Αναπόφευκτα υπάρχει αγωνία και αβεβαιότητα για τις εξελίξεις στον τραπεζικό και ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε ένα συγκεκριμένο πολιτικοοικονομικό και ιδεολογικό πλαίσιο το οποίο ασφαλώς επηρεάζει τα τεκταινόμενα σήμερα. Είναι γεγονός ότι οι εποπτικές αρχές των άμεσα επηρεαζόμενων χωρών είναι σήμερα πιο έτοιμες σε σχέση με την περίοδο 2008-2013 να αντιμετωπίσουν απρόοπτες αρνητικές εξελίξεις. Όμως σε ένα άστατο και ταραχώδες περιβάλλον αναπόφευκτα ελλοχεύουν οι κίνδυνοι αποσταθεροποίησης.
Γράφει ο Ανδρέας Θεοφάνους*
Τα τελευταία χρόνια η επιδίωξη του υπερκέρδους ήταν και εξακολουθεί να είναι κυρίαρχο φαινόμενο. Αυτό είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του Νεοφιλελεύθερου υποδείγματος της πρόσφατης περιόδου. Παρά τα θεωρητικά ελλείμματα καθώς και τα μη ικανοποιητικά αποτελέσματα του συγκεκριμένου υποδείγματος δεν έχει κατατεθεί ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση σε πολιτικό επίπεδο όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και ευρύτερα. Τα οικονομικά αυτά δεδομένα συνυπάρχουν με τη σύγκρουση Ρωσίας και Δύσης. Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε πολύ αρνητικά αποτελέσματα. Το όλο σκηνικό επιδεινώνεται από το γεγονός ότι δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα η εκτόνωση της κρίσης. Αντίθετα οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες.
Έτσι, στη σημερινή συγκυρία τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ προσπαθούν να αναχαιτίσουν τον πληθωρισμό με την άνοδο των επιτοκίων. Πρέπει όμως να κατανοηθεί ότι η άνοδος των τιμών που παρατηρείται δεν είναι μόνο αποτέλεσμα μιας επεκτατικής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής των τελευταίων χρόνων. Υπήρξαν ταυτόχρονα και προβλήματα προσφοράς όπως για παράδειγμα οι στρεβλώσεις στην αλυσίδα παραγωγής και διακίνησης προϊόντων. Όμως οι μεγαλύτερες στρεβλώσεις είναι αυτές που έχουν δημιουργηθεί εξ αιτίας του πολέμου και των κυρώσεων. Εν ολίγοις, τολμώ να προβάλω τη θέση ότι στη σημερινή συγκυρία ο πληθωρισμός είναι περισσότερο αποτέλεσμα των αρνητικών supply shocks.
Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται στις οικονομίες της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Και η ίδια η Ευρώπη καταβάλλει ένα ψηλό τίμημα. Ο πληθωρισμός και η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας εμπεριέχουν ένα σοβαρό κοινωνικοοικονομικό κόστος για εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών. Η διαιώνιση της κατάστασης αυτής θα έχει ευρύτερες αρνητικές συνέπειες.
Πέραν τούτου, είναι προφανής η διασύνδεση της πραγματικής οικονομίας με τον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα. Σε όλο αυτό το ιδεολογικοπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον είναι αυτονόητο ότι το εργαλείο της αύξησης των επιτοκίων δεν μπορεί από μόνο του να δαμάσει τον πληθωρισμό χωρίς άλλες συνέπειες. Και εάν τα διάφορα κέντρα αποφάσεων συνεχίσουν την πολιτική αυτή, δηλαδή τις αυξήσεις των επιτοκίων, χωρίς την επιπρόσθετη αξιοποίηση και άλλων εργαλείων πολιτικής, ο πληθωρισμός θα καμφθεί τελικά αλλά το κοινωνικοοικονομικό τίμημα θα είναι βαρύτατο.
Υπογραμμίζω επίσης ότι με τα σημερινά δεδομένα είναι εξαιρετικά δύσκολο – αδύνατο θα έλεγα – να επιτευχθούν ταυτόχρονα οι στόχοι της οικονομικής ανάπτυξης με την ευρεία έννοια του όρου, της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της αναχαίτισης του πληθωρισμού. Ως εκ τούτου είναι καθοριστικής σημασίας να υπάρξει ο απαιτούμενος προβληματισμός από τα μεγάλα κέντρα αποφάσεων για την αλλαγή του σκηνικού τόσο στο πολιτικό όσο και στο οικονομικό πεδίο.
