Αν πριν από το ματς καλούμασταν να κάνουμε ανάλυση του ντέρμπι, βγάζοντας έξω παράγοντες όπως η ψυχολογία και η έδρα, τότε οι περισσότεροι νομίζω θα συμφωνούσαν πως το συγκεκριμένο παιχνίδι ήρθε όπως ακριβώς το περιμέναμε.
Ενας Ολυμπιακός ποσοτικά και ποιοτικά καλύτερος, κατάφερε να ξεπεράσει το κόμπλεξ που τον καταδιώκει στο ΟΑΚΑ, αντιμετώπισε την έδρα σαν να είναι ένα ουδέτερο γήπεδο, δεν μπήκε με το σκεπτικό να ασχοληθεί με τους διαιτητές από τον πρώτο δευτερόλεπτο κι έφτασε σε μια δίκαιη και άνετη νίκη που κρίνει το πλεονέκτημα έδρας και τίποτα περισσότερο.
Ο Παναθηναϊκός τα είχε χύμα, του 'ρθαν και τσουβαλάτα στο πιο κρίσιμο παιχνίδι μέχρι σήμερα στην Α1. Του έλειπε εξ αρχής η ενέργεια, τα γρήγορα πόδια και η αλτικότητα του Γκιστ, του κάτσε να έχει και τους δύο σωματοφύλακες (Διαμαντίδη, Φώτση) σε πολύ κακή ημέρα. Προσπαθούσε να κερδίσει μ' ένα καλό δεκάλεπτο του Γιάνκοβιτς κι έναν εκπληκτικό Μπατίστα που παραλίγο να αφήσει τα κόκκαλά του στο παρκέ.
Οσο περνούσε η ώρα ο Παναθηναϊκός έμοιαζε με τον ασθενή που σιγά - σιγά τον αποσυνδέουν από το μηχάνημα υποστήριξης, καθώς δεν είχε κουράγια, δεν είχε τον τσαμπουκά που κάποτε τον χαρακτήριζε, δεν είχε και τις λύσεις εκείνες για να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό.
Οταν ο τρίτος ψηλός του Ολυμπιακού, ο νεαρός Αγραβάνης, έχει μεγαλύτερη παρέμβαση στο παιχνίδι από τον δεύτερο ψηλό του Παναθηναϊκού (Μαυροκεφαλίδη), τότε μοιραία αντικαμβάνεται κανείς προς τα που οδεύει το πράγμα. Οσο ο Μπατίστα άντεχε και βρισκόταν στο παρκέ, οι «πράσινοι» είχαν μια στοιχειώδη ισορροπία στο επιθετικό παιχνίδι τους, όταν ο Ουρουγουανός καθόταν στον πάγκο, τότε τα τρίποντα έπεφταν «βροχή», με αποτέλεσμα ο Παναθηναϊκός να τελειώσει ένα ντέρμπι έχοντας 30 τρίποντα και ισάριθμα δίποντα.
Οι «πράσινοι» στα περισσότερα μεγάλα παιχνίδια, με ομάδες δηλαδή υψηλού επιπέδου όπως ο Ολυμπιακός, έχουν το rotation των έξι, μάξιμουμ επτά παικτών. Με δεδομένο ότι ο Ιβάνοβιτς έχει «καθαρίσει» τον Λαουάλ, φοβάται να εμπιστευτεί τον Νέλσον, βλέπει την αστάθεια του Σλότερ, ο Παναθηναικός αναγκάζεται να βγάλει τα παιχνίδια χωρίς τρεις παίκτες - κλειδιά με βάση τον αρχικό προγραμματισμό της σεζόν. Οταν λοιπόν πας σε rotation επτά παικτών τότε θα πρέπει να είσαι πολύ τυχερός για να κερδίσεις τέτοια ματς, με δεδομένο ότι χρειάζεσαι κάτι παραπάνω από το μάξιμουμ και από τους επτά.
Κακά τα ψέματα, αυτός ο Παναθηναϊκός για να νικήσει τέτοιου είδους παιχνίδια, θα βασιστεί πρώτα στην κακη ημέρα του αντιπάλου και μετά στη δική του απόδοση. Για να νικούσε αυτός ο Παναθηναϊκός τον τωρινό Ολυμπιακό θα έπρεπε οι «ερυθρόλευκοι» να επηρεαστούν από την αύρα του ΟΑΚΑ, να βγουν πάλι εκτός συγκέντρωσης, να σουτάρουν με άσχημα ποσοστά και να αφήσουν τον Παναθηναϊκό να πάει στο δικό του ρυθμό. Από την στιγμή που τίποτα απ' αυτά δεν έγινε, το πράγμα ήταν ξεκάθαρο...
Υ.Γ1: Το «γιατί βρε αγόρι μου;» είναι η πρώτη σκέψη που μου πέρασε από το μυαλό, όταν είδα τον Σπανούλη να κάνει το «δεν σας ακούω». Σ' ένα ματς που δεν κρίνει τίποτα και το οποίο ο Ολυμπιακός καθαρίζει εύκολα, σ' ένα γήπεδο που όλα κυλάνε ήρεμα, ένας τέτοιος πανηγυρισμός είναι αρκετός για να ανάψει φωτιές. Δυστυχώς, δεν είμαστε Ισπανία που το «calma» του Ρονάλντο στο Καμπ Νόου αντιμετωπίζεται με έντονες αποδοκιμασίες, ούτε στο ΝΒΑ που κάνουν high five οι φίλαθλοι με τους αντίπαλους παίκτες.
Είμαστε Ελλάδα, το μίσος κυριαρχεί και μια σπίθα είναι αρκετή για να ανάψει τη φωτιά. Αυτή τη σπίθα δεν έπρεπε να την ανάψει ο Σπανούλης, όπως δεν την έχει ανάψει ο Διαμαντίδης στο ΣΕΦ όλα αυτά τα χρόνια. Και δεν έπρεπε γιατί εκτός όλων των άλλων γνωρίζει καλύτερα απ' όλους τις συνθήκες στην Ελλάδα, έχει βιώσει το κλίμα που επικρατεί και ξέρει ποια θα είναι η αντίδραση του όχλου σε τέτοιους πανηγυρισμούς.
Υ.Γ.2: Για τα όσα ακολούθησαν και τα όσα ειπώθηκαν μετά τον πανηγυρισμό του Σπανούλη, σας παραπέμπω στο υστερόγραφο που έγραψα σε προηγούμενο άρθρο μου με τίτλο «Το πρωτάθλημα κρίνει τη χρονιά».
Πηγή: gazzetta.gr