«Και μια ωραία μέρα, η θεά του ανέμου φιλά το πόδι του άντρα, το χτυπημένο, το περιφρονημένο πόδι του κι από αυτό το φιλί ένας αστέρας του ποδοσφαίρου γεννιέται μέσα σε ένα παχνί άχυρο, σε μια καλαμένια καλύβα. Κι αυτός κάνει τον κόσμο να κρέμεται από μια μπάλα».
Με αυτόν τον τρόπο μέσα από το βιβλίο του «Τα χίλια πρόσωπα του ποδοσφαίρου» ο ουρουγουανός δημοσιογράφος και συγγραφέας, Εντουάρντο Γκαλεάνο περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο το ποδόσφαιρο και την επιρροή που έχει αυτό στον κόσμο. Με την όποια υπερβολή μπορεί να περιέχει η προαναφερθείσα ατάκα, αποτυπώνεται σε μεγάλο βαθμό η ποδοσφαιρική-και όχι μόνο- ζωή του Εμάνουελ Περόνε. Με τον Αργεντίνο να ξεκινάει από το Ρίο Κουάρτο και από μία οικογένεια που δεν… κολυμπούσε στα πέσος την λαμπρή καριέρα του, ιδιαίτερα στο ελληνικό Πρωτάθλημα.
Λίγο πριν μπει στο αεροπλάνο για το πολύωρο υπερατλαντικό ταξίδι για την Αργεντινή, παραχώρησε μία συνέντευξη-ζωής στη «Μetrosport». Μία άκρως αποκαλυπτική κατάθεση ψυχής για την ποδοσφαιρική και όχι μόνο ζωή του, στο «αντίο» του από την ενεργό δράση μετά από 20 «γεμάτα» χρόνια.
Ξεκινώντας από το απόγευμα της 14ης Ιουνίου 1983 όταν και αντίκρισε τον κόσμο μέχρι και τις 16 Δεκεμβρίου 2019 όταν και έβαλε… στοπ στην καριέρα του.
Τι θα κάνει αρχικά ο Εμάνουελ Περόνε όταν φτάσει στην Αργεντινή και στο σπίτι του;
«Πηγαίνω στην Αργεντινή για Χριστούγεννα μετά από 15 χρόνια. Το πρώτο πράγμα που θέλω είναι να δω την οικογένειά μου, να τους αγκαλιάσω και να μαζευτούμε όλοι μαζί στο σπίτι. Εχω ακόμη δύο αδέρφια. Θα κάνουμε μπάρμπεκιου (Σ.Σ το λεγόμενο ασάντο), θα δω φίλους για καφέ, για να παίξουμε «5 επί 5». Στιγμές που μου έλειψαν».
Μία καριέρα 20 ετών τελείωσε όπως επίσης και ο καθημερινός και συγκεκριμένος τρόπος ζωής;
«Είναι περίεργα όπως για κάθε άνθρωπο που σταματάει τη δουλειά που κάνει και αγαπάει μετά από τόσα χρόνια. Αυτό έλεγα με τον Βέλα Τζούνιορ πρόσφατα. Όταν σταμάτησε την καριέρα του έβαλε οκτώ κιλά και ένιωσε το σώμα του να είναι άβολο. Είχε αλλάξει τη ζωή του και αυτό τον δυσκόλευε. Αυτό μου είπε και ο ίδιος. Μην αφήνεις το σώμα σου και την γυμναστική. Οπότε θα συνεχίσω να γυμνάζομαι, θα κρατηθώ σε φόρμα όμως οι ρυθμοί δεν θα είναι οι ίδιοι με το να είσαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής».
«Δίχως πάθος δεν παίζεις ποδόσφαιρο»
Κάνοντας ένα flash back στη ζωή του Εμάνουελ Περόνε διαπιστώνει κανείς ότι ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από πολύ μικρή ηλικία, όπως κάνουν χιλιάδες παιδιά στην Αργεντινή όπου το άθλημα θεωρείται κάτι σαν θρησκεία.
