Στον «πάγο» μέχρι νεωτέρας μπαίνουν όλα τα εξοπλιστικά, πέραν αυτών που βρίσκονται σε διαδικασία υλοποίησης, καθώς ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας έχει ζητήσει «επαναξιολόγηση και προτεραιοποίηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων και συνετή δημοσιονομική διαχείριση».
Η επιβράδυνση που έχει αποφασίσει η Αθήνα στα εξοπλιστικά, της επιτρέπει να αξιολογήσει όχι μόνο τις ανάγκες της αλλά και το εξελισσόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον. Αυτό εκφράστηκε και σε πρόσφατη σύσκεψη που – όπως έχει γίνει ήδη γνωστό – πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου τον Νοέμβριο υπό τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και με τη συμμετοχή μεταξύ άλλων του υπουργού Εθνικής Αμυνας, του συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας, Θάνου Ντόκου, του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, Κωνσταντίνου Φλώρου και άλλων.
Με την απόφαση Δένδια να «παγώνει» μέχρι νεωτέρας προγράμματα που είχαν εξαγγελθεί και αναμένονταν μάλιστα τον προηγούμενο χρόνο να προχωρήσουν με ταχείς ρυθμούς, όπως οι κορβέτες, αλλά και το ενδεχόμενο για την τέταρτη FDi με την option να έχει ήδη λήξει. Παράλληλα αναστέλλονται, όπως έχει γίνει ήδη γνωστό, οι σχεδιασμοί για ναύσταθμο μεταγωγικών στον Παγασητικό αλλά και για την ολική αναμόρφωση της Σούδας, στην οποία ωστόσο αποτελεί σημαντικό asset για τη χώρα και αναμένεται να προχωρήσουν συγκεκριμένα έργα, αλλά με μέτρο.
Το μήνυμα Δένδια ήταν σαφές και από το βήμα της Βουλής, σημειώνοντας ότι «είναι καθήκον μου να διασφαλίσω ότι κάθε ευρώ του έλληνα φορολογούμενου θα δαπανάται μόνον εφόσον είναι αναγκαίο και μόνον εφόσον εντάσσεται σε μια εθνική στρατηγική», ενώ υπογράμμισε ότι η αμυντική διπλωματία υπερβαίνει κατά πολύ τις αγορές. Εξελίξεις στο θέμα των εξοπλιστικών δε, όπως τόνιζαν αρμόδιες πηγές στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», δεν πρόκειται να υπάρξουν πριν απ’ τις κρίσεις στις Ενοπλες Δυνάμεις και τις αποφάσεις για νέα ηγεσία, που αναμένονται τον Ιανουάριο.
Συμβατικές δεσμεύσεις
Η κυβέρνηση θα παραμείνει συνεπής στις συμβατικές δεσμεύσεις που απορρέουν από τον προγραμματισμό των μείζονων εν εξελίξει εξοπλιστικών προγραμμάτων με στόχο ωστόσο να ισορροπήσει μεταξύ αναγκών και πόρων. Στα εν εξελίξει προγράμματα συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι τρεις FDi, τα αεροσκάφη Rafale και τα F-16 και η παραλαβή των ελικοπτέρων ΜΗ-60R του Πολεμικού Ναυτικού. Για τα τελευταία δε σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές, το αμερικανικό Ναυτικό ολοκλήρωσε αυτή την εβδομάδα το πρόγραμμα της έκδοσης πιστοποιητικού για τα 3 εκ των 7 και ετοιμάζονται για τη μεταφορά στην Ελλάδα. Παράλληλα η Αθήνα εξακολουθεί να περιμένει την απάντηση από τις ΗΠΑ για τα F-35, ένα πρόγραμμα που η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να προχωρήσει και η έγκρισή του από την Ουάσιγκτον επίσης χαρακτηρίζεται ειλημμένη απόφαση.
Χρήματα αναμένεται να δοθούν και για μικρότερης κλίμακας προγράμματα, καθώς και για τον εκσυγχρονισμό και την υποστήριξη υφιστάμενων μέσων όπως μεταγωγικά αεροσκάφη, πολεμικά πλοία και οχήματα. Ψηλά μπαίνει και το ζήτημα της ενίσχυσης της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας, με τα προβλήματα της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας και των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων να μπαίνουν για μία ακόμα φορά στο μικροσκόπιο, προκειμένου η λειτουργία τους να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της χώρας.
Για την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας το στοίχημα της επαναξιολόγησης, προκειμένου να αποφασιστεί ποια νέα προγράμματα τελικά θα καταστεί δυνατό να προχωρήσουν, είναι να συνεκτιμηθεί ένα συνολικό σενάριο που θα περιλαμβάνει τις απειλές που αντιμετωπίζει η χώρα, των μέσων που διαθέτει και πώς προτεραιοποιεί αυτά που δεν έχει, σε μία προσπάθεια να καταστήσει τη χώρα αμυντικά θωρακισμένη, αλλά και αξιόπιστη.
Με αρμόδιες πηγές να υπογραμμίζουν ότι σε αυτή τη φάση πλατφόρμες που δεν μπορούν να υποστηριχθούν δεν βοηθάνε, ενώ το ζητούμενο είναι να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότερα με τη μεγαλύτερη δυνατή οικονομία. Αφού, όπως σημειώνουν υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές, ο γρίφος δεν λύνεται με το να δαπανώνται χρήματα, χωρίς στη συνέχεια να υπάρχει η απαραίτητη συντήρηση και υποστήριξη ακριβών πλατφορμών και αυτές να απειλούνται με αχρήστευση.
