Στο φιλικό παιχνίδι με την Ολλανδία σχεδόν εντυπωσιάστηκα από την Εθνική ομάδα. Από το σχέδιο του προπονητή, από την προσήλωση των παικτών σε αυτό, από την αλλαγή της ψυχολογίας που ήταν ευδιάκριτη σε όλη την ομάδα και σε όλους τους παίκτες, από τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε παρά το γεγονός ότι βρέθηκε πίσω στο σκορ. Γενικά αυτό ήταν το πρώτο βήμα προς τα μπρος, μετά από δύο χρόνια, στα οποία αυτή η ομάδα πήγαινε μόνο προς τα πίσω.
Ημουν βέβαιος όμως ότι δεν ήταν παρά ένα δείγμα και μόνο αυτό. Στο επίσημο ματς με το Γιβραλτάρ το όποιο είδα σε μαγνητοσκόπηση γνωρίζοντας το αποτέλεσμα, η γεύση που μου έμεινε δεν ήταν γλυκιά. Προφανώς νικήσαμε και ήταν το πρώτο και το μεγάλο ζητούμενο, αλλά μου φάνηκε ότι ο προπονητής και οι παίκτες είχαν μείνει λίγο ως πολύ στην Ολλανδία...
Τι θέλω να πω; Δεν είδα κάποιο διαφορετικό πλάνο από τον προπονητή για αυτό το ματς. Είδα να επιβραβεύει όσους νίκησαν στην Ολλανδία και όχι να προσαρμόζεται στις ανάγκες του Γιβραλτάρ. Η Εθνική Ελλάδας είναι σε έναν προκριματικό όμιλο που καλώς ή κακώς σε όλα τα παιχνίδια της, με εξαίρεση τα δύο με το Βέλγιο και αυτό στη Βοσνία, θα κληθεί να γίνει το αφεντικό του ματς, να παίξει αυτή, να φτιάξει παιχνίδι, να δημιουργήσει, να σκοράρει, να νικήσει.
Δεν ήταν και δεν θα είναι ποτέ εύκολος αυτός ο ρόλος για την Εθνική Ελλάδας. Και στην συγκεκριμένη φουρνιά παικτών της Εθνικής όπου η έλλειψη εξτρέμ είναι εμφανέστατη (στο Γιβραλτάρ δεν είχαμε ούτε ένα τέτοιο στην αρχική ενδεκάδα), τα πράγματα θα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Οι Φορτούνης, Μάνταλος και Μπακασέτας είναι τρία καλά επιθετικά χαφ (η σειρά δεν είναι τυχαία), αλλά είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν έστω και ένας από αυτούς μπορεί να ανταποκριθεί σε παιχνίδι δημιουργίας από τα άκρα.
Ο Σκίμπε χρησιμοποίησε και τους τρεις πίσω από τον Μήτρογλου, αλλά δεν λειτούργησε και δύσκολα θα λειτουργήσει. Αυτή τη στιγμή με τις κλήσεις που κάνει ο Σκίμπε εξτρέμ στην ομάδα υπάρχει μόνο ο Γιαννιώτας. Δεν είμαι από αυτούς που τρελαίνονται με τα χαρακτηριστικά αυτού του παιδιού, αλλά αυτός είναι ότι καλύτερο έχουμε.
Αν αύριο ο Σκίμπε καλέσει και τους Φετφατζίδη ή Χριστοδουλόπουλο ή ακόμη και τον Μυστακίδη του ΠΑΟΚ αν τυχόν και παίρνει ευκαιρίες στον ΠΑΟΚ, ίσως να μπορούμε να κάνουμε και μία διαφορετικού τύπου κουβέντα. Τώρα εξτρέμ έχουμε μόνο τον Γιαννιώτα. Επιπλέον και αυτός δεν είναι ο καλύτερος στο ένας εναντίον ενός, με αποτέλεσμα αυτή η ομάδα να μην έχει έναν παίκτη που να μπορεί να περάσει τον προσωπικό αντίπαλο και να δημιουργήσει ανισορροπία στην αντίπαλη άμυνα. Τεράστιο πρόβλημα, όταν πρέπει να φτιάξεις παιχνίδι και φάσεις.
Στο Γιβραλτάρ το λύσαμε το πρόβλημα με τον υπέροχο Βασίλη Τοροσίδη που όμως είχε την δυνατότητα να παίζει ως εξτρέμ ενώ ήταν μπακ, λόγω της δυναμικότητας του αντιπάλου. Με την Κύπρο δεν είμαι βέβαιος ότι μπορεί να πάρει τέτοια ρίσκα και να παίζει σχεδόν μονίμως πάνω από την σέντρα και ακόμη περισσότερο δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι αν το κάνει δεν θα το πληρώσει η ομάδα ακριβά.
Ο Σκίμπε είναι ένας προπονητής που είναι φανερό ότι η Εθνική θέλει να παίζει ποδόσφαιρο. Ακόμη και με την Ολλανδία αυτό έκανε και κέρδισε. Στο μέτρο του δυνατού ασφαλώς, όταν πρόκειται για τέτοιο αντίπαλο, αλλά πάντως η λογική του δεν είναι “όλοι πίσω, να κλέψουμε το αποτέλεσμα”.
