O προπονητής της Εθνικής Ελλάδος στο μπάσκετ, Φώτης Κατσικάρης, διηγείται στο περιοδικό «LIFE» τις εμπειρίες του, στην πρώτη εφ' όλης της ύλης συνέντευξή του.
Οι αναμνήσεις από τον παππού του, τον σπουδαίο ρεμπέτη Πάνο Μιχαλόπουλο: «Κάθε Κυριακή μεσημέρι στις 2:30 έτρωγε όλη η οικογένεια στο σπίτι τού παππού μου. Και δεν κουνιόταν Χριστός! Τον άκουγα ευλαβικά, γιατί ενέπνεε το σεβασμό και με τα λόγια του αλλά και με τη φιγούρα του. Ήταν μια σπουδαία μορφή. Πάντα μύριζε ωραία. Πάντα εμφανιζόταν με πουκάμισο και γραβάτα. Πιο σωστά θα έλεγα ότι ήταν εμβληματική μορφή. [...] Μεγάλωσα σε μια σκληρή γειτονιά, στην οποία δεν γινόταν να είσαι ούτε μαλθακός, ούτε αγαθός, ούτε τίποτα. Η κόντρα που υπήρχε ανάμεσα στον Ιωνικό και την Προοδευτική ήταν άγρια και οι περιοχές της Νίκαιας και του Κορυδαλλού σκληρές. Έπρεπε να είσαι δυνατός στο χαρακτήρα και δεν υπήρχαν δικαιολογίες ή κλάματα αν δεχόσουν ένα χτύπημα. Σίγουρα οι ιστορίες που μας έλεγε ο παππούς μου από τον εμφύλιο, με είχαν επηρεάσει. Ο ίδιος είχε μείνει κουτσός από σφαίρα που είχε δεχθεί στα βουνά στην Πελοπόννησο. Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό. Αυτός με είχε πιάσει και μου είχε μιλήσει για τα ναρκωτικά. Εκείνες τις εποχές ήταν ένα θέμα ταμπού, το οποίο δεν μπορούσες να το ακουμπήσεις μέσα στην οικογένεια. Δεν ήταν όπως σήμερα, που όλοι μας εξηγούμε πολύ πιο ελεύθερα στα παιδιά μας το συγκεκριμένο θέμα».
Η αδρεναλίνη του χρηματιστή και το μάθημα της επιβίωσης: «Στην Καλιφόρνια δεν πήγα εκεί για να παίξω μπάσκετ. Σπούδαζα και ήθελα να γίνω χρηματιστής, γιατί μου άρεσε η αδρεναλίνη της συγκεκριμένης δουλειάς. Μου άρεσε το ένστικτο για το ρίσκο που έπρεπε να πάρεις, σε ένα κομμάτι σαν την επένδυση. Κάτι που βέβαια ουδόλως έπαιξε ρόλο στο πώς διαχειρίζομαι τα δικά μου οικονομικά. Μου αρέσουν οι απολαύσεις και αυτό δεν συνάδει με τον ψυχρό τρόπο που αντιμετωπίζει τα πράγματα ένας χρηματιστής [...] Το μεγαλύτερο μάθημα ήταν αυτό της επιβίωσης. Ήμουν κι εγώ ακόμα ένας Έλληνας με τη νοοτροπία της... μαμάς από πίσω. Η μητέρα μου, πάντα με στήριζε σε οποιαδήποτε δυσκολία αλλά και στο πιο απλό πράγμα. Ήμουν δηλαδή ακόμα ένα καλομαθημένο Ελληνόπουλο. Στην Αμερική, έπρεπε να καθαρίσω, να σιδερώσω και φυσικά να δουλέψω για να καταφέρω να έχω χρήματα να περάσω. Ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο, σε έναν άλλο κόσμο πολύ μακρινό. Όταν πήγα εκεί, κατάλαβα ότι είχα δύο δρόμους. Είτε να τα παρατήσω και να γυρίσω πίσω, είτε να παλέψω για να δω τα όριά μου σε έναν τεράστιο κόσμο. Αυτό που έμαθα ζώντας εκεί, είναι πως πρόκειται για μια χώρα στην οποία εφόσον προσπαθείς ανταμείβεσαι. Πρέπει βέβαια να είσαι πολύ σκληρός. Αλλά και συνεπής. Ακόμα και το πώς οργάνωνα τα μαθήματά μου αλλά και σε προσωπικό επίπεδο το πώς να φροντίζω τον εαυτό μου, με βοήθησαν πολύ στη ζωή μου. Όπως επίσης και στις διαπροσωπικές μου σχέσεις, έμαθα πράγματα γνωρίζοντας κόσμο από πολλές διαφορετικές φυλές».
