Από την ώρα που αυτό ακούστηκε δεν έχω ακούσει ούτε έναν να εκφράζει την παραμικρή αμφιβολία για τη δυνατότητα της προσφοράς του. Ισα-ίσα που όλοι μα όλοι τον θέλουν στην Εθνική και όλοι μα όλοι θεωρούν ότι θα αποτελέσει τεράστια βοήθεια για την ομάδα η παρουσία του. Κι ας είναι για την ώρα δύσκολα κατανοητό τι ακριβώς θα πρέπει να κάνει στην Εθνική.

 

Δεν είναι αλήθεια ότι όλοι αγαπάμε περισσότερο τους ποδοσφαιριστές όταν μεγαλώνουν: τέτοια αξιώματα δεν υπάρχουν. Οτιδήποτε και να έχει κάνει στα νιάτα του ένας ποδοσφαιριστής, ο κόσμος σπανίως το θυμάται. Αν το θυμόταν, παίκτες όπως ο Χαριστέας, ο Μπασινάς, ο Κατσουράνης, ο Γιαννακόπουλος, ο Λάκης, ο Καψής θα είχαν πολύ διαφορετικό φινάλε ποδοσφαιρικής καριέρας. Δεν ισχύει πάντα ότι στο φινάλε έρχονται τα μπράβο. Γι’ αυτό κι αυτή η καθολική αγάπη του κόσμου, που απολαμβάνει ο Καραγκούνης, είναι για τα δικά μας σκληρά ελληνικά δεδομένα σπάνια.

 

Εικόνα

Είναι αλήθεια ότι με τα χρόνια ο Καραγκούνης βελτιώθηκε σαν ποδοσφαιριστής και άλλαξε κι αρκετά ως άνθρωπος – άλλαξε ως προς τη δημόσια εικόνα του γιατί ως χαρακτήρας πάντα έτσι ήταν. Η ποδοσφαιρική του βελτίωση υπήρξε ξεκάθαρη για όποιον είχε την τύχη να παρακολουθήσει κυρίως τα όσα έκανε στο εξωτερικό: το πέρασμά του τα δυο τελευταία χρόνια από το αγγλικό πρωτάθλημα υπήρξε εξαιρετικό, αλλά δεν νομίζω ότι είναι αυτό που προκάλεσε τη δημοφιλία του. Ούτε νομίζω ότι μέτρησε τόσο καθοριστικά για αυτήν η πολύ καλή του εμφάνιση στο τελευταίο Μουντιάλ: ο τυπάρας ήταν ήδη αγαπητός στον κόσμο πριν τα κατορθώματα στη Βραζιλία.

 

Ιδρώτας

Οσο το σκέφτομαι νομίζω ότι όσα έζησε τα τελευταία χρόνια συνετέλεσαν στο να γίνει ένας από τους πιο αγαπητούς Ελληνες ποδοσφαιριστές, μαζί φυσικά με τον ιδρώτα του. Εχει κάνει ένα σπουδαίο Πανευρωπαϊκό το 2010 – μην το ξεχνάμε, χάνοντας άδικα το ματς με τη Γερμανία. Εχει αδικηθεί κατάφωρα από τον απίθανο εκείνο Φερέιρα που δεν τον χρησιμοποιούσε στον Παναθηναϊκό. Εχει δώσει τα πάντα για να πάει με την Εθνική στη Βραζιλία και να κλείσει εκεί την καριέρα του. Εχει βρει ομάδα στην Πρέμιερ Λιγκ στα 35 του. Ολα αυτά «έγραψαν» στη συνείδηση του κόσμου που έβλεπε στις μεγάλες αυτές ιστορίες έναν πρωταγωνιστή. Τον Καραγκούνη που δεν τα παρατάει, που επιμένει, που δίνει ό,τι έχει μέχρι το τέλος.

 

Ευθύς

Το καλοκαίρι όταν σηκώθηκε από τον πάγκο στο ματς με την Ιαπωνία κι άλλαξε την ιστορία της Εθνικής μας στο Μουντιάλ, είχα γράψει ένα κομμάτι για την απόδειξη του πόσο μεγάλη ανάγκη έχει η ομάδα τον αρχηγό της. Σεμνός και ευθύς, όπως πάντα, με βρήκε στο ξενοδοχείο και μου ’πε να μην γράφω τέτοια πράγματα. «Πάει, Κάρπετ» μου είπε «ό,τι ήταν να γράψεις και να πεις για μένα το 'γραψες και το είπες. Τώρα γράφε για τους πιο νέους, γιατί εγώ με την Εθνική τελείωσα». Τη στιγμή του θριάμβου του σκεφτόταν τους άλλους και σε αυτά ακόμα τα μικρά.

 

Ιστορία

Ηθελα να του πω ότι η ιστορία του στην ομάδα δύσκολα θα τελειώσει και σίγουρα όχι τόσο εύκολα, αλλά δεν του είπα τίποτα, αφού κατά βάθος το ήξερα πως θα συνεχίζαμε να τα λέμε και θα 'ταν πάντα η Εθνική η κύρια κουβέντα μας. Σήμερα η Εθνική έχει ανάγκη τον Καραγκούνη όσο ποτέ: έχει ανάγκη την αγάπη του για την μπάλα και για την ομάδα, δυο αξίες από αυτές που δεν διδάσκουν οι προπονητές αλλά μόνο όσοι τις έχουν στην καρδιά τους. Γι’ αυτό πιστεύω αγαπάει κυρίως ο κόσμος τον Καραγκούνη: γιατί βλέπει σε αυτόν την αγάπη του και την τρέλα του για το ποδόσφαιρο, τη σιγουριά του ότι όλα γίνονται, την πίστη του στην ομάδα, στην κάθε ομάδα από αυτές που τίμησε με την παρουσία του.