«Ημουν 7 ετών όταν ξεκίνησα να πηγαίνω στις Ακαδημίες της Ταγιέρες. Ο πατέρας μου παλαιότερα είχε σχέση με το ποδόσφαιρο, εξ ου και η τρέλα που έχει για αυτό, ενώ και ο αδερφός αγωνίστηκε μαζί μου, όμως ένας τραυματισμός και οι σπουδές του τον απομάκρυναν από τον χώρο».
Η Γαλλία και η Τρουά πώς προέκυψε στη ζωή σου;
«Ο πρόεδρος της Ταγιέρες που είπε ότι υπήρχε πρόταση από ομάδα της Β’ Γαλλίας, την Τρουά για να αγωνιστώ εκεί και μάλιστα με πολύ καλά χρήματα. Δέκα φορές περισσότερα από ότι στην Αργεντινή».
Δύσκολη η ζωή εκεί;
«Πολύ, υπερβολικά πολύ. Ημουν ένα παιδί 22 ετών που δεν ήξερα τη γλώσσα, παρά μόνο ισπανικά, και έμενα μόνος σε ένα δωμάτιο δύο επί δύο. Τότε δεν υπήρχε ίντερνετ και τα σχετικά. Ημουν προπόνηση και μετά όλη ημέρα μόνος».
Τελικά έβγαλες όμως όλη τη χρονιά.
«Είχα αποφασίσει να φύγω από την Γαλλία, το είχα πει στον πατέρα μου που είχε σχέσεις με τον μπαμπά του Πάμπλο Αϊμάρ και μου έλεγε να κάνω υπομονή. Σταδιακά άρχισα να προσαρμόζομαι, μου νοίκιασαν και σπίτι, ενώ βοήθησε και το γεγονός ότι η ομάδα ανέβηκε στην Α΄ κατηγορία της Γαλλίας».
Ησουν συμπαίκτης και με τον Ματουιντί, σωστά;
«Ναι, συνυπήρξαμε με τον Μπλεσέ, τον έπαιρνα μαζί μου στο σπίτι, παίζαμε πινγκ πονγκ, είχε προβλήματα και αυτός. Και φαντάσου ότι ο Ματουιντί μετά από χρόνια έπαιξε στην Παρί Σεν Ζερμέν και τη Γιουβέντους. Και με τον Γκομίς ήμουν συμπαίκτης».
Από τότε ήρθες και ρίζωσες στην Ελλάδα.
«Δεν το περίμενα ότι θα γίνει. Ηταν να επιστρέψω στην Αργεντινή όμως δεν τα βρήκα στο οικονομικό. Οπότε ήρθε η πρόταση από τον Ιωνικό. Εμεινα σε ένα ξενοδοχείο στη Γλυφάδα, απέναντι είχε θάλασσα και εγώ είπα ότι από εδώ δεν φεύγω (γέλια).»
Αγωνίστηκες σε πολλές ομάδες, δέθηκες όμως περισσότερο με τον Ηρακλή. Γιατί;
«Επαιξα σε Αστέρα Τρίπολης, Ατρόμητο, Απόλλωνα Καλαμαριάς, Καλλονή, Λάρισα, Ανόρθωση και Ιωνικό, όμως στον Ηρακλή δέθηκα περισσότερο με τον κόσμο και την ομάδα. Πέρασα καλύτερα από πουθενά και είναι ο σύλλογος που αγαπώ περισσότερο είναι η αλήθεια. Θα χαρώ να επιστρέψω από άλλο πόστο. Θα δούμε, θα έχουμε συζητήσεις και όταν γυρίσω πίσω θα έχουμε να πούμε περισσότερα».
