Μετά το τρέκλισμα και την άκυρη εκκίνηση, ο δρομέας φαίνεται πως ήλθε στα σύγκαλά του και ορθοπόδησε. Επεται, να βρει βήμα. Ν’ ανοίγει, σιγά-σιγά, διασκελισμό. Ν’ αναπτύξει τον εαυτό του, στη ροή της κούρσας. Ποδοσφαιρικά μιλώντας, ν’ αρχίσει να αθροίζει νίκες.

Πώς έπαιξαν, στο Ελσίνκι; Οσο καλά, για να ‘ναι η ισοπαλία μία (πανθομολογουμένως, από Φινλανδούς και Ελληνες) λογική απεικόνιση της απόδοσης των ομάδων. Της μορφής του αγώνα. Περισσότερο απ’ το πώς έπαιξαν όμως, στην παρούσα φάση άλλο έχει σημασία.

Η Εθνική ξανασυναντήθηκε με τον εαυτό της. Με την επιθυμία. Με την ψυχή της. Αλάνθαστο, διαχρονικά, κριτήριο σ’ αυτό: Πώς πανηγύρισαν το γκολ, το πρώτο γκολ της επόμενης εποχής. Δεν χρειάζεται να δει κανείς, τώρα, άλλα. Τα άλλα, θα τα δούμε με τον καιρό.

Οσο θα μαθαίνει ο Ρανιέρι το τοπίο. Και την ομάδα. Οσο η ομάδα, μαζί και ο περίγυρος, όλοι μας, θα μαθαίνουμε Ρανιέρι. Ο Ιταλός βρήκε, αυτή τη φορά, καλύτερες λύσεις. Και να ήθελε άλλωστε, επιλογές χειρότερες από εκείνες εναντίον της Ρουμανίας δεν γινόταν να κάνει. Με τον τρόπο του, το αναγνώρισε.

Δεν ήταν σπουδαίο ματς. Αλλά το καρδιογράφημα του ματς ήταν ενδιαφέρον. Οι διακυμάνσεις. Η ισορροπία σ’ ολόκληρο το α’ μέρος, και στο μεσαίο απ’ τα τρία κομμάτια του β’ μέρους. Το 46’-60’, η υπεροχή των Φινλανδών. Το 75’-90’, η υπεροχή των Ελλήνων. Εξηγούνται.

Οι Φινλανδοί μπήκαν, κι έδωσαν το παραπάνω για να ισοφαρίσουν. Εξηγεί το 46’-60’. Ο τρόπος τους, ωστόσο, είναι ενεργοβόρος. Οι αποστάσεις που, πάνω-κάτω στους διαδρόμους, διανύουν. Πάλι και πάλι. Εξηγεί το 75’-90’. Στα καλά της η ελληνική ομάδα, όταν η Φινλανδία έσκασε, το ‘παιρνε ολόκληρο το παιγνίδι. Στα καλά της, όχι αγωνιστικά. Στα καλά της, από προσωπικότητα.

Αποκόμισα την εντύπωση ότι οι Φινλανδοί «παίζουν», σ’ αυτόν τον όμιλο-αχταρμά, όχι απλώς για πρόκριση. Παίζουν για απευθείας πρόκριση, δίχως πλέι-οφ. Για «1-2» στην κατάταξη. Δεν έχουν το όνομα της Ρουμανίας ή της Ουγγαρίας, δεν έχουν καν το όνομα της Βόρειας Ιρλανδίας, ωστόσο μοιάζουν έτοιμοι να το κάνουν.

 

«Νέοι και παλαιότεροι εξίσου, μαθαίνουν καινούργιους ρόλους στο έργο. Αλλοι θ’ ανταποκριθούν, άλλοι όχι, η ζωή θα δείξει ποιοι. Το προτέρημα της προσωπικότητας δεν είναι ικανοί, όλοι να το έχουν»

Είναι πολύπλοκο πράγμα, δεν είναι απλό, ν’ αντιμετωπίζεις ομάδα που σου έρχεται και κάπως, «από το πουθενά», βρίσκει το εκτός έδρας γκολ. Ανταπεξήλθαν. Με φανερή πίστη στην ικανότητά τους. Κυρίως, με ακλόνητη πίστη στον τρόπο που ο προπονητής τους έχει μάθει. Με μοχλό επιθετικότητας τον...δεξιό μπακ; Με μοχλό επιθετικότητας τον δεξιό μπακ! Μου άρεσε, η επιμονή με την οποία το υποστήριξαν. Ξανά και ξανά και ξανά. Ωσπου να γίνει.

Η ελληνική ενδεκάδα είχε πέντε παιδιά, οι δύο απ’ τους τρεις χαφ και οι τρεις επιθετικοί, με μονοψήφιο αριθμό διεθνών συμμετοχών. Η αποστολή είχε άλλους επτά-οκτώ, της ίδιας κατηγορίας. Είτε επρόκειτο για «υπολογισμένο ρίσκο» (όπως είπε ο Ρανιέρι) είτε του ‘φυγε λίγο του αλενατόρε...και το ‘κανε λύσσα, είναι μια πραγματικότητα. Πέντε στην ενδεκάδα, ακόμη πιο πολλοί στον πάγκο.

Αλλά και οι παλαιότεροι. Εως τώρα, ήταν μεν μαθημένοι να παίζουν στο συγκεκριμένο (ή και στο υψηλότερο) επίπεδο, ο Βίντρα κι ο Σαλπιγγίδης, ο Τζιόλης, ο Σαμαράς, ο Τοροσίδης, ο Παπασταθόπουλος, ακόμη και ο Χριστοδουλόπουλος, ο Μόρας, ο Μήτρογλου με τον Μανιάτη και τον Κονέ. Είναι άμαθοι, όμως, στο να παίζουν «μπροστά», να ηγούνται.

Εως τώρα ήξεραν ότι παίζουν, αλλά στη στραβή δεν θα χρειαζόταν να εκτεθούν. Αυτό, η ευθύνη, η διαχείριση, ήταν χρέος άλλων. Συνεπώς νέοι και παλαιότεροι, εξίσου μαθαίνουν τους καινούργιους ρόλους στο έργο. Αλλοι θ’ ανταποκριθούν στους ρόλους, άλλοι όχι, η ζωή θα δείξει ποιοι. Το προτέρημα της προσωπικότητας δεν είναι ικανοί, όλοι να το έχουν.

Βασικό, στο Ελσίνκι, ήταν το έργο να παραμείνει «βιώσιμο». Παρέμεινε.

Πηγή: coppa.gr