Έζησα από μέσα τον ελληνικό τελικό του κυπέλλου. Κι έζησα από απόσταση, αλλά μελετώντας τον όσο το δυνατόν πιο στενά, τον ιταλικό τελικού του κυπέλλου, δηλαδή περίπου όπως έζησα τον ημιτελικό της Τούμπας. Θα ήταν πολύ εύκολο να συγκρίνω τις ελληνικές εικόνες του κυπέλλου, ημιτελικού και τελικού, με τις ιταλικές και να φτάσω στο ρηχό “είδατε, μη λέμε ότι συμβαίνουν μόνο εδώ αυτά, ορίστε…”, το οποίο μας κάνει όλους να νιώθουμε λίγο λιγότερο απολίτιστοι ποδοσφαιρικά και όχι μόνο. Ελάτε όμως να σκάψουμε παρέα για να πάμε την συζήτηση σε λίγο μεγαλύτερο βάθος.
Δεν χρειάστηκαν παρά μερικές ώρες, λιγότερες των 12 για να μιλήσει φωναχτά η ιταλική κοινωνία του ποδοσφαίρου για το σοκ που δέχθηκε. Κοιτάζεις τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και βλέπεις με μεγάλα γράμματα την παραδοχή ότι στο ιταλικό ποδόσφαιρο επικρατεί ένα χάος, ότι έχει πιάσει πάτο και πρέπει να ντρέπεται για αυτό. Δεν κρύβουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί, δεν μιλούν για “μεμονωμένα περιστατικά”, δεν κάνουν το κορόιδο. Τα media κάνουν το πρώτο βήμα, για να δηλώσουν την ντροπή τους για τον πολιτισμό και την αισθητική του ποδοσφαίρου που ζουν και παρακολουθούν.
Και μετά τα media αρχίζουν να τοποθετούνται ο ένας πίσω από τον άλλο όλες οι σημαντικές προσωπικότητες του ιταλικού ποδοσφαίρου, για να καταδικάσουν και να μιλήσουν για την ανάγκη να αλλάξει το ποδόσφαιρο. Και ναι, πρόκειται για λόγια, “για λόγια που όλοι θυμόμαστε να πούμε όταν συμβεί κάτι σοβαρό, αλλά ξεχνάμε να κάνουμε πράξεις εκ των υστέρων, όταν όλοι ξεχνάμε”, όπως σχολίασε σήμερα ο Αντόνιο Κόντε. Όμως στην Ιταλία έχουν κάνει τουλάχιστον την αρχή για την λύση του προβλήματος: το έχουν αναγνωρίσει. Το αναγνωρίζουν δίχως να κρύβονται και, πολύ περισσότερο, δίχως να παρουσιάζουν στους ποδοσφαιρόφιλους μια virtual εικόνα, δίχως να τους παραμυθιάζουν ότι όλα είναι φυσιολογικά και απλώς συμβαίνει πού και πού να πέφτει και καμιά πιστολιά ανάμεσα σε οπαδούς.