Για να αποδώσει αυτό με ομάδες καλύτερες του Γιβραλτάρ χρειάζονται ασφαλώς περισσότερα πράγματα στο δημιουργικό κομμάτι. Και οι Μάνταλος και Μπακασέτας στα άκρα δεν μπορούν να μας το προσφέρουν, τουλάχιστον όχι στο βαθμό που θα θέλαμε. Η Εθνική όταν παίζει για να νικήσει και κυρίως ο Μήτρογλου που παίζει στην κορυφή, θέλει παίκτες που να μπορούν να πάρουν όλο τα πλάτος του γηπέδου, άρα για να βελτιωθούμε πρέπει να δοκιμάσουμε αυτούς τους έστω ελάχιστους παίκτες που έχουμε στη διάθεσή μας και μπορούν να το κάνουν.
Από την άλλη όμως τα θετικά σημάδια είναι εκεί για να τα βλέπεις. Μεγαλύτερο όλων η διάθεση, το πάθος και η αποφασιστικότητα που δείχνουν αυτά τα παιδιά. Οι “παλιοί” κάνουν δουλειά στα αποδυτήρια (Τόροσίδης, Σάμαρης, Παπασταθόπουλος, Τζαβέλλας) έχουν αναλάβει τον ρόλο αυτό και μάλλον έχουν βρει τον τρόπο να βάλουν τους νεότερους στο κλίμα της ομάδας. Γενικά οι παίκτες για πρώτη φορά μετά από δύο χρόνια έφυγαν μετά από ματς της Εθνικής και όλοι θα ήθελαν το επόμενο με την Κύπρο να ήταν σε τρεις ημέρες και όχι σε ένα μήνα. Είναι σπουδαίο αυτό, είναι ότι καλύτερο μπορούσε να συμβεί...
Φτάνει όμως αυτό για να μας πάει στην Ρωσία; Εδώ έφτασε για να κατακτήσουμε το Euro του 2004 είναι η προφανέστερη απάντηση. Αλλωστε ο δρόμος του ομίλου δεν είναι δα στρωμένος και με αγκάθια... Και το γράφω αυτό γιατί παρακολούθησα το παιχνίδι της Κύπρου με το Βέλγιο. Το παρακολούθησα με μεγάλη προσοχή αφού το περιέγραφα για λογαριασμό του ΟΤΕ TV.
Και τις δύο ομάδες τις ξέρω αρκετά καλά διότι είχα ασχοληθεί μαζί τους και στα προκριματικά του Euro στην Γαλλία και συμπτωματικά είχα περιγράψει και το προηγούμενο μεταξύ τους ματς στην Κύπρο πριν από μερικούς μήνες.
Η Κύπρος δεν μοιάζει η ίδια ομάδα. Ο Πάμπος Χριστοδούλου είχε φτιάξει μία πολύ σκληρή ομάδα με βάση την καλή ανασταλτική λειτουργία της και το αδιάκοπο τρέξιμο της. Τώρα η Κύπρος μου φάνηκε πιο soft. Ειδικά στον άξονά της με Λαμπάν, Κυριάκου και Κάστανο, πολύ soft. Ο τραυματίας Μακρίδης έστω και στα 33 του της λείπει πολύ, ενώ και στα άκρα της άμυνας η ποιότητα απουσιάζει. Η Κύπρος μοιάζει να έχασε τον χαρακτήρα της και μοιάζει να της λείπουν πολύ τα παιδιά που μεγάλωσαν αρκετά (Αλωνεύτης, Μακρίδης ακόμη και ο Χαραλάμπους). Εχει προσθέσει ταλέντο με πιο χαρακτηριστική περίπτωση του Λαϊφη (ο Ολυμπιακός τον έχει δώσει δανεικό στη Σταντάρ και πολύ αμφιβάλλω ότι αυτοί που έχει στο ρόστερ του είναι καλύτεροι από τον Λαϊφη), του Πιέρου Σωτηρίου και φυσικά αυτού του 18χρονου παιδιού, του Κάστανου, ο οποίος πριν μερικές ημέρες υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με την Γιούβε, αλλά είναι φανερό ότι (ειδικά ο τελευταίος) είναι ακόμη... άψητοι για το υψηλότερο επίπεδο.
Από την άλλη η Κύπρος έχει πολύ καλά εξτρέμ. Εφραίμ και Χριστοφή (δεν έπαιξε σε αυτό το ματς λόγω ενός μικροτραυματισμού) έχουν τέτοια ποιότητα, που με την έλλειψη που έχει η Εθνική Ελλάδας στη θέση, είναι πιθανόν ότι θα είχαν θέση και στο δικό μας ρόστερ, για να μην γράψω στην δική μας ενδεκάδα.
Παρά ταύτα, ενώ όταν έγινε η κλήρωση, την Κύπρο την θεώρησα σοβαρό διεκδικητή της 2ης θέσης μαζί με Ελλάδα και Βοσνία, νομίζω ότι είναι ένα βήμα πιο κάτω. Βεβαίως παραμένει πολύ επικίνδυνος αντίπαλος και κυρίως εκτός έδρας θα κάνει σίγουρα μία ζημιά...
Οσο για το Βέλγιο εξακολουθεί να ισχύει ότι και πριν την έλευση του Ρομπέρτο Μαρτίνεθ. Πολύ μεγάλη ποιότητα στο ρόστερ, τέτοια που λες ότι είναι ένα από τα τέσσερα πέντε φαβορί για να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο, όχι μόνο για να προκριθεί, αλλά από ομάδα λίγα πράγματα. Είναι νωρίς φυσικά για τον Μαρτίνεθ, αλλά και στην Κύπρο, αυτοί που πήραν το ματς ήταν οι παίκτες του Βελγίου και όχι η ομάδα...
Πηγή: gazzetta.gr