Ετσι όπως τον τηράω τόσα χρόνια, μου φαίνεται ότι πρέπει να είναι μακρινός απόγονος του βασιλιά της Μακεδονίας, Αρχέλαου, ο οποίος πήγε, λέει, κάποτε να κόψει τα μαλλιά του και ο μπαρμπέρης που ήταν σεσημασμένος για τη φλυαρία του τον ρώτησε «πώς θέλεις να σε κουρέψω;».

Βεβαίως ο κουρέας αναφερόταν στο αισθητικό μέρος της υπόθεσης, αλλά ο Αρχέλαος, που ήθελε να βυθισθεί στις σκέψεις του και δεν είχε καμιά διάθεση να υποστεί το μπίρι μπίρι, του έδωσε μια απάντηση που δεν άφηνε κανένα περιθώριο...

«Θέλω να με κουρέψεις σιωπηλός»!

Με αυτήν τη λογική, εάν κάποιος ρωτούσε τον Διαμαντίδη πώς θα ήθελε να αποχωρήσει από την ενεργό δράση, ακριβώς την ίδια απάντηση θα εισέπραττε...

«Θέλω να αποχωρήσω σιωπηλός»!

Λογικό είναι αυτό, διότι ένας άνθρωπος ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια που βρισκόταν στην πρώτη γραμμή μιλούσε με τα (πολλά, μεγάλα και σπουδαία) έργα του και απεχθανόταν τα λόγια, θα προτιμούσε έναν ανάλογο επίλογο...

Δεν τον έχω ρωτήσει, αλλά φαντάζομαι πως εάν ήταν στο χέρι του, θα είχε εξαφανισθεί από προσώπου γης από εκείνο το βράδυ της 30ής Μαΐου, που έπεσε η αυλαία της καριέρας του...

Ή για την ακρίβεια από εκείνο το βράδυ που του έριξε απότομα και σε στυλ «ξαφνικού θανάτου» την αυλαία ο Βασίλης Σπανούλης, ο οποίος με ένα (déjà vu από τον δεύτερο τελικό) τρίποντο κράτησε τον Ολυμπιακό στον θρόνο, έριξε τον Παναθηναϊκό στο καναβάτσο και έστειλε τον άλλοτε σύντροφό του στη σύνταξη!

Ενώ λοιπόν μέχρι και εκείνο το βράδυ ο Διαμαντίδης μιλούσε με τα έργα του και έκανε αυτό που του άρεσε, στους τέσσερις μήνες οι οποίοι πέρασαν από τότε έγινε άλλος άνθρωπος: μιλάει με λόγια και κάνει κάτι που δεν ταιριάζει στην εσωστρεφή φύση και στον κλειστό χαρακτήρα που παρουσίαζε όλα αυτά τα χρόνια στον δημόσιο βίο του...

Και να τα ντοκιμαντέρ, να οι ταινίες, να οι συνεντεύξεις, να τα tributes, να οι ανακοινώσεις, να οι ευχαριστίες, να οι παράτες, να οι δημοπρασίες, να τα γκαλά, να η τελετή απόσυρσης της φανέλας με το Νο 13, να τα διαμάντια που είναι παντοτινά!

Να και ο Κοντονής που τον κάλεσε, λέει, προχθές στο γραφείο του για τα δέοντα, στα οποία πάντως δεν συμπεριλαμβανόταν η ονοματοδοσία κάποιου γηπέδου...

Εδώ ισχύει το «δώκαμε, δώκαμε», καθότι η κλειστή σάλα του ΟΑΚΑ, στην οποία οργίασε ο λεγάμενος, φέρει εδώ και τέσσερις μήνες το όνομα του Νίκου Γκάλη, οπότε ο Διαμαντίδης έμεινε στον άσο!

Στην κυριολεξία στον άσο, διότι πλέον ο Γκάλης έχει δυο δικά του γήπεδα (Αλεξάνδρειο και ΟΑΚΑ), ενώ ο Δημήτρης δηλώνει στην περιουσιακή κατάστασή του εκείνο στην Καστοριά...

Δεν ξέρω τι άλλο περιλαμβάνει η ατζέντα του Διαμαντίδη στο προσεχές χρονικό διάστημα, αλλά είμαι βέβαιος ότι με όλα αυτά που (του) συμβαίνουν νιώθει άβολα και αμήχανα: θυμάμαι κιόλας ότι λίγες ώρες μετά τον τέταρτο τελικό του πρωταθλήματος, που έμελλε να είναι το (επίσημο) κύκνειο άσμα του, του έστειλα ένα μήνυμα και η τελευταία φράση στην απάντησή του υπήρξε η επιτομή του κυνισμού...

«Ενας παλαίμαχος παίκτης»!

Λόγω χαρακτήρα και τρόπου ζωής, υποθέτω ότι αυτός ο (κατά δήλωσή του) παλαίμαχος παίκτης δεν θα δυσκολευτεί να προσαρμοστεί στις συνθήκες της καινούργιας ζωής του...

Η απόφασή του να κατέβει από τη σκηνή ήταν η συνειδητοποιημένη επιλογή ενός κατασταλαγμένου ανθρώπου ο οποίος δεν σύρθηκε από άλλους, ούτε ξύπνησε ένα πρωί και του τη βάρεσε κατακέφαλα: είχε αναγγείλει την εθελουσία έξοδό του έναν χρόνο νωρίτερα και, μολονότι ήξερε ότι αυτός θα ήταν ένας ιδιάζων λόγος για να μονοπωλεί το ενδιαφέρον και να κλέβει την παράσταση, διαχειρίστηκε την κατάσταση με μεγάλη αξιοπρέπεια...

Δεν χρησιμοποιώ στην τύχη αυτήν τη λέξη, αλλά επίτηδες, διότι την άκουσα από το δικό του στόμα μετά τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος με τον Φάρο Κερατσινίου...
Ηθελε να είναι αξιοπρεπής έως την ύστατη στιγμή και (όπως είχε πει στο δικό του πρόωρο αντίο ο Μισέλ Πλατινί) προτιμά να τον ρωτούν γιατί σταμάτησε, παρά γιατί συνεχίζει!

Τώρα που αποσύρθηκε θα πέταγε τη σκούφια του (όπως μου εκμυστηρεύθηκε πέρυσι) για να εγκαταλείψει την Αθήνα, να κάνει πράξη το νόστιμον ήμαρ στην Καστοριά και να βαδίσει στα χνάρια του Υπατου της Ρώμης, Κιγκινάτου, ο οποίος μετά τη λήξη της θητείας του αποτραβήχτηκε σε ένα εξοχικό σπίτι που είχε κοντά στον Τίβερη και καλλιεργούσε το χωράφι του.

Θα ήθελε κι αυτός να γυρίσει στην πατρίδα του, να κυκλοφορεί με το Fiat Panda στην παλιά γειτονιά του στην Καλλιθέα, να ανεβαίνει στο χωριό του, να πίνει τον καφέ του και να ρεμβάζει στις όχθες της λίμνης και να κουβαλάει πάντοτε την «Κastoria mentality» όπως τον κορόιδευε ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους!

Εκεί –για να μην παρεκκλίνω από το πνεύμα του προλόγου μου- είναι που σπάει το κέλυφος της εσωστρέφειας, η οποία σημάδεψε τον μπασκετικό βίο του, λύνεται η γλώσσα του και δεν... κουρεύεται σιωπηλός!

Εφημερίδα Goal, 22/09/2016