Του Κώστα Ράπτη
Μηδενικά προβλήματα με… ογκώδεις αστερίσκους. Αυτό θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι το μήνυμα που εξέπεμψε προς την Αθήνα ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν στην πρώτη μεγάλη ομιλία του περί εξωτερικής πολιτικής.
Αλλά το τι έχει κατά νου ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας για τα θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος δεν αποκτά το πλήρες νόημά του παρά εντός των συμφραζομένων του γενικότερου διπλωματικού του “δόγματος” και σε συνάρτηση προς την προσωπική του διαδρομή.
Πρόκειται, άλλωστε, για την πιο ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία που ανέλαβε επί 13 χρόνια το πηδάλιο της εξωτερικής πολιτικής της γείτονος: άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του Ταγίπ Ερντογάν, με ακαδημαϊκή συγκρότηση και παρελθόν στον στρατό, ο Φιντάν εκτοξεύθηκε στο προσκήνιο μετά από μακρά θητεία ως επικεφαλής των τουρκικών υπηρεσιών πληροφοριών (ΜΙΤ), όπου απέκτησε μεγάλη διαπραγματευτική εμπειρία έχοντας αναλάβει δραστήριο και διόλου συμβατικό ρόλο σε μία περίοδο ανατροπών και αλλεπάλληλων μυστικών επιχειρήσεων στην περιοχή.
Αυτός ο συνδυασμός διακριτικότητας, ικανότητας, στρατηγικής σκέψης, γνώσης πολύτιμων μυστικών των συμπαικτών της διεθνούς σκηνής, καθώς και εγγύτητας προς τον ισχυρό άνδρα της Άγκυρας καθιστά τον άνθρωπο που διορίσθηκε τον Ιούνιο στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών για την τρίτη προεδρική θητεία Ερντογάν ως τον πιο απαιτητικό συνομιλητή που γνώρισε η ελληνική (και όχι μόνο) διπλωματία.
Επαγγελματισμός αλλά και πυγμή
Η ομιλία που έδωσε τη Δευτέρα ο Φιντάν στη 14η κατά σειρά συνάντηση των Τούρκων πρεσβευτών, ήταν η πρώτη του ευκαιρία να ξεδιπλώσει, μετά από τόσα χρόνια στο παρασκήνιο, το όραμά του, που άλλωστε εικονογραφούσε χαρακτηριστικά το ότι η διοργάνωση έφερε τον τίτλο “Ο Αιώνας της Τουρκίας”.
Όμως ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας ούτε κόμπασε για τα πρόσφατα επιτεύγματα της τουρκικής διπλωματίας, όπως θα έπραττε ο άμεσος προκάτοχός του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ούτε αναλώθηκε σε ιστορικές αναφορές, όπως θα έκανε παλαιότερα ο Αχμέτ Νταβούτογλου. Το δικό του προφίλ στηρίζεται στον επαγγελματισμό – η δε ομιλία διήρκεσε μόλις είκοσι λεπτά.
“Θα συνεχίσουμε τον αγώνα για την ενίσχυση των στρατιωτικών, πληροφοριακών και τεχνολογικών δυνατοτήτων μας κατ’ οίκον, ενώ θα διασφαλίσουμε την αποτελεσματική συνεργασία με τους φίλους μας εκτός συνόρων” τόνισε ο Φιντάν ο οποίος έκανε λόγο για “ταυτόχρονες προκλήσεις πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές, τεχνολογικές και κοινωνικές στο διεθνές σύστημα”, που καθιστούν επιτακτική την “ανάγκη μετασχηματισμού”.
Ο ίδιος έθεσε για τη χώρα του τέσσερις στόχους, με αφορμή και τη συμπλήρωση εκατό ετών από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας: την εμπέδωση ειρήνης και ασφάλειας στην περιοχή, την επέκταση των διεθνών σχέσεων σε θεσμικό επίπεδο, την ενίσχυση της ευημερίας και την προώθηση των παγκόσμιων στόχων της χώρας.
Είναι προφανές ότι το κύριο αντικείμενο που τον απασχολεί είναι “η τρομοκρατία και οι πόλεμοι δι’ αντιπροσώπου”, δηλ. ουσιαστικά η κατάσταση στη Συρία, όπου εμφανίσθηκε ανυποχώρητος, και κατά δεύτερο λόγο η πιθανή αποσταθεροποίηση της Μαύρης Θάλασσας, στο φόντο του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Αλλά παράλληλα, ο Φιντάν είναι ο πρώτος που δίνει τόση έμφαση στην οικονομία, “αυτοδύναμη και με πρόσβαση στις παγκόσμιες ευκαιρίες”, ως “πυλώνα της εθνικής ισχύος”, γεγονός που μας θυμίζει ότι η δημόσια σταδιοδρομία του ξεκίνησε από την ηγεσία της ΤΙΚΑ, της (κρίσιμης για την εξάπλωση της τουρκικής “μαλακής ισχύος”) υπηρεσίας διεθνούς αρωγής.
