Σε άρθρο του στην εφημερίδα “Σημερινή” ο Κύπριος διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων, Γιάννος Χαραλαμπίδης, αναλύει το εισιτήριο του Ερντογάν για επανεκλογή ή φυλακή και τη στρατηγική λογική μιας Πανεθνικής Διάσκεψης. Γιατί είναι σταθμός η Σύνοδος του ΝΑΤΟ για την κρίση και το ελληνικό casus belli; - Ποιες κινήσεις μπορούν να γίνουν εντός της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και πώς μπορούν Αθήνα και Λευκωσία να προχωρήσουν σε υπεύθυνη πολιτική αποτροπής και ασφάλειας;
Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο του Γιάννου Χαραλαμπίδη:
Σταθμός θα είναι η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στις 28 Ιουνίου σχετικά με τις εξελίξεις στο Αιγαίο. Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι, αν η Τουρκία δεν πάρει ανταλλάγματα που να ικανοποιούν τον Ερντογάν και την πολιτική του, που έχει ως στόχο να κερδίσει τις εκλογές του 2023, θα παρατηρηθεί, κατ’ ελάχιστον, νέα κλιμάκωση της πολεμικής ρητορικής. Υπό αυτές τις συνθήκες και με όσα λέγονται από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις περί της περίπτωσης για γενίκευση του πολέμου και όχι για ένα τοπικό και μόνο επεισόδιο, εγείρεται το ζήτημα κατά πόσον θα πρέπει να συζητηθεί το ελληνικό casus belli για την Κύπρο στο πλαίσιο μιας Πανεθνικής, με στόχο: 1. Την αξιόπιστη αποτροπή και αντιμετώπιση μιας κρίσης και διάχυσης ενός πολέμου από τη Θράκη ώς την Κύπρο. 2. Την εξέταση των ιδιομορφιών μεταξύ Κύπρου, νησιών και Θράκης και του τρόπου διπλωματικής δράσης όχι μόνο τώρα αλλά και στη συνέχεια, διότι ο τουρκικός επεκτατισμός δεν πρόκειται να τερματιστεί ακόμη και αν χάσει ο Ερντογάν την εξουσία, καθότι η αντιπολίτευση τον κατηγορεί για ατολμία επειδή ακόμη δεν άρπαξε νησιά από την Ελλάδα.
Η τιμωρία της Τουρκίας και το σενάριο των ΗΠΑ
Η γενίκευση του πολέμου και το πρόβλημα της Κύπρου
Πώς η Λευκωσία αυτοπαγιδεύτηκε διπλωματικά και στρατιωτικά
Οι επιδιώξεις του Ερντογάν
Για τον Τούρκο Πρόεδρο, το Αιγαίο μετατρέπεται σε εισιτήριο για την επανεκλογή του, αλλά και παγίδα, για τους εξής λόγους:
Πρώτον, εάν ο Ερντογάν υποχωρήσει στο θέμα του Αιγαίου θα συνθλιβεί από την αντιπολίτευση, η οποία δεν τον κατηγορεί για την επεκτατική του πολιτική, με την οποία συμφωνεί, αλλά για την ατολμία που επιδεικνύει έναντι των Ελλήνων, καθώς και για τον αντιαμερικανισμό του.
Δεύτερον, εάν ο Τούρκος Πρόεδρος δεν προχωρήσει σε επεισόδιο και δεν πάρει ανταλλάγματα ούτε από τους Συμμάχους, δηλαδή τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, για να τερματίσει νικηφόρα την κλιμάκωση της έντασης, τότε η υφιστάμενη κατάσταση που έχει δημιουργήσει θα εξελιχθεί σε μπούμερανγκ για τον ίδιο. Το κύριο πρόβλημα του Ερντογάν είναι το εξής: Εάν προχωρήσει είτε σε τοπική είτε σε γενικευμένη πολεμική σύρραξη, δεν είναι βέβαιο ότι θα κερδίσει είτε στα νησιά του Αιγαίου είτε στον Έβρο. Και τότε μπορεί να χάσει νωρίτερα από το 2023 τις εκλογές και να βρεθεί φυλακή. Εκτιμάται ότι εκείνο που αναζητά είναι μία τοπική κρίση, την οποία θα μπορεί να παρουσιάσει ακόμη και ως νίκη, επιδιώκοντας μάλιστα να σύρει την Ελλάδα σε διάλογο, στο πλαίσιο του οποίου θα είναι δυνατόν να εγείρει τα θέματα της αποστρατιωτικοποίησης, ακόμη και αυτής της κυριαρχίας.
