Ήταν ο Κάσιους Μαρσέλους Κλέι Τζούνιορ, που όχι μόνο είχε το θράσος να πετάξει το γάντι στον πρωταθλητή και κατά δώδεκα χρόνια μεγαλύτερό του, αλλά στο 3μηνο που μεσολάβησε, από την ημέρα που κανονίστηκε το big- match έως το μεγάλο ραντεβού στο Convention Center του Μαϊάμι, τον υποχρέωσε να περάσει των παθών του τον τάραχο με αλλεπάλληλες προβοκάτσιες που σκαρφιζόταν.
Εμφανιζόταν ξαφνικά μπροστά του στο καζίνο, όπου ο Λίστον έπαιζε ζάρια, με τις ώρες και τον γελοιοποιούσε δημόσια, παρουσία φωτορεπόρτερ. Ενώ εμφανιζόταν συχνά, στις 3 και τις 4 τα ξημερώματα και έξω από το σπίτι του, πατώντας στη διαπασών την κόρνα του πούλμαν που είχε αγοράσει (και που προτιμούσε για τις μετακινήσεις του, γιατί τα αεροπλάνα τα έτρεμε), προκαλώντας τον να βγει και να τις φάει στο δρόμο.
«Μόνο ένας τρελός ή με άγνοια κινδύνου άνθρωπος, είχε γράψει εφημερίδα της εποχής, θα μπορούσε να τα βάλει με τον Λίστον. Εκτός και αν η όλη του συμπεριφορά εκδηλώνει υποσυνείδητα έναν φόβο. Για την ακρίβεια, τρόμο». Από τη μία θα μπορούσε. Γιατί ο Λίστον είχε ήδη αποκτήσει τα παρατσούκλια του «γδάρτη», της «άγριας αρκούδας», όταν εμφανιζόταν στο ρινγκ με ρόμπα και κουκούλα, αλλά και του «έλατου», λόγω της τρομακτικής μυϊκής του δύναμης, όταν την έβγαζε.
Από την άλλη όμως, δεν ήταν τίποτα από τα δύο. Ήταν απλά η πάγια τακτική της συστηματικής, έως επιστημονικής στρατηγικής του μπούλινγκ και της προβοκάτσιας με απώτερο στόχο και σκοπό το σπάσιμο νεύρων. Έτσι ήταν φτιαγμένος ο Κάσιους Κλέι. Ασυμβίβαστος, επαναστάτης και ατρόμητος από τότε ακόμη που ήταν σχεδόν άσημος στον χώρο έχοντας κατακτήσει, πριν τη διεκδίκηση του τίτλου από τον Λίστον, ένα χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης (’60) και 19 νίκες στις μικρότερες, από τα βαρέα βάρη κατηγορίες.
Είχε ήδη όμως, μεγάλη ιδέα και σιγουριά για τον εαυτό του και δεν είναι, εξάλλου τυχαίο ότι ήδη από τότε επαναλάμβανε ότι «είμαι ο καλύτερος, αλλά και ο μεγαλύτερος. Και το ήξερα πολύ πριν το συνειδητοποιήσω».
Στο big- match του Μαϊάμι, όπου παιζόταν 46 προς 1 να ηττηθεί με νοκ- άουτ έως τον 3ο γύρο, ο Κάσιους Κλέι βρέθηκε να παίζει μπουνιές, όχι μόνο με μία πεινασμένη «αρκούδα», αλλά και μ’ ένα περιστατικό που θα μπορούσε να είχε αλλάξει την έκβαση του αγώνα.
Στον 5ο γύρο, τα μάτια του ξαφνικά κοκκίνισαν, δάκρυσαν και δυσκόλεψαν την όρασή του. Είχαν έρθει σε επαφή με μία καυστική αλοιφή, τώρα επίτηδες ή κατά λάθος, που έβαζε κάθε τόσο ο Λίστον στον πονεμένο του ώμο. Ο Κλέι ζήτησε από τον προπονητή του, Άντζελο Νταντί να ρίξει την πετσέτα, εκείνος όμως τον ενημέρωσε ότι η πλευρά του Λίστον παίζει βρώμικα, ότι πρόκειται για μία αλοιφή που έβαλαν επίτηδες στα γάντια του, του σκούπισε τα μάτια με νερό, τον έσπρωξε ξανά στο ρινγκ και όταν η όραση επέστρεψε ο Κλέι αιφνιδίασε και ζάλισε τον αντίπαλό του με μία καταιγίδα, συνδυασμένων χτυπημάτων που υποχρέωσαν τον πρωταθλητή να καθίσει στη γωνία του και να μην ξανασηκωθεί. Ήταν ο 6ος γύρος, τρεις περισσότεροι απ’ όσους είχε διαβεβαιώσει ο Λίστον να τον ρίξει νοκ- άουτ, δύο λιγότεροι απ’ όσους είχε υπολογίσει ο Κλέι.
Το «Match του Αιώνα» δεν άλλαξε, για πάντα την Ιστορία του μποξ, αλλά και τις ζωές τους. Ο Λίστον ζήτησε την επόμενη χρονιά re- match, στο Μέιν, από τον Αλί πλέον, αλλά ξανά έχασε, μάλιστα με νοκ- άουτ στα 2’.12’’ του 1ου γύρου. Το έριξε μετά στον τζόγο, το αλκοόλ και την ηρωίνη και το ’70, σε ηλικία μόλις 40 ετών βρέθηκε νεκρός, στο σπίτι του πιθανότατα από overdose.
Ενώ ο Κάσιους Κλέι ασπάστηκε το Ισλάμ, μετονομάστηκε σε Μουχαμάντ Άλι δίνοντας φωνή, ως έναν από τους μεγαλύτερους ακτιβιστές που πέρασαν ποτέ, στα καταπιεσμένα ανθρώπινα δικαιώματα των μαύρων για ισότητα και ελευθερία.
Στην Ιστορία έμειναν οι σοφιστείες του, «πέτα σαν πεταλούδα, αλλά χτύπα σαν μέλισσα».
«Όποιος στα 50 του, βλέπει τη ζωή όπως στα 20 του, σημαίνει ότι έχει ήδη χάσει 30 χρόνια».
«Το αδύνατον δεν υπάρχει. Είναι μία λέξη που εφεύραν οι μίζεροι άνθρωποι , που έχουν βολευτεί σε μία κατάσταση και βαριούνται να ψάξουν τρόπους να την αλλάξουν».
«Το να υπηρετήσεις τον κόσμο είναι το ενοίκιο που πληρώνεις για ένα δωμάτιο στον Παράδεισο». Υπήρξε ο «The Greatest», σύμφωνοι. Αλλά και ο μεγαλύτερος προβοκάτορας, αλαζόνας, και με άγνοια κινδύνου άνθρωπος που ανέβηκε ποτέ σε ρινγκ.