Συνέδριο με τίτλο «Η καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας» διοργανώθηκε στις 24 Απριλίου 2023 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και φιλοξενήθηκε από την ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), με τη συμμετοχή οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδικών στο ζήτημα.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Μανέλ Μσάλμι, σύμβουλος διεθνών υποθέσεων και πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υπεράσπιση των μειονοτήτων, με ομιλητές υψηλού επιπέδου όπως ο Κλωντ Μονικέ, πρώην πράκτορας γαλλικών πληροφοριών και διευθυντής του Ευρωπαϊκού Στρατηγικού Κέντρου Πληροφοριών και Ασφάλειας, Νάιτζελ Γκούντριτζ, Διευθύνων Σύμβουλος του IMPAC, Τζουλιάν Φραντσιόζα ειδικός στην επικοινωνία και Κάρλος Κοράτσα, διευθυντής του γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ιταλία.
Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Λούσια Βουόλο, Ισαμπέλα Αντινόλφι και Φραντσέσκα Πεπούτσι, καθώς και η Ιταλίδα γερουσιαστής Ρομπέρτα Τοφανίν ήταν προσκεκλημένοι ομιλητές και μοιράστηκαν τις σκέψεις τους σχετικά με πιθανά μέτρα που μπορούν να εφαρμόσουν το κοινοβούλιο της ΕΕ και η Επιτροπή για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και τη δημιουργία νομικού πλαισίου για την καταπολέμηση της προπαγάνδας.
Ο Μανέλ Μσάλμι άνοιξε τη συζήτηση επισημαίνοντας την πολυπλοκότητα του ζητήματος της παραπληροφόρησης και τόνισε τα βήματα που έχει ήδη λάβει η ΕΕ για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης σε μια προσπάθεια να προστατεύσει τις ευρωπαϊκές και δημοκρατικές αξίες. Έθιξε επίσης το ζήτημα των ακτιβιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που μπορεί να στοχοποιηθούν μετά από ορισμένες αναφορές παραπληροφόρησης.
Αυτό συνέβη με την Καρίμα Μπαλόχ που σκοτώθηκε στον Καναδά, τον Σαΐντ Χουσαΐν Μπαλόχ που δολοφονήθηκε στη Σουηδία και με έναν αριθμό ακτιβιστών που εμπλέκονται στην υπόθεση των Μπαλόχ που εκφοβίστηκαν αμέσως μετά τη δημοσίευση έκθεσης από το EU Disinfo Lab που εδρεύει στις Βρυξέλλες.
Ο Κλωντ Μονικέ επεσήμανε ότι «υπάρχει μια προφανής συνέχεια μεταξύ της παραπληροφόρησης – οι Ρώσοι προτιμούν να μιλούν για «ενεργά μέτρα», – στα ρωσικά, «aktivnye meropriyatiya», μια έκφραση που καλύπτει την παραπληροφόρηση, την προσβλητική κατασκοπεία και την ανατροπή – όπως ασκούνταν επί σοβιετικής εποχής και εφαρμόζεται, όπως ανέφεραν, από το καθεστώς Πούτιν.
Τότε όπως και τώρα, κάνουν τα πάντα για να υπονομεύσουν τις δυτικές δημοκρατίες και να εξαρθρώσουνε τη συμμαχία μεταξύ Βόρειας Αμερικής και Ευρώπης για να καταστρέψουνε το ΝΑΤΟ. Αυτό που άλλαξε δεν είναι το πνεύμα της παραπληροφόρησης αλλά τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν. Εκεί που χθες ήταν απαραίτητο να εφαρμοστούν πολύπλοκες μέθοδοι, οι νέες τεχνολογίες της πληροφορίας επιτρέπουν, σήμερα, να κατακλύσουν το Διαδίκτυο και ιδιαίτερα τα δίκτυα μέσων κοινωνικής δικτύωσης που έχουν γίνει η κύρια πηγή πληροφόρησης για πολλούς πολίτες στη Δύση, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, αναφέρθηκε στη σύσκεψη.