Τα βιώματα του κομμουνισμού και οι τρεις μήνες χωρίς φως: «Οι Ρώσοι έχουν διαφορετική νοοτροπία και ιδιοσυγκρασία από τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό κόσμο. Έχουν τεράστια ιστορία ως λαός. Μας ενώνει το κομμάτι της θρησκείας, αλλά τα βιώματα που έχουν από την εποχή του κομμουνισμού είναι δύσκολο να φύγουν από το μυαλό τους. Κάτι που δημιουργεί δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Βέβαια, η Αγία Πετρούπολη είναι ένας καταπληκτικός σταθμός στη ζωή μας. Πρώτον επαγγελματικά, διότι ήταν ένα βήμα που έγινε πολύ απότομα μετά από μια πολύ δύσκολη παραίτηση στην ΑΕΚ. (σ.σ. θήτευσε ως προπονητής στην Ντιναμό Αγίας Πετρούπολης) Ακολούθως ήταν μια πρόκληση για όλη την οικογένεια να βρεθούμε σε μια τεράστια χώρα. Όλοι μαζί, χωρίς να σκεφτούμε ότι μπορεί να πάνε άσχημα τα πράγματα, αφήσαμε την Ελλάδα για να πάμε σε μια ξένη χώρα. Κάτι που τώρα λόγω της κρίσης γίνεται συνεχώς, αλλά πριν από δέκα χρόνια ήταν σπάνιο. Η γυναίκα μου άφησε τη δουλειά της για να ακολουθήσει το δικό μου όνειρο και βέβαια τα δύο μου παιδιά έπρεπε να ακολουθήσουν. Ήταν σύντομο, καθώς κράτησε μόλις ένα χρόνο, αφού η ομάδα διαλύθηκε λόγω οικονομικών προβλημάτων, αλλά πολύ ωραίο. Στο πρώτο ματς είχαμε 700 άτομα και στο τελευταίο 8.500 ανθρώπους. Και φυσικά ως οικογένεια μας έκανε πιο δυνατούς και μας έδεσε ακόμα περισσότερο. Όταν περνάς τρεις μήνες χωρίς φως και στο -20, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Η Αγία Πετρούπολη, όμως, είναι μια πανέμορφη πόλη και απολαύσαμε όλοι μας εκείνη τη χρονιά».
Το ένοχο μυστικό του Μπιλμπάο: «Όσα έχουν γίνει με την ΕΤΑ, αποτελούν ταμπού. Ποτέ δεν νιώθεις κίνδυνο, πάντως. Άλλωστε θυμάμαι πολύ καλά την μέρα που έγινε η εκεχειρία. Ήταν στις 16 Οκτωβρίου του 2011, όταν κάναμε την πρεμιέρα μας στην Ευρωλίγκα με τον Ολυμπιακό. Γι’ αυτό το θέμα, όμως, δεν μιλάς ποτέ, είναι πολύ ευαίσθητο. Ανοιχτά σε μια καφετέρια, σε ένα εστιατόριο ο κόσμος δεν το συζητάει. Το Μπιλμπάο την τελευταία 15ετία έχει τρομερή εξέλιξη, αλλά αυτό είναι ένα ένοχο μυστικό της πόλης. Πολύ απλά διότι αρκετοί άνθρωποι είχαν μέλη της ΕΤΑ, ακόμα και μέσα στην ίδια τους την οικογένεια και δεν το ξέρανε, γι’ αυτό το αποφεύγουν».