Η τηλεφωνική συνομιλία του Αμερικανού προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του στις 12 Φεβρουαρίου σηματοδοτεί μια καμπή στην ιστορία από την οποία οι Ευρωπαίοι, απόντες από τη συνομιλία, είναι οι μεγάλοι χαμένοι.

Ο Τραμπ είχε υποσχεθεί να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία «μέσα σε 24 ώρες». Το έκανε σε ένα μήνα, μετά από τηλεφωνική συνομιλία μιάμιση ώρας με τον Πούτιν στις 12 Φεβρουαρίου… με τους όρους του τελευταίου.

Η διαπραγμάτευση θα γίνει μόνο μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων. Η Ρωσία επιτυγχάνει τους δύο κύριους πολεμικούς της στόχους: Η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ ενώ η Ρωσία θα διατηρήσει τα στρατιωτικά κατακτημένα εδάφη στην Κριμαία και το Ντονμπάς. Οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ των Αμερικανών και των Ρώσων θα ξαναρχίσουν με ορίζοντα την άρση των κυρώσεων.

Οι Ευρωπαίοι (μαζί με τους Ουκρανούς φυσικά) είναι οι μεγάλοι χαμένοι αυτής της καμπής στην ιστορία. Έχοντας μπει σε αυτόν τον πόλεμο κραδαίνοντας ιερή αγανάκτηση και συναισθήματα, θεμιτά αλλά λίγα, ακολούθησαν, χωρίς να έχουν καθορίσει την παραμικρή στρατηγική, μια διστακτική και ετοιμοθάνατη κυβέρνηση Μπάιντεν, ανίκανη η ίδια να καθορίσει τους δικούς της πολεμικούς στόχους, εκτός από το να αποφύγει «έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο» (τα λόγια του Μπάιντεν). Το μόνο που επαναλάμβαναν όλοι είναι ότι «τίποτα στην Ουκρανία δεν ήταν αρκετό» ξεχνώντας τον θεμελιώδη κανόνα του Clausewitz : «ο πολιτικός σχεδιασμός είναι ο στόχος, ο πόλεμος το μέσο. Ένα μέσο χωρίς στόχο δεν έχει νόημα». Σε καμία στιγμή οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ δεν μπόρεσαν να καθορίσουν κανέναν στόχο για τον πόλεμο δια των αντιπροσώπων τους εναντίον της Ρωσίας, εκτός από το ασαφές «όσο χρειαστεί».

Κατά την διάρκεια όλης αυτής της θλιβερής υπόθεσης, οι Αμερικανοί αρνήθηκαν την είσοδο της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ενώ διατηρούσαν δημόσια την ψευδαίσθηση ότι αυτή η προοπτική παρέμενε ανοιχτή, αποκλείοντας ταυτόχρονα την επίτευξη συμφωνίας με τη Ρωσία για ένα ουδέτερο καθεστώς για το Κίεβο. «Ούτε-ούτε» λοιπόν : ούτε ΝΑΤΟ ούτε ουδετερότητα. Τελικά, μετά από τρία χρόνια τόσο καταστροφικού όσο και άχρηστου πολέμου, η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και οι Ευρωπαίοι, εάν αποφάσιζαν να εμπλακούν στρατιωτικά στην Ουκρανία στο πλαίσιο των «εγγυήσεων ασφαλείας» μετά από κατάπαυση του πυρός, θα το έκαναν «εκτός του άρθρου 5», είπε μόλις ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, δηλαδή με δική τους ευθύνη, χωρίς αμερικανική κάλυψη.

