Πάνε δύο δεκαετίες από τότε που η Παναχαϊκή είχε ως «εξαγώγιμο» προϊόν της σε άλλες ομάδες ή για να «πουλάει» στα Μ.Μ.Ε. κάποιον επώνυμο ποδοσφαιριστή της. Αναφέρομαι, φυσικά, στη δεκαετία του Γεωργάτου και του Κατσουράνη, του Καλά και του Όττιτζι.
Έκτοτε, ό,τι είχε προς «πώληση» η Παναχαϊκή δεν αφορούσε το ποδοσφαιρικό της τμήμα. Εμβόλιμα, τότε τη δεκαετία του ’90, «πωλούσε» ό,τι γραφόταν κυρίως για τον πρώην Πρόεδρο της Άρη Λουκόπουλο. Μετέπειτα, για ένα σύντομο φεγγάρι, η δημοσιότητα περιστρεφόταν γύρω από τον Μουτζουρούλια. «Φούντωσε» το πράγμα όταν τα ηνία πήρε ο Ελληνοαυστραλός μεγιστάνας Κώστας Μακρής. Και ήταν… παρανάλωμα του πυρός η 7χρονη εποχή του Αλέξη Κούγια!
Τώρα ο κίνδυνος ακούει στο όνομα Κατσουράνης. Άθελος κίνδυνος, αλλά κίνδυνος, όταν δεν υπάρχουν ή παραμελούνται ή δεν «πουλάνε» οι πραγματικοί πρωταγωνιστές, που είναι φυσικά οι ποδοσφαιριστές.
Την τελευταία 10ετία «παρήλασαν» από την Παναχαϊκή περισσότεροι από 300 παίκτες! Ποιος θυμάται τον κύριο όγκο; Ουδείς! Κάποια, λίγα, ονόματα έρχονται στη μνήμη, αλλά όχι τίποτα ιδιαίτερο. Ο ένα που θυμίζει κάτι από έμψυχο υλικό μιας πραγματικής Παναχαϊκής, ο νυν άσος της Μπενφίκα, Ανδρέας Σάμαρης, ούτε κι αυτός κατά παράδοξο τρόπο άφησε έντονο αποτύπωμα στην φίλαθλη Πάτρα.
Η Παναχαϊκή έχει ανάγκη την επωνυμία και την ηγετική στόφα εντός των τεσσάρων γραμμών του αγωνιστικού χώρου. Είναι πολλά τα χρόνια που στερείται ταυτότητας, που δεν αναδεικνύει ή δεν διαθέτει ποδοσφαιριστές-κράχτες.
Σωστό είναι να τίθεται πάνω απ’όλα η ομάδα. Να είναι ομοιογενής, καλοκουρδισμένη, εύψυχη και φιλόδοξη. Όλοι ν’ αποτελούν μια οικογένεια. Τίποτα, όμως, στο ποδόσφαιρο δεν ακυρώνει τη διαφορετικότητα και τη μοναδικότητα. Πηγαίνει στο γήπεδο ή στρογγυλοκάθεσαι στον καναπέ για να δεις τη Μπαρτσελόνα.
Ναι, ισχύει αυτό, αλλά τη Μπαρτσελόνα του Μέσσι, του Νέιμαρ, του Σουάρες ή τη Ρεάλ του Ρονάλντο, του Μπενζεμά και του Ράμος. Τηρουμένων των αναλόγιών, το ίδιο θέλει ο φίλαθλος να συμβαίνει με τις ομάδες τις χώρας του ή την ομάδα της καρδιάς του.
Έχει, λοιπόν, η φετινή Παναχαϊκή, αναμφίβολα, πολλά θετικά στοιχεία. Δεν είναι δυνατόν, όμως, να έχει εσαεί προς (με την καλή έννοια του όρου) «πώληση» τον Κατσουράνη. Είναι αναγκαίο ν’ απελευθερωθούν δυνάμεις, να αναδειχθούν οι ικανότητες και προσωπικότητες εντός των τεσσάρων γραμμών.
Υπ’ αυτή την έννοια (ένας ακόμη) ρόλος του ευρωπρωταθλητή τεχνικού διευθυντή της είναι η «ταυτοπροσωπεία» της Παναχαϊκής με νέους Δαβουρλήδες, Λεβεντάκους, Μιχαλόπουλους, Γεωργακόπουλους, Γεωργάτους και Κατσουράνηδες…