 

 

Βασιλιάς

Ο Κάρα που έχασε την ευκαιρία να παίξει στον τελικό του 2004 εξαιτίας μιας κάρτας που πήρε πάνω στη φούρια του είναι ο μεγάλος τελικός θριαμβευτής εκείνης της ομάδας. Ο Ντέμης, ο Βρύζας, ο Ζαγοράκης, ο Φύσσας διάλεξαν παραγοντικές καριέρες που οδηγούν μοιραία σε αντιπάθειες. Κάποιοι προσπαθώντας να γίνουν προπονητές άθελά τους οδήγησαν τον κόσμο στο να ξεχάσει γρήγορα τα ποδοσφαιρικά τους κατορθώματα. Πολλοί τελείωσαν άδοξα την καριέρα τους - το τελευταίο τους ματς στην Εθνική δεν το θυμάται κανείς, ενώ αυτό του «Κάρα» θα μείνει σε όλους αξέχαστο. Ο τυπάρας είναι η εκδίκηση του καλού σε ένα ποδόσφαιρο γεμάτο δηλητήριο. Δεν ξέρω αν θα πει τώρα «ναι» στην Εθνική, αυτή όμως είναι πάντα ο μεγάλος προορισμός του. Ξεκίνησε υπηρέτης της κι έγινε βασιλιάς της.

 

 

Σούπερ Μίλος

Απόλαυσα χθες τον Μίλος Τεόντοσιτς να κάνει όργια με τη φανέλα της εθνικής Σερβίας, να την παίρνει από το χέρι και να την πηγαίνει στην τετράδα του Παγκοσμίου Κυπέλλου και να δημιουργεί (έστω για λίγο) την ψευδαίσθηση ότι μπορεί αυτό το απογοητευτικό για την ώρα Μουντομπάσκετ να αποκτήσει ενδιαφέρον πριν τον τελικό του. Ενας Τεόντοσιτς ώριμος, μυαλωμένος, υπέροχος, ηγέτης και σκόρερ έδειξε γιατί είναι ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης στην Ευρώπη: γιατί πολλοί μπορούν να έχουν άσχημες μέρες σαν αυτές που έχει κι ο Τεόντοσιτς, αλλά ελάχιστοι μπορεί στη μέρα τους να μεταμορφώσουν μια ομάδα όπως αυτός μπορεί.

 

Ποτέ δεν κατάλαβα πώς είναι δυνατόν στην Ελλάδα να θεωρούμε κακό παίκτη τον Τεόντοσιτς και να αποθεώνουμε διάφορους που το μπάσκετ που ξέρει ο Μίλος δεν μπορούν ούτε να το φανταστούν. Στην Ελλάδα τρεις περιφερειακούς έχουμε βγάλει τα τελευταία χρόνια που ως κλάση μπορεί να συγκριθούν με τον Μίλος: τον Διαμαντίδη, που όμως έκοψε την εθνική σε χρόνο-ρεκόρ για να γλιτώσει την καταπόνηση, τον Σπανούλη που συχνά είναι μια ομάδα μόνος του, αλλα απαιτεί κι όλες οι μπάλες να περνάνε από το χέρι του, και τον Νίκο Ζήση, ψυχάρα και αρχηγό από τους λίγους, που υπολείπεται σε κλάση από τον Μίλος αλλά έχει μεγάλο μυαλό. Σύγκριση του Σέρβου παιχταρά με οποιονδήποτε άλλο απαγορεύεται και στην Ευρώπη ολόκληρη μόνο οι Ισπανοί γκαρντ κι ο Πάρκερ μοιάζουν καλύτεροί του. Πώς λοιδορούμε ένα παίκτη που είναι σταθερά στους πέντε- έξι καλύτερους Ευρωπαίους περιφερειακούς της γενιάς του, δεν το έχω καταλάβει.

 

Αλλά τι λέω τώρα. Εδώ βγάλαμε άχρηστο τον Καζλάουσκας, τον τελευταίο που 'χει πάρει μετάλλιο με την Εθνική και που φέτος έφτασε με τη Λιθουανία στα ημιτελικά με μισό πλέι μέικερ...

 

 

Δεν θα το παραδεχτεί

Ξέρεις ποια είναι η πλάκα; με ρώτησε ρητορικά φίλος χθες. «Ολοι ασχολούνται με την έλλειψη του Τάκη Φύσσα από την Εθνική, ενώ η αλήθεια είναι πως αν λείπει κάποιος στον Ρανιέρι και στην ομάδα, αυτός είναι ο Λεωνίδας Βόκολος, που μια γνώμη για τεχνικά ζητήματα την είχε και συχνά την έλεγε». Συμφώνησα απόλυτα. Και θυμήθηκα ότι είναι κοινό μυστικό πως στη Βραζιλία, στο ματς με την Ακτή Ελεφαντοστού, το πέρασμα του Σάμαρη στο ματς δεν ήταν ιδέα του καλού Φερνάντο, που ήθελε να βάλει τον Τζιόλη, αλλά του Βόκολου. Που σεμνός, όπως είναι, δεν θα το παραδεχτεί δημόσια ποτέ...

Πηγή: sportday.gr