Αφού οι Αμερικανοί άλλαξαν πρόεδρο και επέστρεψαν στον απομονωτισμό, ιδού οι Ευρωπαίοι, οι ηλίθιοι της ιστορίας. Αφού εξανέμισαν 150 δισεκατομμύρια ευρώ, έχασαν την πρόσβαση στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο ταυτόχρονα με δεκάδες δισεκατομμύρια επενδύσεις στη Ρωσία, όχι μόνο αποκλείονται από τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, αλλά καλούνται να αναλάβουν εγγυήσεις ασφαλείας πέραν των δυνατοτήτων τους, επιπλέον της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας ύψους 700 δισεκατομμυρίων ευρώ, λεφτά που δεν έχουν. Έτσι οι Ευρωπαίοι βρίσκονται κυριολεκτικά διαγραμμένοι από τις μεγάλες υποθέσεις του κόσμου, ξεκινώντας από τις δικές τους ! Διότι αυτό που παρακολουθούμε ανήμποροι δεν είναι τίποτα άλλο από μια γνήσια καμπή στην ιστορία σε αυτό το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα. Το κερασάκι σε αυτή τη δηλητηριασμένη τούρτα είναι ότι θα διεξαχθούν προεδρικές εκλογές στην Ουκρανία, οι οποίες πιθανότατα θα δουν την αποχώρηση του Ζελένσκι, του οποίου την «εξάλειψη» οι Ρώσοι ήθελαν από την αρχή.

Αυτός ο τρομερός πόλεμος, που κατέστρεψε την Ουκρανία, άφησε πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς και τραυματίες και στις δύο πλευρές, και οκτώ εκατομμύρια πρόσφυγες, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Θα μπορούσε μάλιστα να είχε σταματήσει ήδη από τον Μάρτιο-Απρίλιο του 2022, όταν επρόκειτο να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις Ρωσίας-Ουκρανίας, υπό τουρκική μεσολάβηση. Ωστόσο, συνεχίστηκε για τρία χρόνια, παρόλο που ήταν ξεκάθαρο ότι η Ουκρανία, που μειώθηκε σε περίπου τριάντα εκατομμύρια κατοίκους σε σύγκριση με 145 εκατομμύρια Ρώσους, απλά δεν μπορούσε να ανακαταλάβει τα χαμένα εδάφη. Ότι θα μπορούσε να συνεχίσει να πολεμά μόνο όσο οι Αμερικανοί συμφωνούσαν να παραδώσουν τα απαραίτητα όπλα, με τα ευρωπαϊκά οπλοστάσια να είναι άδεια. Αλλά ακόμα και μετά την αποτυχία της ουκρανικής «μεγάλης επίθεσης» του Ιουνίου 2023, η οποία έκανε απατηλό όνειρο οποιαδήποτε ανακατάκτηση με τη βία του Ντονμπάς και της Κριμαίας, οι Ευρωπαίοι πίσω από τον Μπάιντεν συνέχισαν να μιλάνε για «συνέχιση του πολέμου όσο ήταν απαραίτητο».

Όσο για τη Γαλλία, δυστυχώς επιβεβαιώνει, στην ουκρανική σκηνή, τη θλιβερή κατάρρευση της θέσης της στον κόσμο, που είναι ήδη εμφανής στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Ο Μακρόν ξεκίνησε συνομιλίες με τον Πούτιν (στο τηλέφωνο δεκάδες φορές και μετά σε ένα τραπέζι στο Κρεμλίνο που θα μείνει στην ιστορία) την παραμονή της σύγκρουσης. συνέχισε τον Ιούνιο του 2022 καλώντας τους συμμάχους «να μην ταπεινώσουν τη Ρωσία», προτού προσχωρήσει το επόμενο έτος στην ακριβώς αντίθετη θέση, μέσω μιας ολοένα και πιο πολεμικής κλιμάκωσης, φτάνοντας στο σημείο να προτείνει μόλις πριν από ένα χρόνο την αποστολή γαλλικών δυνάμεων στην Ουκρανία… Μάλιστα. Με τι λεφτά ; Ένα πολύ δύσκολο μέλλον περιμένει την Ευρώπη.

ΠΗΓΗ: Le Figaro