Ο ελληνικός αθλητισμός και κυρίως το ποδόσφαιρο έχουν «χτυπηθεί» από περιστατικά βίας, που δυστυχώς, είχαν θύματα ανθρώπινες ζωές. Ένα από τα πιο τραγικά από αυτά συνέβη στις 14 Σεπτεμβρίου του 2014 με την χειρότερη κατάληξη στις 29 του ίδιου μήνα.

Το παιχνίδι του πρωταθλήματος της Γ΄ Εθνικής, ανάμεσα στον Ηρόδοτο και στον Εθνικό ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί στο γήπεδο της Νέας Αλικαρνασού. Το ματς ξεκίνησε κανονικά, το πρώτο ημίχρονο κύλησε χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα, ωστόσο, λίγη ώρα πριν το φινάλε του οπαδοί των γηπεδούχων κινήθηκαν απειλητικά προς εκείνους της πειραϊκής ομάδας.

Ο 46χρονος οπαδός του Εθνικού, Κώστας Κατσούλης, διαισθανόμενος τον κίνδυνο προσπαθεί και καταφέρνει να απομακρύνει κάποια άτομα από το σημείο. Δεν ήταν, άλλωστε, περισσότεροι από 20-30 οι φίλοι της πειραϊκής ομάδας που βρίσκονταν στο γήπεδο, μεταξύ των οποίων γυναίκες, παιδιά και ένας ηλικιωμένος που «τόλμησε» να βγάλει μια σημαία του Εθνικού.

Οι οπαδοί του Ηροδότου, 60-70 άτομα στο σύνολο, διέσχισαν το γήπεδο χωρίς κανένα πρόβλημα (σ.σ. δεν υπήρχαν αστυνομικές δυνάμεις), έφτασαν στην εξέδρα που βρίσκονταν οι φίλαθλοι του Εθνικού και το κακό δεν άργησε να γίνει.

Ο Κώστας Κατσούλης δέχτηκε πολλά και βάναυσα χτυπήματα σε όλο του το σώμα και κυρίως στο κεφάλι, έως ότου πέσει αιμόφυρτος στο έδαφος. Μεταφέρθηκε στο «Βενιζέλειο» νοσοκομείο με βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και αιμορραγία.

Πάλεψε για την ζωή του ο άτυχος άνδρας τις επόμενες δύο εβδομάδες, αλλά δυστυχώς υπέκυψε στα τραύματά του. Τρία άτομα κρίθηκαν προφυλακιστέοι, ηλικίας 32, 27 και 24 ετών, ενώ ένας 22χρονος αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Και οι τέσσερις αρνήθηκαν κάθε συμμετοχή στην επίθεση σε βάρος του 46χρονου.

Ο εκλιπών ήταν από τους πιο φανατικούς οπαδούς του Εθνικού, μέλος του συνδέσμου «Πινέζες». Ταυτίστηκε με την εξέδρα, πρωτοστάτησε στην δημιουργία των «Πινεζών» και μαζί με ομοϊδεάτες του γέμιζαν τους τοίχους με συνθήματα υπέρ της αγαπημένης τους ομάδας.

Το νήμα της ζωής του κόπηκε στο νησί όπου κατοικούσε και καταγόταν. Ήταν μόνιμος κάτοικος Χανίων, όπου διατηρούσε δική του ξενοδοχειακή μονάδα. Τον φώναζαν «αγαθό γίγαντα», καθώς παρά το μπόι του και το παρουσιαστικό του δεν συμμετείχε σε καβγάδες, ούτε σε επεισόδια, ποτέ του δεν απασχόλησε τις αρχές.

Την ώρα που τον χτυπούσαν φώναζε στους συντοπίτες του «ρε παιδιά Κρητικός είμαι κι εγώ», αλλά κανείς δεν νοιάστηκε. Ο θάνατός του επήλθε στο στρατιωτικό νοσοκομείο 401 των Αθηνών, όπου είχε μεταφερθεί από το «Βενιζέλειο» της Κρήτης.

Οι πολιτικοί φορείς, οι ποδοσφαιρικές αρχές και σύσσωμος ο αθλητικός κόσμος καταδίκασαν το γεγονός, αλλά ένας ακόμη οπαδός «θυσιάστηκε» στο βωμό της τυφλής οπαδικής βίας. Όπως συνέβη το 1986 στο «Αλκαζάρ» με τον Χαράλαμπο Μπλιώνα (Λάρισα-ΠΑΟΚ), τον Ιανουάριο του 1991 με τον Γιώργο Παναγιώτου, που άφησε την τελευταία του πνοή έξω από το γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας (ΑΕΚ-Ολυμπιακός) όταν δέχτηκε φωτοβολίδα στην κοιλιακή χώρα, τον Απρίλιο του 1995 με τον Γιώργο Καρνέζη, που δολοφονήθηκε έξω από το κλειστό της Γλυφάδας (αγώνας μπάσκετ, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός) και τον Μάρτιο του 2007 με τον Μιχάλη Φιλόπουλο, ο οποίος έπεσε νεκρός στο «ραντεβού θανάτου» οπαδών του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού στην λεωφόρο Λαυρίου.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