Η τελευταία γεύση ήταν διαφορετική. Οχι γιατί η εμφάνισή ήταν καλή. Δεν ήταν καλή για τα κυβικά μας, αφού ήταν απολύτως άναρχη. Ηταν όμως καλή η γεύση που μας άφησε διότι πρώτον υπήρξε διάθεση, δεύτερον υπήρξαν αισιόδοξα σημάδια στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού και τρίτον επιβεβαιώθηκε αυτό που κάποιοι αμφισβητούσαν και αμφισβητούν. Οτι στην Ελλάδα υπάρχει ταλέντο. Κατά την άποψη μου απείρως καλύτερο από αυτό που υπάρχει στην τωρινή Ουγγαρία, στην τωρινή Ρουμανία και στην τωρινή Βόρειο Ιρλανδία που πήραν την πρόκριση από αυτόν τον όμιλο.
Ο ηγέτης της άμυνας της Ρόμα είναι Ελληνας, ο ηγέτης της άμυνας της Ντόρτμουντ είναι Ελληνας, ο βασικός ανασταλτικός χαφ της Μπενφίκα, όπως και ο σέντερ φορ της είναι Ελληνες και θα μπορούσα να συνεχίσω, αποδεικνύοντας ότι είναι αδύνατον να βρεις τέτοιους ποδοσφαιριστές στο ρόστερ των Ρουμάνων ή των Ιρλανδών ή των Ούγγρων.
Το ότι η Εθνική αποκλείστηκε από αυτόν τον όμιλο είναι μία αδιανόητη αποτυχία. Κατά την άποψη μου η μεγαλύτερη έκπληξη αυτής της προκριματικής φάσης, μετά τον διαφαινόμενο αποκλεισμό των Ολλανδών. Παρά ταύτα, αυτό τέλειωσε, κρίθηκε. Πάμε παρακάτω.
Ο πρόεδρος της ΕΠΟ μετά τον αποκλεισμό “από το Μουντιάλ της Γαλλίας” (!!!!) όπως μας είπε, εξακολουθεί να ψάχνει τον επόμενο προπονητή. Αφού τα έβαλε με τους μάνατζερ που ευθύνονται για την καθυστέρηση (απίθανα πράγματα από έναν παντελώς άπειρο παράγοντα και φυσικά απολύτως άσχετο με το αντικείμενο ποδόσφαιρο), μας... υποσχέθηκε ότι κάποια στιγμή θα βρει έναν προπονητή.
Πώς τον ψάχνει; Στα τυφλά. Προτείνουν οι μάνατζερ, βλέπει βιογραφικά και κάνει ραντεβού. Πιθανόν αν η Εθνική ομάδα είχε έναν κανονικό τιμ μάνατζερ στους κόλπους της (όπως όλες οι σοβαρές Εθνικές ομάδες στον κόσμο) τότε η αναζήτηση θα ήταν διαφορετική. Θα εμπεριείχε και αγωνιστικά κριτήρια, τα οποία τώρα, ούτε που τα συζητάμε.
Κατά την άποψη μου, όσοι παρακολουθούν τα τελευταία χρόνια ελληνικό ποδόσφαιρο, διαπιστώνουν δύο πράγματα. Το πρώτο, ότι βγάζουμε πολύ σπουδαίους κεντρικούς αμυντικούς. Το δεύτερο ότι έχουμε τρομακτική έλλειψη από εξτρέμ. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό ποδόσφαιρο καθαρόαιμους ακραίους επιθετικούς δεν έχει. Αντιθέτως η συγκυρία είναι τέτοια που βγάζει “δεκάρια”. Στο ματς με την Ουγγαρία όπου πετύχαμε τέσσερα γκολ, ο Τσάνας ξεκίνησε με τρία “δεκάρια”. Τρία επιθετικά κεντρικά χαφ που όλα δείχνουν ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο θα τα έχει στη βιτρίνα του για πολλά χρόνια, αφού οι Φορτούνης, Μάνταλος και Πέλκας είναι νέα παιδιά με πολλά χρόνια μπάλας μπροστά τους...
Αν λοιπόν υπήρχε ένας τεχνικός διευθυντής που θα αναζητούσε το νέο προπονητή, θα το έβαζε αυτό στις προτεραιότητες της αναζήτησης. Τώρα ποιος να το βάλει ο Γκιρτζίκης. Κατά την άποψη μου η αναζήτηση προπονητή θα πρέπει να έχει ένα βασικό αγωνιστικό κριτήριο. Να είναι κάποιος που μπορεί να παίξει 3-4-2-1. Ενα σύστημα που με βάση την γενιά των παικτών που έχουμε, φαίνεται να μας ταιριάζει κουτί. Και γιατί στόπερ έχουμε πολλά και ποιοτικά (Παπασταθόπουλος, Μανωλάς, Κυριάκος Παπαδόπουλους σε πρώτο πλάνο και αρκετά νέα παιδιά όπως ο Ανταμ Τζανετόπουλος, ή αύριο μεθαύριο ο Γούτας σε δεύτερο πλάνο) και γιατί παίκτες να παίζουν πίσω από τον φορ και δημιουργώντας και εκτελώντας έχουμε (Φορτούνης, Μάνταλος, Πέλκας, αλλά και ο Κονέ που μπορεί να παίξει και εκεί και πιο πίσω), όπως επίσης έχουμε και αρκετούς ακραίους αμυντικούς με επιθετικές αρετές, που όμως θα μπορούσαν να αποδώσουν πολύ καλύτερα έχοντας την ασφάλεια της κάλυψης από τρία στόπερ...
Αλλά για να μην κουράζω, εγώ προφανώς στον αγωνιστικό σχεδιασμό και σε αυτά που αντιλαμβάνομαι από την ποιότητα των ποδοσφαιριστών της Εθνικής ομάδας, είναι πιθανόν και να κάνω λάθος, πιστεύοντας ότι πρέπει να... ποντάρουμε, πάνω στα σπουδαία στόπερ και τα πολύ καλά “δεκάρια” που έχουμε για να χτίσουμε την επόμενη Εθνική. Και το σωστό θα έπρεπε να είναι κάτι διαφορετικό. Ποιός είναι αυτός που το ζυγίζει αυτό; Ποιός είναι αυτός που το μετράει αυτό στην αναζήτηση και την απόφαση για τον επόμενο προπονητή; Ο Γκιρτζίκης;
Πηγή: gazzetta.gr