Στο Πολεμικό Ναυτικό, έως το καλοκαίρι αναμένεται να έχει υπογραφεί η σύμβαση με τη γερμανο-ολλανδική κοινοπραξία και να έχουν καταλήξει στο ελληνικό ναυπηγείο που θα αναλάβει τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ. Με τις κορβέτες να μπαίνουν στον πάγο, στο προσκήνιο επανέρχονται ως λύση και τα αμερικανικά πλοία τύπου LCS. Η Αθήνα εξετάζει το ενδεχόμενο – σύμφωνα με πληροφορίες – με στόχο να κλείσει συμφωνία για «hot transfer» προκειμένου να αποκτηθούν τέσσερα σκάφη από τις ΗΠΑ, με το μικρότερο δυνατό κόστος και αυτά που θα πάρει η Ελλάδα να είναι πλοία σε χρήση και όχι από αυτά που έχουν αποσυρθεί. Με την ηγεσία να αναζητά λύσεις για το Πολεμικό Ναυτικό που θα επιτρέψουν τη γρήγορη και οικονομικά αποτελεσματική ανανέωση.
Ιδιαίτερα ψηλά αξιολογείται και το ζήτημα των μεταγωγικών μέσων – είτε αεροπλάνα είτε ελικόπτερα – με αρμόδιες πηγές να υπογραμμίζουν ότι δεν είναι ζήτημα ελλείψεως πιστώσεων αλλά αδυναμιών της ΕΑΒ όσον αφορά τη συντήρησή τους.
Όσον αφορά νέες αγορές υπογραμμίζεται ωστόσο ότι έχουν ήδη ζητηθεί δύο μεταχειρισμένα C-130 από τις ΗΠΑ, μέσω προγράμματος αποδέσμευσης πλεονάζοντος υλικού. Η υπόθεση δε των C-130, όπως επισημαίνουν πληροφορίες, αναμένεται να καθυστερήσει, ενώ η αγορά νέων αεροσκαφών θα κριθεί όταν γίνει η αξιολόγηση των υφιστάμενων μέσων και των δυνατοτήτων συντήρησής τους. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Δένδιας στις επαφές του με τη Σαουδική Αραβία συζητά να δώσει το Ριάντ στην Αθήνα μια μεγάλη σειρά ανταλλακτικά για τη συντήρηση και επισκευή των υφιστάμενων C-130.
Η ανάγκη για νέα ελικόπτερα είναι επίσης σαφής. Tο ερώτημα είναι σε ποια σειρά θα μπει στην προτεραιοποίηση και σύμφωνα με πηγές τα Black Hawk παραμένουν ψηλά στη λίστα του Στρατού. Υπενθυμίζεται ότι η αναμενόμενη απάντηση από τις ΗΠΑ (LoA) περιλαμβάνει 35 ελικόπτερα με πακέτο αρχικής υποστήριξης και εκπαίδευσης σε τιμές του αμερικανικού Στρατού που είχαν κλειδώσει το 2022. Οι αρμόδιοι πάντως διαμηνύουν ότι πρέπει πάση θυσία να αποφευχθούν λάθος αποφάσεις όπως αυτές του παρελθόντος με τα ελικόπτερα NH-90 που παροπλίστηκαν χωρίς να χρησιμοποιηθούν.
Η νέα πραγματικότητα
Όπως έχει αναφέρει ο Δένδιας («Το Βήμα της Κυριακής») ότι «μετά από τέσσερα χρόνια εξοπλιστικών προγραμμάτων περίπου 14 δισ. ευρώ, καταφέραμε να αποκαταστήσουμε σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Ένοπλες Δυνάμεις μας, λόγω της υποχρηματοδότησής τους μέχρι το 2019.
Ο προγραμματισμός δαπανών όμως των μελλοντικών εξοπλιστικών συναντά τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο και τη νέα πραγματικότητα που δημιουργούν τα αυτονόμως κινούμενα σε αέρα, γη και θάλασσα, η τεχνητή νοημοσύνη, οι νέες τεχνολογίες, η κυβερνοασφάλεια και άλλες σύγχρονες προκλήσεις ασφαλείας. Σε αναμονή και της απόφασης της ΕΕ για εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε προτεραιοποίηση του προγραμματισμού, σε βάθος δωδεκαετίας, των εξοπλιστικών μας προγραμμάτων».
Ακόμα πάντως και αν η ΕΕ καταλήξει σε χαλάρωση των δημοσιονομικών όρων σε σχέση με τα εξοπλιστικά, πάντως, (κάτι που αναμένεται να αποφασιστεί ίσως στο επόμενο ECOFIN) αυτό δεν σημαίνει ότι οι πόροι είναι απεριόριστοι. Το αντίθετο, αρμόδιες πηγές υπογραμμίζουν ότι τα χρήματα είναι συγκεκριμένα και βάσει αυτών θα κινηθούν και οι όποιες αγορές.
Επικαιροποίηση σε 4 άξονες
Η πολιτική στον τομέα της Εθνικής Άμυνας σχεδιάζεται να κινηθεί σε τέσσερις άξονες που ξεκινούν από την επικαιροποίηση της Πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας στη βάση των σύγχρονων προκλήσεων, δεύτερον στην υλοποίηση και επιτάχυνση των εν εξελίξει εξοπλιστικών προγραμμάτων, τρίτον στην ενίσχυση της Εθνικής Αμυντικής Βιομηχανίας, με προώθηση της καινοτομίας και στόχο οι Ένοπλες Δυνάμεις να μην αποτελούν καταναλωτή οπλικών συστημάτων, ενώ ο τέταρτος και από τους πλέον σημαντικούς άξονες αφορά το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.
ΠΗΓΗ: «ΤΑ ΝΕΑ»