Η καλή ζωή, οι γυναίκες και η δημιουργία οικογένειας
Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν ότι ο Εμάνουελ Περόνε θα μπορούσε να κάνει μεγαλύτερη καριέρα και κυρίως να αγωνιστεί σε κλαμπ του εξωτερικού. Υψηλής ποιότητας ποδοσφαιριστής, δυνατός, με καλά τελειώματα και με ισχυρή προσωπικότητα. Γιατί όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο;
«Αυτό που λέγεται ισχύει αλλά για αυτό έμεινα στην Ελλάδα. Μου αρέσει η καλή ζωή και δεν το έκρυψα ποτέ. Στερήθηκα πολλά πράγματα από τα 15 μου που ξεκίνησα στην Ταγιέρες μέχρι τα 35 περίπου. Είπα θα παίξω μπάλα αλλά παράλληλα θα κάνω και τη ζωή μου».
Οι Ελληνίδες ή οι Αργεντίνες είναι πιο ωραίες;
«(γέλια). Και οι δύο χώρες έχουν πολύ ωραίες γυναίκες. Η διαφορά είναι ότι οι Ελληνίδες ακόμη και στο σούπερ μάρκετ να πάνε ντύνονται καλά και βάφονται. Γενικά περιποιούνται πολύ. Στην Αργεντινή για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει να πάνε σε… γάμο. Διαφορετικά ντύνονται πιο σπορ».
Στα 37 σου και όντας ανύπαντρος σκέφτεσαι τη δημιουργία οικογένειας;
«Αγαπάω πολύ τα παιδιά, έχω και δύο ανίψια από τον αδερφό μου. Θέλω να κάνω οικογένεια και να κάνω παιδιά. Δεν το κοίταξα τα προηγούμενα χρόνια γιατί είχα… κολλήσει με το ποδόσφαιρο. Μου άρεσε που έβλεπα συμπαίκτες μου όπως οι Ρομάνο και Μπαρτολίνι που είχαν τα παιδιά τους και έρχονταν στο γήπεδο να δουν τους μπαμπάδες τους. Εχω σχέση με μία κοπέλα εδώ και ένα χρόνο, είμαστε πολύ καλά».
Το πρώτο πράγμα που έμαθες στην ποδοσφαιρική ζωή σου;
«Δίχως πάθος δεν μπορείς να παίξεις ποδόσφαιρο. Τόσο απλά».
Ο «καρτάκιας» Περόνε
Στην πλούσια καριέρα του αντίκρισε ουκ ολίγες φορές την κίτρινη κάρτα των διαιτητών, τις περισσότερες φορές για διαμαρτυρία.
Γιατί όμως είχε ο πρώην άσος του Ηρακλή αυτή την κακή… συνήθεια;
«Νευριάζω πολύ στο γήπεδο, τρελαίνομαι με την αδικία και δεν αντέχω την ήττα. Οταν είσαι και με φουλ αδρεναλίνη τότε ξεφεύγεις εύκολα, αν και έχω ζητήσει πολλές φορές συγγνώμη. Αρχικά μου κόστισε πολύ και στις σχέσεις μου με τους διαιτητές».
Το χαμένο πέναλτι με τη Λάρισα το 2015 ήταν η χειρότερη στιγμή;
«Οχι, δεν ήταν παρότι ειπώθηκαν και λέχθηκαν πολλά. Δεν με άγγιξαν ούτε με ενδιέφεραν. Ζήτησα μάλιστα από τον κόουτς (τον Νίκο Παπαδόπουλο) να παραστώ στη συνέντευξη Τύπου. Αυτόν τον τρόπο επέλεξα και δεν μετανιώνω. Η χειρότερη ήταν η δεύτερη χρονιά με τον Παπαθανασάκη στην διοίκηση. Οταν σταμάτησε να πληρώνει τα πάντα και η ομάδα ήταν μόνη και αβοήθητη. Επίσης με στενοχώρησε το γεγονός ότι η ομάδα παρέμεινε αγωνιστικά και υποβιβάστηκε για άλλους λόγους».
