Η ετυμηγορία μου γι’ αυτή την εθνική ομάδα έχει βγει. Είτε τα παιδιά του Φώτη Κατσικάρη πάρουν μετάλλιο, είτε γυρίσουν πίσω την ερχόμενη Δευτέρα, η δική μου χαρά δεν αλλάζει. Εγώ, για πρώτη φορά μετά το 1987, βιώνω τα ίδια ενθουσιώδη συναισθήματα.

Ναι το παραδέχομαι. Αυτό που νιώθω τώρα για την Εθνική ομάδα του Μπουρούση, του Καλάθη, του Ζήση, του Πρίντεζη, του Αντετοκούνμπο, του Καϊμακόγλου, του Παπανικολάου, του Βασιλειάδη, του Βουγιούκα, του Σλούκα, του Μάντζαρη, του Γλυνιαδάκη δεν το χα νιώσει τόσο έντονα και τόσο επίμονα ούτε για την ομάδα – όνειρο του Παναγιώτη Γιαννάκη το 2006. Για εκείνη την ομάδα που πολλοί δικαιολογημένα θα πουν πως ήταν η πιο επιτυχημένη αγωνιστικά Εθνική ομάδα όλων των εποχών.

Ο δικός μου «πομποδέκτης», λοιπόν, από αυτά τα παιδιά, κάνει «λήψη» απαράμιλλου κεφιού, πρωτόγνωρης διάθεσης, αναπάντεχου φιλότιμου, αξιοζήλευτου επαγγελματισμού, ανέλπιστης ωριμότητας.

Το μήνυμα που στέλνουν οι βασικοί από τον τρόπο που αγωνίζονται, μέχρι οι αναπληρωματικοί με τον τρόπο που ζουν το παιχνίδι, είναι ηχηρό. «Παίζουμε για τον συμπαίκτη μας, τον προπονητή μας, την χώρα μας, τη φανέλα μας, τη βαριά ιστορία μας, για μας τους ίδιους και διασκεδάζουμε με την καρδιά μας».

Και πως συμβαίνει όλο αυτό; Είναι απλό. Υπάρχει η έμπνευση και το κίνητρο που γεννά την ορμή και το πάθος.

Όσες λοιπόν αναλύσεις κι αν κάνουμε για τη νέα φιλοσοφία του Φώτη Κατσικάρη και πως αυτή έχει αλλάξει τον τρόπο που αγωνίζονται οι διεθνείς, πιστεύω ότι τίποτα δεν μετράει περισσότερο από το πόσο η παρουσία του έχει εμπνεύσει, έχει δραστηριοποιήσει και έχει παθιάσει όλη την ομάδα.

Αυτό το πάθος που πολλές φορές μου λείπει στον επαγγελματικό αθλητισμό, μου αρκεί να το βλέπω να ξεχειλίζει από τα μάτια των Ελλήνων διεθνών.

Γι’ αυτό και το λέω και το εννοώ, ας χάσουνε την Κυριακή. Εμένα με έχουν κάνει να χαμογελώ, γιατί τους βλέπω σα μια γροθιά να παίζουν ο ένας για τον άλλον.

ΠΗΓΗ: skygoal.gr