Άλλωστε είτε τότε, είτε μετέπειτα στη ΜΙΤ, ο Φιντάν επέμεινε στην δημιουργία ισχυρών υπηρεσιών, σε αναπλήρωση της αδύναμης “θεσμικής παράδοσης” της Τουρκίας. Χαρακτηριστικά, ο όγκος της ΜΙΤ τετραπλασιάσθηκε επί των ημερών του, ενώ αυτή έμεινε αλώβητη από την τεράστια θεσμική αναστάτωση που έφεραν οι εκκαθαρίσεις μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.
Το μήνυμα προς Αθήνα
“Επιθυμούμε να προωθήσουμε τις σχέσεις μας με όλες τις χώρες της περιοχής μέσω θετικής ατζέντας” τόνισε στην ομιλία του ο Φιντάν, το οποίο, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, μεταφράσθηκε στη διαβεβαίωση ότι η Άγκυρα διαθέτει “ειλικρινή βούληση” για επίλυση των προβλημάτων με την Ελλάδα (όπως και με την Αρμενία). Ο Τούρκος υπουργός υπογράμμισε “το καλό σημείο” στο οποίο βρίσκονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά οι… υποσημειώσεις ήταν εύγλωττες.
“Θα συνεχίσουμε να προστατεύουμε τα συμφέροντά μας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο με προσοχή. Θα προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε τη θετική ατμόσφαιρα με την Ελλάδα. Αναμένουμε την ίδια ειλικρίνεια από την Ελλάδα στο Αιγαίο” τόνισε. Για δε το Κυπριακό, ο Φιντάν, καίτοι απέφυγε τον επίμαχο όρο των “δύο κρατών” ανέφερε χαρακτηριστικά: “Η στάση μας στην Κύπρο, στον εθνικό μας σκοπό, είναι ξεκάθαρη. Η κύρια πολιτική μας είναι η αναγνώριση της κυριαρχικής ισότητας και του ισότιμου διεθνούς καθεστώτος των Τουρκοκυπρίων”.
Παράλληλα, ο Φιντάν εμφανίσθηκε απαιτητικός και ως προς την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας του, λέγοντας: “Θα θέλαμε να τονίσουμε για άλλη μια φορά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς την Τουρκία δεν μπορεί να είναι παγκόσμιος παράγοντας. Η διαδικασία πρέπει να αναζωογονηθεί με την πλήρη ένταξη”. Τον ενισχύει σε αυτή τη διεκδίκηση, βέβαια, η απεμπλοκή κατά τη Σύνοδο του Βίλνιους της υποψηφιότητας της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ, την οποία η ίδια η Τουρκία είχε μετατρέψει σε διαπραγματευτικό όπλο. Κατά τα λοιπά, ο Τούρκος υπουργός απέφυγε χαρακτηριστικά να πλαισιώσει τις ευρωπαϊκές του φιλοδοξίες με οποιαδήποτε υπόσχεση βελτίωσης της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών στην Τουρκία.
Η ακροβασία που μπορεί να οδηγήσει ως το Προεδρικό Μέγαρο
“Λελογισμένα, αλλά σταθερά βήματα” είναι το σύνθημα με το οποίο ο έμπιστος του Ερντογάν συνόψισε τη γραμμή προς τους διπλωμάτες σε ό,τι αφορά τη διαρκή αναβάθμιση της τουρκικής ισχύος. Σύνθημα το οποίο αποτυπώνει μιαν επίγνωση των συχνά ακροβατικών ελιγμών στους οποίους είναι υποχρεωμένη να επιδοθεί η γειτονική χώρα, προκειμένου να εκμεταλλευθεί τις ευκαιρίες που ανοίγονται από τη ρευστοποίηση των προηγούμενων διεθνών συσχετισμών, χωρίς να χάσει τα πλεονεκτήματα που τις προσέφερε ο έως τώρα ατλαντικός της προσανατολισμός.
Αλλά ο Φιντάν είναι ακριβώς ο άνθρωπος που διαπραγματεύτηκε με τους πάντες τα πάντα – και το αντίθετό τους…. Παρών σε όλα τα σημαντικά ταξίδια του προέδρου του, ήταν ταυτοχρόνως ο άνθρωπος ο οποίος προέστη των συνομιλιών με το ΡΚΚ αλλά και της αναζωπύρωσης της σύγκρουσης μαζί του. Της ρήξης με το Ισραήλ και της προσπάθειας επανασυμφιλίωσης. Της υπονόμευσης της Συρίας διά της αποστολής ισλαμιστών ανταρτών, αλλά και της συνδιαλλαγής με τη Ρωσία και το Ιράν για τη σταθεροποίηση της κατάστασης. Πολλοί λένε ότι τέτοιου είδους προσόντα θα φανούν πολύτιμα στο μέλλον και στο εσωτερικό μέτωπο, καθιστώντας ιδεώδη διάδοχο του Ερντογάν αυτόν ακριβώς που ποτέ δεν αναλώθηκε με την κοινοβουλευτική και κομματική πολιτική.
ΠΗΓΗ: capital.gr