Δεν θυμάμαι να έχω δει πρόσωπο που να λάμπει από χαρά και υπερηφάνεια τόσο πολύ, όσο αυτό του Θανάση Αντετοκούνμπο μετά το ντεμπούτο του στην Εθνική Ανδρών. Της Ελλάδας, όχι της Νιγηρίας όπου τον «έστελναν» πριν από δύο μήνες –στολίζοντάς τον με τα απαραίτητα κοσμητικά επίθετα- αυτοί που τα ξέρουν όλα.

Τον ρώτησα αν αισθάνεται ότι τοποθετεί και τον εαυτό του στη βιτρίνα με τις παρθενικές του εμφανίσεις σε μεγάλη διοργάνωση και εκείνος απάντησε κάτι για τον …Ντουράντ («ή αυτόν θα έπαιρναν οι Ουόριορς ή τον Γιάννη Αντετοκούνμπο»)!

Και αμέσως μετά: «Συγγνώμη, αλλά με έκανε η Εθνική να θολώσω…».

Δέκα μέτρα πιο πέρα, ο Γιάννης Αθηναίου ένιωθε σαράντα πήχες ψηλός. «Θα είναι ψέματα αν δεν ομολογήσω ότι αυτή είναι η μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας μου», έλεγε. Και φούσκωνε το στήθος, για να φανεί καλύτερα το εθνόσημο.

Ο Αθηναίου έκλεισε τα 28 του χρόνια στις 27 του περασμένου Μαϊου. Ολογράφως εικοσιοχτώ, όχι δεκαοχτώ. Φοβόταν ότι το τρένο της διεθνούς καταξίωσης είχε φύγει και τον είχε προσπεράσει.

Και όμως, δέχθηκε αγόγγυστα να παίξει για τρίτη συνεχόμενη χρονιά τον ρόλο του 13ου παίκτη. Ώσπου έσπασε κάποιος διάολος το ποδάρι του (ή μάλλον, χτύπησε ο Σλούκας το δικό του) και ανέβασε τον φίλο μας τον Γιάννη στη 12η θέση της ιεραρχίας.

Ελπίζω ότι ο Γιάννης Αθηναίου και ο Θανάσης Αντετοκούνμπο πηγαίνουν κόντρα στο ρεύμα της εποχής και γυρίζουν την πλάτη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ή ότι, τουλάχιστον, ξέρουν να αναγνωρίζουν την ασχετοσύνη και την εμπάθεια μέσα στο τσουνάμι της, εποικοδομητικής και μη, κριτικής.

Εάν ο Αθηναίου έπαιρνε τοις μετρητοίς όσα γράφτηκαν από ανώνυμους λιβελλογράφους στα Φέισμπουκ και στα λοιπά «φόρα» του διαδικτύου, θα έμπαινε στο γήπεδο με τα γόνατα κομμένα.

Διότι, βλέπετε, «δεν είναι άξιος ούτε για να κουβαλήσει την τσάντα του Γιάννη». «Είναι μια τρίχα από τα αποτέτοια του Παππά». «Έκλεψε τη θέση του Ντόρσεϊ επειδή ο Κατσικάρης είναι κλικαδόρος». Τέτοια και πολύ χειρότερα.

Αμ, ο Θανάσης; «Βρίσκεται στην Εθνική με μέσον». «Τον φώναξαν για να κρατάει το χέρι του Γιάννη». «Είναι άμπαλος και δεν έχει παίξει ποτέ του οργανωμένο μπάσκετ». «Μανατζεριλίκια του Φώτη, για να του βρει ομάδα». Και, φυσικά: «Δεν είναι γνήσιος απόγονος του Περικλή και δεν επιτρέπεται να παίζουν έγχρωμοι στην Εθνική Ελλάδας».

Τα αποσπάσματα τα δανείστηκα όλα, ανεξαιρέτως, verbatim, από σβησμένα σχόλια πεφωτισμένων αναγνωστών αυτής εδώ της σελίδας. Όποιος ενδιαφέρεται να τα διαβάσει, ας κοπιάσει να του τα δείξω. Τα κρατάω για να μου μη πει κανένας ξύπνιος ότι τα βγάζω από το μυαλό μου…

Υπάρχουν παίκτες που τα διαβάζουν αυτά και επηρεάζονται. Άλλοι τα γράφουν εκεί όπου δεν πιάνει μελάνι ή βγάζουν τον υπολογιστή από την πρίζα για να μπλοκάρουν το δηλητήριο.