Σημειώνω επίσης ότι πέραν των γενικών διεθνών ζητημάτων, αρκετές χώρες αντιμετωπίζουν τα δικά τους ξεχωριστά ζητήματα. Στη Βρετανία υπήρξαν πολλές απεργίες ως αποτέλεσμα ανεκπλήρωτων αιτημάτων των εργαζομένων σε διάφορους τομείς. Το ζητούμενο είναι ψηλότεροι μισθοί και καλύτεροι όροι εργασίας. Στη Γαλλία με αφορμή τη μεταρρυθμιστική πολιτική του Προέδρου Μακρόν για το συνταξιοδοτικό υπήρξαν μαζικές κινητοποιήσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι προθέσεις του Γάλλου Προέδρου κινούνται στην ορθή κατεύθυνση, όμως το ευρύτερο περιβάλλον είναι τέτοιο που ώθησε χιλιάδες Γάλλους σε μια στάση αμφισβήτησης. Τα νέα γεωπολιτικά και οικονομικά δεδομένα επηρεάζουν δυσμενώς και τη Γερμανία. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι η ανταγωνιστικότητα της χώρας επηρεάζεται αρνητικά από την αγορά ενέργειας σε πολύ πιο ψηλές τιμές απ΄ ό,τι προηγουμένως. Επιπρόσθετα, οι γεωπολιτικές εξελίξεις έχουν επιδράσει δυσμενώς την ηγετική παρουσία της Γερμανίας στην ΕΕ.
Αναπόφευκτα η Κύπρος, όπως όλες οι χώρες, δεν μένει ανεπηρέαστη από τις εξελίξεις αυτές. Προφανώς η κάθε χώρα έχει και τις ιδιαιτερότητές της. Στη δική μας περίπτωση η άνοδος των επιτοκίων στη σημερινή συγκυρία επιβαρύνει αισθητά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, τους δανειολήπτες οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν ήδη ταλαιπωρηθεί τα τελευταία χρόνια. Αναπόφευκτα, παρουσιάζεται και πάλιν αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ταυτόχρονα παρά τις δηλώσεις πρώην κυβερνητικών αξιωματούχων καθώς και του νυν Προέδρου ότι η ευρύτερη κατάσταση της οικονομίας την 1η Μαρτίου 2023 ήταν θετική δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε αρκετές υφιστάμενες στρεβλώσεις και ανισορροπίες. Ενδεικτική είναι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στον τομέα των ακινήτων. Η πολιτική που για χρόνια έχει ακολουθηθεί οδήγησε στην αύξηση των ενοικίων καθώς και των τιμών διαμερισμάτων και οικιών. Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με τους σχετικά χαμηλούς μισθούς ιδίως των νέων που εισέρχονται στην αγορά εργασίας δημιουργεί μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση για αυτούς. Και το όνειρο της απόκτησης κατοικίας απομακρύνεται για την πλειοψηφία των νέων καθώς και για χιλιάδες άλλους συμπολίτες μας. Η κυβέρνηση καλείται να προβληματισθεί για την κατάσταση αυτή και να επιφέρει τομές.
Η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να εργασθεί σκληρά για την ουσιαστική βελτίωση της εικόνας της Κύπρου καθώς τα απανωτά κρούσματα διαφθοράς και διαπλοκής των τελευταίων ετών δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα εντός και εκτός Κύπρου. Σημειώνεται επίσης ότι δεν αρκούν οι εξαγγελίες για δημοσιονομική πειθαρχία. Άλλωστε η δημοσιονομική και ευρύτερη οικονομική πολιτική δεν περιορίζεται στην αξιολόγηση ελλειμμάτων ή/και πλεονασμάτων. Υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων, ότι μια ουδέτερη ανακατανομή εσόδων και δαπανών είναι δυνατό να οδηγήσει σε θεαματικά αποτελέσματα (differential incidence analysis). Σε αυτό το πεδίο είναι δυνατό να υπάρξει διακριτική ευχέρεια σε μεγάλο βαθμό. Επιπρόσθετα, είναι σημαντικό να αξιολογηθούν κινήσεις στο πεδίο της μικροοικονομικής πολιτικής για έλεγχο των τιμών.
Θεωρώ επίσης ότι η εμπέδωση της αξιοκρατίας είναι καθοριστικής σημασίας για κάθε χώρα: και τούτο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, κοινωνικής συνοχής καθώς και για τη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας. Για χρόνια τώρα οι πολίτες στην Κύπρο έχουν την αίσθηση ότι μια τέτοια φιλοσοφία δεν ακολουθείται. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό να παραμερισθούν οι μικροκομματικές σκοπιμότητες, οι κινήσεις δημιουργίας εντυπώσεων και να υπάρξει επικέντρωση στην ουσία. Επιπρόσθετα, είναι καθοριστικής σημασίας να καλλιεργηθεί και να εμπεδωθεί πλέον μια κουλτούρα αριστείας.
Κάτω απ΄ αυτά τα πολύ δύσκολα δεδομένα η Κύπρος καλείται να πορευτεί με σοβαρότητα, σεμνότητα και πραγματισμό. Θεωρώ επίσης απαραίτητη την επιστράτευση και αξιοποίηση της γνώσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων καθώς η απουσία της εμπεριέχει τεράστιο κόστος. Στόχος πρέπει να είναι μεσοπρόθεσμα η επίλυση προβλημάτων στους διάφορους τομείς και μακροπρόθεσμα η μετατροπή της χώρας σε ένα κράτος πρότυπο στην ευρύτερη περιοχή.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.