Η δυσκολία των Αθηνών…
Μια τέτοια εξέλιξη είναι δύσκολη, για τους εξής λόγους: Α) Καμία ελληνική Κυβέρνηση δεν θα παραμείνει στην εξουσία εάν εμπλακεί σε διάλογο για την αποστρατιωτικοποίηση και την κυριαρχία των νησιών. Είναι ως να έχει χάσει τον πόλεμο και μάλιστα ταπεινωτικά, προτού δώσει την όποια μάχη. Β) Καμία ελληνική Κυβέρνηση δεν θα μείνει στην εξουσία εάν μετά από μία τοπική κρίση οδηγηθεί σε έναν τέτοιο διάλογο, διότι θα πρόκειται για την απαρχή μιας μεγαλύτερης ήττας.
Το αισιόδοξο σενάριο
Υπάρχει πάντως και μία αισιόδοξη για την Ελλάδα διπλωματική εκτίμηση. Ότι δηλαδή εάν στην παρούσα φάση η Τουρκία αποτολμήσει την πρόκληση κρίσης, οι Αμερικανοί θα επιδιώξουν τον καταποντισμό του Ερντογάν, για να τελειώνουν μαζί του, επιβάλλοντας στη χώρα μία νέα τάξη πραγμάτων, που θα τερματίζει την πολιτική του εκκρεμούς (μια στη Μόσχα, μια στην Ουάσιγκτον εκβιάζοντας). Το ερώτημα σε αυτήν την περίπτωση είναι τι θα κερδίσει και τι θα χάσει η Ελλάδα. Διότι, στην καλύτερη περίπτωση η Ελλάδα, εφόσον δεν έχει επεκτατικές βλέψεις, θα διατηρήσει τα υφιστάμενα κυριαρχικά της δικαιώματα. Οικονομικά, όμως, κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει ποιο θα είναι το κόστος από μια έστω μικρής κλίμακας κρίση και οι συνέπειές της, αλλά και κάτι άλλο: Πώς θα συμπεριφερθούν οι Αμερικανοί αφού κάνουν τη δουλειά τους...
Έβρος και Αιγαίο
Πάντως ο Αρχηγός των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων διευκρινίζει ότι η Αθήνα δεν πρόκειται να αποδεχθεί ένα τοπικό επεισόδιο και ότι ο πόλεμος θα διαχυθεί. Θα γενικευτεί. Στέλνει, δηλαδή, το μήνυμα ότι ο Ελληνικός Στρατός θα χτυπήσεις στον Έβρο. Διότι εκεί εκτιμάται ότι υπάρχει πλεονέκτημα. Αφενός, όπως λέγεται, διότι η Ανατολική Θράκη είναι ταψί, δηλαδή επιτρέπει στην ελληνική πλευρά, με τις απαιτούμενες δυνάμεις, να προελάσει και να κατακτήσει εδάφη, αφετέρου, λόγω της γεωφυσικής κατάστασης προς τη Δυτική Θράκη, δεν υπάρχει το ανάλογο πλεονέκτημα για τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις. Το γεγονός ότι η Τουρκία έχει μετακινήσει δυνάμεις προς τη Συρία και ετοιμάζεται να ανοίξει και άλλα μέτωπα, κυρίως στο Ιράκ, δεν της επιτρέπει να ενισχύσει τις δυνάμεις της στην Ανατολική Θράκη, σε περίπτωση κρίσης. Διότι θα πρέπει να αποδυναμωθεί αλλού. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορεί να αμυνθεί επαρκώς. Το αντίστροφο συμβαίνει στις ακτές της Μικράς Ασίας. Η Ελλάδα, επειδή δεν είναι επιθετική χώρα, διαθέτει μεν αποβατικές δυνάμεις, οι οποίες όμως ακόμη και αν μπουν στα τουρκικά παράλια δεν μπορούν να αγκιστρωθούν και να αντιμετωπίσουν τουρκική αντεπίθεση. Η δε Τουρκία ισχυρίζεται ότι έχει αξιόπιστο αποβατικό στόλο, ο οποίος, όμως, δεν έχει δοκιμαστεί πουθενά, παρά μόνο το 1974 στην Κύπρο, όταν όμως δεν είχε αντιμετωπίσει την ανάλογη αντίσταση. Ως προς τη θάλασσα και τον αέρα είναι πρόδηλον ότι οι δύο χώρες θα επιδιώξουν ν’ αποκτήσουν υπεροχή.
Μεταβλητές της κρίσης, στρατός και κοινωνία
Συνεπώς, η κρίση, είτε τοπική είτε σε επίπεδο ενός γενικευμένου πολέμου, θα κριθεί από τις στρατηγικές και τακτικές κινήσεις και από μία σειρά άλλων μεταβλητών, όπως:
Η ικανότητα της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας, καθώς και γενικότερα η ικανότητα των Ενόπλων Δυνάμεων να πολεμήσουν επιτυχώς.