Τα κλειστά μάτια και αυτιά είναι το ιδανικό φίλτρο. Η απόδοσή των δύο παικτών στο επίσημο ντεμπούτο τους με την Εθνική Ανδρών απέδειξε ότι το αυτί τους δεν ιδρώνει.

Ο Αθηναίου χρεώθηκε σημαντικό ρόλο με το «buongiorno» κιόλας και κέρδισε με το σπαθί του 17 λεπτά συμμετοχής. Έβαλε το τριποντάκι του, απέφυγε τα λάθη, μοίρασε 2 ασίστ, έκλεψε μία μπάλα, έμοιαζε σαν μία λιγότερο λουστραρισμένη εκδοχή του Νίκου Ζήση.

Ο Θανάσης Αντετοκούνμπο, όμως, δεν μοιάζει με τίποτε και με κανέναν στα χρονικά της Εθνικής ομάδας. Εκτός, ίσως, από τον μικρότερο αδελφό του…

Είναι όμως πιο εκρηκτικός από τον Γιάννη ο Θανάσης. Πιο δυναμικός και πιο εξωστρεφής. Κυνηγάει ο,τιδήποτε κινείται και ο,τιδήποτε πετάει, χωρίς να παραιτείται ποτέ από μία «χαμένη» φάση.

Τι κι αν υστερεί στο μακρυνό σουτ; Στο μπλοκάκι του προπονητή, οι 3 τάπες, τα 2 κλεψίματα και οι αμέτρητες «αλλοιώσεις» μετράνε περισσότερο από ένα ή δύο τρίποντα.

Μήπως έχουμε άλλον μπλοκέρ και δεν τον βλέπω; Ή μπορεί κάποιος από τους διεθνείς μας να παίξει τον σερίφη στον εναέριο χώρο όπως ο μεγαλύτερος των αδελφών Αντετοκούνμπο;

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Θανάσης (που έπαιξε 18 λεπτά έναντι 19 του Γιάννη) ήταν μία άμυνα μόνος του. «Αυτός είναι ο ρόλος μου», είπε, «να δίνω ενέργεια στο παρκέ και θετική ενέργεια από τον πάγκο».

Το χαμόγελό του φώτιζε τους διαδρόμους των αποδυτηρίων. «Μού’ρχεται να τον πιάσω και να τον φιλήσω», ψιθύρισε κάποιος συνάδελφος, εγνωσμένων ετεροφυλοφιλικών προτιμήσεων.

Από την πρώτη κιόλας μέρα, ο Θανάσης Αντετοκούνμπο και ο Γιάννης Αθηναίου δικαίωσαν την παρουσία τους, σε αυτή την ομάδα των ειδικών συνθηκών και των κραυγαλέων απουσιών.

Ο Αγραβάνης (που επίσης άκουσε πολλά όταν δημοσιεύτηκε το προσκλητήριο…) και ο Παπαπέτρου κέρδισαν με την απόδοσή τους το δικαίωμα να εξαιρεθούν από την κριτική, αλλά δεν παύουν να ανήκουν στο «κλαμπ» των 6 πρωτάρηδων. Κι ας μη ξέρουν τι σημαίνει τρακ.

Η Εθνική της νέας εποχής εμφανίστηκε σίγουρη για τον εαυτό της, σοβαρή, διαβασμένη, μεθοδική και προσαρμοστική στις ανάγκες της πρεμιέρας. Οι αμυντικές αδυναμίες της α' περιόδου εξανεμίστηκαν πού γρήγορα και έδωσαν τη θέση τους σε μία σειρά από ρεκόρ. Ακούς εκεί 17 κλεψίματα και 7 τάπες...

Ένας από τους αναγνώστες που συμμετείχαν στη live κάλυψη του αγώνα είπε μία πολύ όμορφη κουβέντα στο τέλος του αγώνα: «Δεν με νοιάζει αν θα αποκλειστούμε, μου αρκεί η δροσιά που προσφέρει αυτή η ομάδα».

Aυτό ακριβώς. Δροσιά. Φρέσκο, καθαρό αεράκι. Η Εθνική του 2016 χρειάζεται χρόνο για να πλησιάσει το ταβάνι της, αλλά μοιάζει ικανή να δημιουργήσει καινούριους φλογερούς έρωτες.

Πηγή: gazzetta.gr