κατάληψη κάποιων στρατηγικών θέσεων. Η απάντηση του Μεταξά στο τελεσίγραφο αυτό που έχει μείνει στην ιστορία είναι στα γαλλικά “Allors c’est la guerre” που σημαίνει “Λοιπόν έχουμε πόλεμο”. Αμέσως ειδοποιήθηκε ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’ και το επιτελείο του και συγκλείσθηκε συμβούλιο για τις απαραίτητες ενέργειες που έπρεπε να γίνουν.

Το δύσκολο έργο της Ιταλικής επίθεσης επωμίστηκε η 8η Μεραρχία Ιωαννίνων με διοικητή τον Υποστράτηγο Χαράλαμπο Κατσιμήτρο ο οποίος επέλεξε να αμυνθεί πάνω στη γραμμή Πίνδος-Ελαία-Καλαμά. Οι λόγοι που τον οδήγησαν στην επιλογή αυτή ήταν επειδή είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στα οχυρωματικά έργα του Παναγιώτη Μαυρογιάννη, Διοικητή του Πυροβολικού, ο οποίος είχε ξεκινήσει να οχυρώνει την περιοχή ήδη από το 1939, επειδή ο ποταμός Καλαμάς το χειμώνα γίνεται αρκετά ελώδης και έτσι οι μηχανοκίνητες μεραρχίες των Ιταλών θα δυσκολεύονταν να περάσουν το ποτάμι και επειδή οι κάτοικοι της περιοχής είχαν τις οικογένειες τους εκεί θα μάχονταν με κάθε κόστος για να τις υπερασπιστούν.

Ενώ το τελεσίγραφο των Ιταλών έληγε στις 6 το πρωί οι τελευταίοι ξεκίνησαν την επίθεση πιο νωρίς, αφού είχαν ήδη τοποθετήσει τις μεραρχίες τους στο αλβανικό μέτωπο. Ο διοικητής των Ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία, Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα, είχε διαβεβαιώσει το Μουσολίνι, ότι η κατάληψη της Ηπείρου θα είναι εύκολη και γρήγορη, κάτι που πίστεψε και ο ίδιος ο Ντούτσε και για αυτό το λόγο είχε τυπώσει μετάλλιο για την κατάληψη της Ηπείρου πριν ακόμα γίνει ο πόλεμος, το οποίο όμως δεν απονεμήθηκε ποτέ διότι οι Ιταλοί ηττήθηκαν. Οι μεραρχίες των Ιταλών Φερράρα και Σιένα και η τεθωρακισμένη μεραρχία των Κενταύρων ξεκίνησαν την ιταλική επίθεση με στόχο την κατάληψη του Καλπακίου χωρίς όμως αποτέλεσμα, αφού απωθήθηκαν από τα τάγματα προκαλύψεως του Ελληνικού στρατού. Τα ιταλικά στρατεύματα είχαν και την υποστήριξη της βαριάς αεροπορίας, η οποία από τις πρώτες πρωινές ώρες ξεκίνησε να βομβαρδίζει τις ελληνικές θέσεις με σκοπό να προετοιμάσει την κύρια ιταλική επίθεση.

Το βράδυ της 2ης Νοεμβρίου Ιταλικά και Αλβανικά στρατεύματα καταφέρνουν να αιφνιδιάσουν τους Έλληνες και να καταλάβουν το ύψωμα Γκραμπάλα, από τις πιο σημαντικές στρατηγικές θέσεις για την έκβαση του πολέμου το οποίο διατήρησαν μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης μέρας αφού τα ελληνικά στρατεύματα έκαναν αντεπίθεση και το ανακατέλαβαν. Την 3η Νοεμβρίου συνεχίστηκαν οι σκληρές μάχες για την κατάληψη του υψώματος το οποίο κατέλαβαν ξανά οι Ιταλοί, δεν μπόρεσαν ωστόσο να το κρατήσουν για πολύ διότι μετά από πολλές μάχες των δύο πλευρών σώμα με σώμα επικράτησαν τα ελληνικά τμήματα και το κατέλαβαν οριστικά.

Την ίδια μέρα μηχανοκίνητη μεραρχία των Ιταλών η οποία συνοδευόταν από Βερσαλλιέρους (μοτοσικλετιστές) επιχείρησε να καταλάβει το Καλπάκι, ωστόσο τα ελώδη χωράφια της περιοχής σε συνδυασμό με τα αντιαρματικά εμπόδια είχαν ως αποτέλεσμα να εγκλωβίσουν τους Ιταλούς και να εγκαταλείψουν τα άρματα τα οποία αποτέλεσαν τα πρώτα λάφυρα του ελληνικού στρατού. Οι Ιταλοί συνέχισαν μέχρι και την 8η Νοεμβρίου τις επιθέσεις χωρίς όμως αποτέλεσμα κάτι που τους έκανε να συνειδητοποιήσουν ότι τελικά δεν θα είναι ένας “Ιταλικός περίπατος” στην Ελλάδα όπως τον είχαν ονομάσει στην αρχή.

Από τις 8 Νοεμβρίου και έπειτα ο ιταλικός στρατός αρχίζει να οπισθοχωρεί προς την Αλβανία και να αναλαμβάνει αμυντικές θέσεις πλέον, ενώ η 8η Μεραρχία του Κατσιμήτρου περνά στην αντεπίθεση και καταλαμβάνει εδάφη της Βορείου Ηπείρου όπως το Αργυρόκαστρο, η Κορυτσά, οι Άγιοι Σαράντα και δίνει ελπίδες, όχι μόνο στον ελληνικό λαό αλλά και σε όλο το κόσμο, γιατί αυτή η νίκη των Ελλήνων ήταν η πρώτη νίκη των Συμμαχικών στρατευμάτων κατά των Δυνάμεων του Άξονα και μία νίκη που δεν πίστευε κανένας ότι θα γίνει πραγματικότητα. Το έπος του 1940 είναι η απόδειξη ότι σε έναν πόλεμο δεν παίζει ρόλο ούτε μετράει η αριθμητική υπεροχή, η οικονομική δύναμη ή ο στρατιωτικός εξοπλισμός αλλά η φιλοπατρία, η πίστη και το αίσθημα της ελευθερίας που έχουν οι άνθρωποι.

ΠΗΓΗ: Geopolitico.gr