Ικανότητα της πολιτικής ηγεσίας να συνεργάζεται με τη στρατιωτική και να μετατρέπει το πεδίο της μάχης σε εργαλείο της διπλωματίας και λήψης στρατηγικών αποφάσεων για την τελική νίκη.
Η οικονομική κατάσταση, η ετοιμότητα και οι αντοχές της κοινωνίας.
Η εξουδετέρωση στρατηγικών σημείων που μπορούν να προκαλέσουν κόστος και παράλυση στον αντίπαλο.
Οι ανορθόδοξες τακτικές επί του πεδίου της μάχης, δηλαδή εκείνες που δεν θα αναμένονται από τον αντίπαλο.
Η εκμετάλλευση ή αδυναμία εκμετάλλευσης από κάθε πλευρά των πλεονεκτημάτων που ενδεχομένως να διαθέτει έναντι της άλλης.
Η ικανότητα λήψης γρήγορων αποφάσεων για την αναπροσαρμογή κινήσεων επί τη βάσει των εξελίξεων στο πεδίο της μάχης είτε αυτό είναι η θάλασσα είτε αυτό είναι ο αέρας είτε αυτό είναι το έδαφος.
Πανεθνική και προϋποθέσεις casus belli…
Είναι αφελές να πιστεύει κάποιος ότι, εάν γενικευτεί ο πόλεμος από το Αιγαίο μέχρι τη Θράκη, θα αφεθεί έξω η Κύπρος, ειδικώς εάν η Τουρκία χάνει το παιχνίδι και θέλει να εκβιάσει την Ελλάδα. Οπότε θα στραφεί προς την αχίλλειο πτέρνα του Ελληνισμού. Είναι κοινό μυστικό σε ποια κατάσταση βρίσκονται οι κυπριακές Ένοπλες Δυνάμεις, καθώς και τα πλεονεκτήματα και η υπεροπλία των τουρκικών, αλλά και πόσο εγκληματική είναι η πολιτική που υιοθετήθηκε όλα αυτά τα χρόνια και δη η ακύρωση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος, του οποίου η σημασία αποδεικνύεται σήμερα περίτρανα. Ας μην κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η Ελλάδα δεν είναι πλέον μακριά. Εάν η Ελλάδα και η Κύπρος επιθυμούν να αποφύγουν τα χειρότερα σε περίπτωση κρίσης, θα πρέπει να ξεκινήσουν από τα πιο απλά: Ας επαναφέρει η Ελλάδα το casus belli με τη σύμφωνη γνώμη της Λευκωσίας. Με άλλα λόγια, ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα πρέπει να στείλει σαφέστατο μήνυμα ότι, οποιαδήποτε κίνηση της Τουρκίας σε βάρος της Κύπρου, σε περίπτωση κρίσης, σημαίνει κίνηση σε βάρος της Ελλάδος. Μια τέτοια όμως δήλωση, για να έχει σημασία και για να μην εξελιχθεί σε τραγωδία, θα πρέπει:
Α) Να συνοδεύεται από ανάλογες πρακτικές στρατιωτικές και στρατηγικές κινήσεις. Β) Να έχει τη στήριξη όλης της πολιτικής ηγεσίας της Κύπρου και της Ελλάδος. Συνεπώς, αυτές τις στιγμές, ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα πρέπει να συγκαλέσει στην Αθήνα μία Πανεθνική Διάσκεψη, στην οποία θα παρίσταται η στρατιωτική ηγεσία και θα εξηγηθεί πώς, κατά τον πλέον υπεύθυνο τρόπο, Κύπρος και Ελλάδα θα απαντήσουν αρχικώς διπλωματικά αλλά κυρίως σε μια ενδεχόμενη τουρκική επίθεση από τη Θράκη μέχρι την Κύπρο.
