Η Μαρίζα Κωχ, σε συνέντευξή της αποκάλυψε το παρασκήνιο της ανάθεσης από τον Μάνο Χατζιδάκι, που ήταν ο διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος τότε. Όλα έγιναν μέσα σε ένα βράδυ, όταν την πήρε τηλέφωνο ο Χατζιδάκις και της είπε ξεκάθαρα να φύγει αμέσως για τη Χάγη μαζί με ένα λαούτο μόνο. Ήθελε το τραγούδι μέσα σε ένα βράδυ, για να προλάβουν να κατοχυρώσουν τη συμμετοχή της Ελλάδας στον διαγωνισμό. Όλη νύχτα από το τηλέφωνο με τον Μιχάλη Φωτιάδη στη Θεσσαλονίκη, γράψαμε τους στίχους στο «Παναγιά μου – Παναγιά μου».
Βγήκε μοιρολόι, όπως το ήθελε ο Χατζιδάκις. Όταν το περιεχόμενο του τραγουδιού έγινε γνωστό, οι Τούρκοι που ζούσαν μόνιμα εκεί έκαναν συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενάντια στη συμμετοχή της χώρας μας…

Στις 3 Απριλίου 1976, η Μαρίζα Κωχ απτόητη, βγήκε να τραγουδήσει στη σκηνή, ενώ την συμβούλευαν να μην το τολμήσει, αφού διέτρεχε άμεσο κίνδυνο η ζωή της. Οι διοργανωτές την πληροφόρησαν λίγα δευτερόλεπτα πριν εμφανιστεί ότι υπήρχε ελεύθερος σκοπευτής απέναντί της, με εντολή, αν χρειαστεί, να την πυροβολήσει. Εκείνη όμως έκανε δυο βήματα, αγνοώντας τις απειλές, και βρέθηκε στη σκηνή τραγουδώντας ένα μοιρολόι, που εξιστορούσε τις θηριωδίες των Τούρκων απέναντι στον κυπριακό λαό.

Οι οδηγίες του Μάνου Χατζιδάκι δεν αφορούσαν μόνο την ερμηνεία, αλλά και το όλο στήσιμο της πάνω στη σκηνή: «Μόνο στο τέλος του τραγουδιού, στην τελευταία κορόνα, να απλώσεις τα χέρια για να φανεί το πένθος μας για την Κύπρο». Διότι, σύμφωνα με τον Χατζιδάκι και την Κωχ, το φόρεμα που φόρεσε το βράδυ του διαγωνισμού δεν ήταν ένα ένδυμα απλής επίδειξης, αλλά ένδειξη πένθους και θρήνου.

Η τουρκική τηλεόραση, δεν μετέδωσε την ελληνική συμμετοχή και εκείνη την ώρα μετέδωσε πρόγραμμα με τον χορό της κοιλιάς.

Κατά την επιστροφή τους στην Ελλάδα, ο Μάνος Χατζιδάκις με επιστολή που απέστειλε στον Τύπο ξεκαθάρισε: «Διάβασα πολλές επικρίσεις εναντίον της Ραδιοφωνίας, για το ότι δεν εναρμονίστηκε με το επίπεδο της Eurovision και για το ότι δεν έγινε “δημοκρατικότερα” η επιλογή, ώστε “να πετύχουμε”. Πουθενά δεν διάβασα τη μόνη, τη μία και τη σωστή άποψη. Ότι δεν διαθέτουμε ηλίθιο τραγούδι και είμαστε μια χώρα που έχει τεράστια και αξιόλογη μουσική παράδοση. Λάβαμε μέρος, διότι έπρεπε να δηλώσουμε παρουσία. Διαλέξαμε ένα τραγούδι που μας ταιριάζει και δεν μας έκαμε εκ των υστέρων να ντραπούμε. Αν πετυχαίναμε, ίσως να ντρεπόμουν, μια κι εγώ προσωπικά σαν υπεύθυνος, πρώτη φορά συνειδητοποίησα το επίπεδο του θορυβώδους αυτού διαγωνισμού…».