Στην ανακοίνωσή του το ΙΣΤΑΜΕ επισημαίνει ότι «η Ελλάδα έχει ταλαιπωρηθεί από τη διατύπωση πρόχειρων προτάσεων που δεν πατούν σε στέρεο έδαφος και οι οποίες αντί να βοηθήσουν τη χώρα μας να λύσει τα προβλήματά της, την σπρώχνουν σε αδιέξοδες καταστάσεις».

Στους στόχους της μελέτης του ΙΣΤΑΜΕ, με τίτλο «Το πολυσύνθετο πρόβλημα αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας», όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, περιλαμβάνονται η καταγραφή της πραγματικότητας σχετικά με την κατάσταση της δημόσιας περιουσίας, η κατάρριψη κάποιων μύθων σχετικά με την έκτασή της και η διατύπωση προτάσεων για την αξιοποίησή της, όπως άλλωστε αναφέρεται και στον τίτλο της. «Απώτερος αντικειμενικός της στόχος είναι η ανάδειξη των δυνατοτήτων προστασίας της δημόσιας περιουσίαςκαι η αξιοποίησή της προς όφελος του ελληνικού λαού. Ο ίδιος ο τίτλος αναδεικνύει την πολυδιάστατη προσέγγιση του θέματος», σημειώνεται στην ανακοίνωση.

Η μελέτη (η οποία είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος), όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση του ΙΣΤΑΜΕ, επιδιώκει αφενός να αποτυπώσει με επιστημονικό τρόπο τα θέματα που αφορούν την ακίνητη περιουσία του Δημοσίου και αφετέρου να επισημάνει τα βασικά προβλήματα που παρεμποδίζουν την αξιοποίησή της. Τα κύρια ζητήματα που επισημαίνονται αφορούν τη δημιουργία Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και Στέγασης των Δημοσίων Υπηρεσιών, τον εκσυγχρονισμό και την ποιοτική αναβάθμιση του μητρώου ακινήτων και τη διευθέτηση του προβλήματος των καταπατήσεων και των εκκρεμών νομικών προβλημάτων.

Επίσης, την κατάτμηση ακινήτων για τη βέλτιστη αξιοποίησή τους, τη συγκρότηση ευρείας λίστας ακινήτων υψηλού ενδιαφέροντος ώστε να τεθούν οι προτεραιότητες στην αξιοποίηση των ακινήτων του Δημοσίου και την απλοποίηση των κανονισμών λειτουργίας των εταιρειών αξιοποίησης και του νομοθετικού πλαισίου επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία του Δημοσίου.

Εξάλλου, το ΙΣΤΑΜΕ επικρίνει τη ΝΔ για «απουσία θέσεων και προτάσεων» που την οδηγεί στο να «κατασκευάζει ειδήσεις».

Στη μελέτη (Νοέμβριος 2010) που εκπόνησε ο Βασίλης Μαγκλάρας, αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής στο ΙΣΤΑΜΕ, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι τα προβλήματα καταγραφής και δημιουργίας ενός κεντρικού μητρώου της δημόσιας ακίνητης περιουσίας έχουν διευκολύνει τις καταπατήσεις και την παράνομη εκμετάλλευση των εν λόγω ακινήτων, αλλά συγχρόνως υπονομεύουν και οποιαδήποτε προσπάθεια αξιοποίησης μεγάλης κλίμακας. Είναι χαρακτηριστικό -σημειώνεται- των διαστάσεων του προβλήματος πως από μια «δεξαμενή» 71.000 ακινήτων η ανάδειξη εκατό αξιοποιήσιμων αποτελεί ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο.

Το 22,75% της καταγεγραμμένης ακίνητης περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών είναι άγνωστη, δηλαδή υπάρχουν ελλιπή στοιχεία που δεν τεκμηριώνουν την ακριβή θέση και το μέγεθος του ακινήτου. Ένα μικρό ποσοστό, 2,39%, είναι αμφίβολο, δηλαδή δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να το καθιστούν δημόσιο ακίνητο, ενώ ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, 40,04%, είναι καταπατημένο. Λαμβάνοντας υπόψη και τα υπόλοιπα στοιχεία του πίνακα διαπιστώνουμε πως ένα πολύ μικρό μέρος της συνολικής δημόσιας περιουσίας, το 13,47%, είναι πραγματικά ελεύθερο προς αξιοποίηση.

Ωστόσο, επισημαίνεται στη μελέτη του ΙΣΤΑΜΕ,πρέπει να λάβουμε υπόψη και το ποιοτικό μέγεθος του προβλήματος. Το γεγονός ότι μόλις το 13,47% των καταγεγραμμένων ακινήτων είναι ελεύθερο προς αξιοποίηση δεν μας παρέχει καμία πληροφορία για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των εν λόγω ακινήτων, σημειώνεται στη μελέτη.

Πηγή:Kathimerini.gr