Η έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην πλατεία Σκεντέρμπεη των Τιράνων υπήρξε, όχι απλώς άτονη, αλλά ενδεικτική της προχωρημένης πολιτικής αποσύνθεσης του καθεστώτος Ράμα. ;Όπως αναφέρει η "Νεολαία Βορειοηπειρωτών", ό,τι ξεκίνησε ως επίδειξη ισχύος εξελίχθηκε σε φιέστα ντροπής, με πρωταγωνιστή έναν πρωθυπουργό που χόρευε χωρίς κοινό, υπουργούς που χειροκροτούσαν αμήχανα και κρατικούς υπαλλήλους που είχαν οδηγηθεί εκεί με το ζόρι.
Η εκπομπή Piranjat αποκάλυψε, μέσω κάμερας και ηχητικών ντοκουμέντων, ότι πολίτες από το Φιέρι μεταφέρθηκαν οργανωμένα με λεωφορεία, με αντάλλαγμα την υπόσχεση μίας θέσης εργασίας ή υπό την απειλή απόλυσης. Πρόκειται για την κυνική εργαλειοποίηση του κρατικού μηχανισμού προς εξυπηρέτηση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων — μια κατάφωρη παραβίαση της θεμελιώδους αρχής της ελεύθερης πολιτικής συμμετοχής.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα ισχυρίστηκε ότι η συμμετοχή ξεπέρασε τις 15.000. Όμως οι εναέριες εικόνες από την πλατεία Σκεντέρμπεη λένε μιαν άλλη ιστορία: ο “βασιλιάς” Ράμα είναι γυμνός, εκτεθειμένος απέναντι στον ίδιο τον λαό του, τυλιγμένος μονάχα με τα επικοινωνιακά φύλλα συκής της κυβερνητικής του προπαγάνδας. Η σχεδόν άδεια πλατεία καταρρίπτει κάθε επίσημο ισχυρισμό και αποκαλύπτει ότι οι αριθμοί δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα — επινοούνται απλώς για να συγκαλύψουν το πολιτικό κενό.
Ακόμη πιο ταπεινωτικό είναι το γεγονός ότι, παρά τη μαζική επιστράτευση ολόκληρης της κρατικής διοίκησης, η συμμετοχή ήταν πενιχρή — εξευτελιστική για μια πρωτεύουσα σχεδόν ενός εκατομμυρίου κατοίκων και για ένα κόμμα που κυβερνά επί δώδεκα συνεχόμενα έτη. Όταν η εμβληματική πλατεία των Τιράνων, με δυνατότητα φιλοξενίας άνω των 60.000 πολιτών, μένει μισοάδεια, το μήνυμα είναι αμείλικτο: ο Ράμα κυβερνά χωρίς τον λαό του.
Μπροστά σε αυτό το φιάσκο, η Elisa Spiropali – γνωστή και ως «Μαμίτσα» του Ράμα – επιχείρησε να μετατρέψει την αποτυχία σε “ιστορική αποστολή”. Χαρακτήρισε την κυβερνητική ομάδα «μαραθωνοδρόμους» και εξήγγειλε, με στόμφο και αυτάρκεια, την ένταξη της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2027 — λες και πρόκειται για προσωπική της απόφαση και όχι για μια πολυπαραγοντική διαδικασία που ελέγχεται από τα θεσμικά όργανα των Βρυξελλών. Και μάλιστα τη στιγμή που η ίδια η Ευρώπη παρακολουθεί με αυξανόμενη καχυποψία την κατάπτωση του κράτους δικαίου και τον θεσμικό εκφυλισμό στην Αλβανία του Ράμα.
Πίσω από τις πομπώδεις εξαγγελίες κρύβεται μια πικρή αλήθεια: ο Ράμα δεν απευθύνεται πλέον στους πολίτες που ζουν στην Αλβανία, αλλά σε εκείνους που την εγκατέλειψαν — στους απόδημους Αλβανούς, που σήμερα τους βλέπει απλώς ως εκλογική εφεδρεία. Επενδύει στον εθνικισμό και στη ρητορική του εξωτερικού, επιχειρώντας να προκαλέσει συγκινησιακή φόρτιση και εθνική ταύτιση με εκείνους που, ειρωνικά, έφυγαν ακριβώς επειδή αυτός και η κυβέρνησή του τούς στέρησαν το μέλλον.
Επί των ημερών του, πάνω από ένα εκατομμύριο Αλβανοί εγκατέλειψαν τη χώρα, αναζητώντας αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη, υγεία και ίσες ευκαιρίες. Η Αλβανία του Ράμα δεν είναι η χώρα της ευρωπαϊκής ελπίδας, αλλά της πολιτικής απαξίωσης, της μετανάστευσης και της βαθιάς θεσμικής σήψης. Η “ευρωπαϊκή προοπτική” που εξαγγέλλει δεν είναι τίποτε άλλο παρά το τελευταίο επικοινωνιακό οχυρό ενός καθεστώτος που έχει εξαντλήσει κάθε πολιτικό του απόθεμα.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η υπουργός Belinda Balluku καταγγέλλεται με βίντεο και ηχητικά ντοκουμέντα ότι χρησιμοποίησε κρατικούς υπαλλήλους για να “γεμίσει” τη συγκέντρωση. Ο βουλευτής της αντιπολίτευσης Gazment Bardhi χαρακτήρισε τις πρακτικές της “ισοδύναμες με τις μπότες των κατακτητών”, παρομοιάζοντας τη συμπεριφορά της με στρατιωτική κατοχή του δημόσιου χώρου.
Με τις αποκαλύψεις για εξαναγκασμό, την εντεινόμενη πίεση από τη SPAK και την αδυναμία πια να συσπειρώσει ακόμη και τους ίδιους του τους μηχανισμούς, ο Έντι Ράμα εμφανίζεται απομονωμένος, χωρίς κοινό, χωρίς αφήγημα και — το χειρότερο — χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση. Ο πολιτικός ηγεμόνας της περιώνυμης Rilindja δεν εμπνέει· χορεύει μόνος του σε μια πλατεία που δεν τον ακολουθεί πια.
Η πλατεία Σκεντέρμπεη δεν ήταν φέτος σκηνή θριάμβου. Ήταν καθρέφτης της πολιτικής του γύμνιας. Και αυτή τη φορά, κανένα τύμπανο, κανένας χορός, καμία κάμερα δεν κατάφερε να συγκαλύψει το προφανές: η αρχή του τέλους του Ράμα γράφτηκε σήμερα στα Τίρανα.