Τα λάθη του ’74 και η «Νικηφόρος»
Το 1974 είχαν γίνει πολλά τραγικά λάθη. Ένα από αυτά ήταν η αντίληψη ότι εάν απαγκιστρωνόταν η Κύπρος από την Ελλάδα, όπως έλεγε ο Μακάριος προς τον Αμερικανό πρέσβη στη Λευκωσία, Ρότζερ Ντέιβις, θα ήταν δυνατό να απέφευγε η Κύπρος την οποιαδήποτε σύγκρουση, η οποία αναμενόταν στο Αιγαίο. Τελικώς η εισβολή δεν έγινε στα νησιά του Αιγαίου αλλά στην Κύπρο, διότι εδώ ήταν η αχίλλειος πτέρνα. Και τότε οι Κύπριοι πίστευαν ότι η Ελλάδα θα μας καλύψει με τα φτερά της. Για διάφορους λόγους, δεν ήρθε ποτέ. Ούτε ανέλαβε τις ηθικές, νομικές, πολιτικές και στρατιωτικές της ευθύνες. Σήμερα, δεν ευθύνεται η Ελλάδα εάν απειλείται από την Τουρκία στο Αιγαίο και βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να εμπλακεί σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως της έκτασής τους. Είναι υποχρεωμένη να πολεμήσει. Αλλιώς, θα χάσει με τα χέρια ψηλά. Η ευθύνη της Ελλάδας έγκειται στο ότι υιοθέτησε επί σειράν ετών εξευμενιστική πολιτική, που τροφοδότησε την τουρκική στρατιωτική υπεροχή και τις κρίσεις όταν η Άγκυρα αξίωνε και η Ελλάδα δεν υποχωρούσε… φανερά. Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, η κύρια ευθύνη καταλογίζεται στη δική μας πολιτική ηγεσία, η οποία υιοθετεί τις αντιλήψεις του κατευνασμού και της ανοχύρωτης πολιτείας, παρότι ο εχθρός είναι εντός των πυλών. Πώς μπορεί να γίνεται λόγος για αξιόπιστη τοπική αποτροπή στην Κύπρο όταν γνωρίζουμε όλοι τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, στην Εθνική Φρουρά και δη από δική μας υπαιτιότητα, όταν ο κόσμος δεν γνωρίζει πού είναι τα πολεμικά καταφύγια της Πολιτικής Άμυνας και όταν η «Νικηφόρος», που αποτελούσε ευκαιρία άσκησης, καλλιέργειας ψυχολογίας, ενίσχυσης του ηθικού και αυτοπεποίθησης, έχει να πραγματοποιηθεί προ αμνημονεύτων ετών, στη λογική του συμβιβασμού μας με τις συνομιλίες στο Κυπριακό, που τελικώς μάς οδήγησαν από τη διχοτόμηση των δύο ισότιμων συνιστώντων κρατών στην τουρκική αξίωση των δύο χωριστών κρατών με ισότιμη, όπως λέει η Άγκυρα, κυριαρχία; Θέλουμε ή όχι αποτροπή; Στην πράξη και όχι στα λόγια.
Το πεδίο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ
Εκτός, λοιπόν, ενός νέου ελληνικού casus belli και μιας Πανεθνικής, που αποτελεί απόδειξη της σοβαρότητας και της ωριμότητας των πολιτικών μας, επί του παρόντος η κύρια κίνηση θα πρέπει να γίνει σε δυο επίπεδα: Α) Εντός της ΕΕ, όπου Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να θέσουν επί τάπητος: 1) Tο εμπάργκο πώλησης όπλων στην Τουρκία, όπως συμβαίνει μερικώς με τις ΗΠΑ, που δεν πωλούν στην Άγκυρα ούτε τα F-16, ούτε τους «Πάτριοτ», ούτε τα F-35. 2) Την αυτόματη ενεργοποίηση του άρθρου 42,7 των Συνθηκών, που αναφέρει ότι, εάν κράτος μέλος της ΕΕ δεχθεί επίθεση από τρίτο κράτος, οι χώρες της ΕΕ συνδράμουν στρατιωτικά. Β) Εντός του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα θα πρέπει να ζητήσει τη διατύπωση θέσης ότι τα κράτη μέλη της Συμμαχίας σέβονται πλήρως τα κυριαρχικά δικαιώματα του καθενός και ότι θεωρείται αδιανόητο και απαράδεκτο, για τη συνοχή και την ύπαρξη της Συμμαχίας, η επίθεση ενός κράτους μέλους σε βάρος άλλου. Εδώ είναι που χρειάζονται ορθοί χειρισμοί και ωμές θέσεις επί των αξιών της δημοκρατίας, στη βάση των οποίων ιδρύθηκαν για να πρεσβεύουν η ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Ειδικώς η Βορειοατλαντική Συμμαχία ως αμυντικό συλλογικό σύστημα ασφάλειας και όχι ως επιθετικό.
Το μοντέλο της Ρωσίας
Το μοντέλο της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας είναι επίκαιρο και μπορεί ν’ αποτελέσει πειστικό εργαλείο πίεσης εφόσον υπάρχει πολιτική πρόθεση και διπλωματική ικανότητα. Άλλωστε, μια ελληνοτουρκική σύρραξη δεν θα τινάξει στον αέρα μόνο το ΝΑΤΟ, και ως εκ τούτου θα πανηγυρίζει η Ρωσία, αλλά θα εξευτελιστεί και η ΕΕ. Οι δε οικονομικές επιπτώσεις δεν θα πλήξουν μόνο την Τουρκία και την Ελλάδα, αλλά θα προστεθούν στην ήδη αρνητική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η παγκόσμια οικονομία και δη η ευρωπαϊκή. Βεβαίως, ένας απελπισμένος Ερντογάν ενεργεί μόνο με βάση τους δικούς του νόμους ως Σουλτάνος που πνέει τα λοίσθια και δεν έχει πρόβλημα να πάρει τους πάντες μαζί του…