«Μια άλλη εξέλιξη της ρωσικής παραπληροφόρησης τα τελευταία χρόνια ήταν η αναζήτηση νέων πολιτικών καναλιών για τη διάδοσή της. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Μόσχα χρησιμοποιούσε κυρίως κομμουνιστικούς, ακροαριστερούς κύκλους. Αλλά τώρα ο ρωσικός μηχανισμός παραπληροφόρησης βασίζεται πολύ περισσότερο σε ορισμένους κύκλους της εξωκοινοβουλευτικής ακροδεξιάς.
«Ωστόσο, οι ίδιοι παράγοντες εργάζονται όπως πριν: οι εξωτερικές υπηρεσίες πληροφοριών (σήμερα, το SVR) και οι στρατιωτικές (η GRU). Σε αυτές τις υπηρεσίες υπάρχουν άνδρες και γυναίκες που ανήκουν στον στενό κύκλο του Βλαντιμίρ Πούτιν και λαμβάνουν τις εντολές τους απευθείας από το Κρεμλίνο».
Ο Νάιτζελ Γκούντριτς ανέφερε ότι «Το να είσαι φιλοπαλαιστίνιος και κατά του Ισραήλ είναι η νέα πολωτική μέση λύση όπου, λόγω της συνεχούς ιδεολογικής παραπληροφόρησης και προπαγάνδας που οδηγούνται από τα μέσα ενημέρωσης, τον ακαδημαϊκό κόσμο, τους κρατικούς παράγοντες, τις ΜΚΟ και τα συνδικάτα, δεν υπάρχει πλέον χώρος για διάλογος. Η καλύτερη λύση σε αυτήν την απειλή για το δημοκρατικό μας μέλλον είναι να διδάξουμε κριτική σκέψη στα σχολεία, έτσι ώστε οι νέοι να μαθαίνουν για διαφορετικές οπτικές γωνίες, δίνοντας έτσι μια ευκαιρία στον διάλογο (άρα ειρήνη και συνύπαρξη)».
Η Σρέγια Καουσίκ ακτιβίστρια και εκπρόσωπος της ινδικής διασποράς στο Βέλγιο, επεσήμανε ότι «η παραπληροφόρηση είναι ένα ευρέως διαδεδομένο ζήτημα, είναι απλή υπερφόρτωση πληροφοριών ή χάος πληροφοριών. Αν μιλάμε για τη λύση σε αυτό, στο σύνολό μας πρέπει να εργαστούμε για εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις για την εξάλειψη τέτοιων κακών από την κοινωνία, ώστε τα άτομα να μπορούν να κρίνουν την αυθεντικότητα οποιασδήποτε πληροφορίας. Δεν υπάρχει τρόπος να κοσκινίσουμε τις πληροφορίες εκτός από την ενίσχυση του εκπαιδευτικού συστήματος και αυτή είναι η ανάγκη της ώρας».
Η Τζουλιάνα Φραντσιόζα, ειδικός στην Επικοινωνία εξήγησε τις διαφορετικές έννοιες σε σχέση με την παραπληροφόρηση και τον τρόπο αντιμετώπισής της, καθώς και την ανάγκη ελέγχου των εκθέσεων παραπληροφόρησης, κυρίως εκείνων που δεν προέρχονται από κοινοτικά ή διεθνή ιδρύματα.
Έθεσε «το ζήτημα της πλαστοπροσωπίας από το EU Disinfo Lab (ανεξάρτητος μη κερδοσκοπικός οργανισμός που συγκεντρώνει γνώση και τεχνογνωσία σχετικά με την παραπληροφόρηση στην Ευρώπη), για παράδειγμα, όπου το πρόθεμα ΕΕ μπορεί να είναι παραπλανητικό και οι άνθρωποι μπορούν να πιστεύουν ότι είναι μια νόμιμη πτέρυγα υπό τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με το συμπέρασμα ότι η καταπολέμηση της παραπληροφόρησης θα πρέπει να ρυθμίζεται από τη νομοθεσία της ΕΕ προκειμένου να διασφαλίζονται τόσο τα ανθρώπινα δικαιώματα όσο και η ελευθερία του λόγου, αποφεύγοντας τα τραγικά περιστατικά και τις δολοφονίες ακτιβιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ζώνες συγκρούσεων ή στην εξορία, ως εκπαίδευση των νέων γενεών για ξεχωρίζουν ψεύτικες με αληθινές ειδήσεις.
ΠΗΓΗ: eutoday