Προπονητής, γενικός αρχηγός ή μάνατζερ πλέον;
«Το πρώτο με τίποτα, δεν με ενδιαφέρει. Τα άλλα δύο είναι κάτι που θέλω να κάνω και κυρίως το πόστο του γενικού αρχηγού γιατί δένεσαι διαφορετικά με μία ομάδα και τους παίκτες. Εχουν άλλη… μυρωδιά τα αποδυτήρια και η αδρεναλίνη των αγώνων και της καθημερινότητας».
Οι συμπαίκτες και οι προπονητές που τον «σφράγισαν»
Στην πολύχρονη παρουσία του στα ελληνικά γήπεδα συνεργάστηκε με πολλούς προπονητές και συμπαίκτες.
Ποιοι ήταν οι καλύτεροι σύμφωνα με τον Περόνε;
«Δεν μπορείς να πεις έναν. Με τους Ρομάνο, Μπαρτολίνι, Φαβάλι, Μπρίτο, Πουρτουλίδη συνυπήρξαμε εξαιρετικά στο γήπεδο, παίζαμε με… κλειστά μάτια».
Οι δυσκολότεροι αντίπαλοι;
«Σίγουρα ο Κοντρέρας και ο Δέλλας, πολύ καλοί και δυνατοί αμυντικοί. Επίσης και ο Πάμπλο Γκαρσία παρότι αγωνίζονταν ως μέσος».
Από προπονητές ποιους ξεχώρισες;
«Σαν προπονητής, σαν γνώσεις νομίζω ο καλύτερος ήταν ο Δώνης. Είναι πολύ καλός, έμαθα πολλά από αυτόν. Εξαιρετική συνεργασία όμως είχαμε και με τον Σάββα Παντελίδη και τον Νίκο Παπαδόπουλο. Με τον τελευταίο δύο χρόνια περάσαμε πολύ καλές στιγμές. Με δυνατά αποδυτήρια. Και ο Σάκης Τσιώλης που ήταν ο πρώτος προπονητής μου στην Ελλάδα ήταν πολύ καλός».
Ποια ήταν αλήθεια όμως τα ινδάλματα που είχε ο Αργεντίνος όταν ξεκινούσε σε μικρή ηλικία το ποδόσφαιρο;
«Πιτσιρικάς ήμουν τρελαμένος με τον Μπατιστούτα και τον Κρέσπο. Σπουδαίοι επιθετικοί και οι δύο. Οταν έγινα επαγγελματίας και έβλεπα και άλλους παίκτες άρχισα να εκτιμώ πολύ τον Ιμπραήμοβιτς και εν συνεχεία τους Μέσι και Ρονάλντο. Απλά θεωρώ ότι ο Μέσι έχει χάρισμα.
Δεν υπάρχει αυτό που κάνει. Είμαστε ευτυχισμένοι και ευλογημένοι όσοι αγωνιστήκαμε σε περίοδο που έπαιξαν μαζί τόσο ο Μέσι όσο και ο Κριστιάνο».
Η Ρίβερ, το «Μπομπονέρα» και το Ρίο Κουάρτε
Με τη δική του αγωνία και… πίκρα στο τέλος έζησε τον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες ο Εμάνουελ Περόνε. Ο Αργεντίνος είναι φανατικός υποστηρικτής της Ρίβερ Πλέιτ και μετά την ήττα από την Φλαμένγκο δέχθηκε και τα ανάλογα πειράγματα από τον Βραζιλιάνο, Βέλα Τζούνιορ.
«Παρότι γεννήθηκα κοντά στην Κόρντομπα υποστηρίζω την Ρίβερ Πλέιτ. Πρέπει να πω όμως ότι γήπεδο σαν το Μπομπονέρα δεν υπάρχει. Κυριολεκτικά… κουνιέται και το νιώθεις όταν είσαι στα αποδυτήρια».
Οσον αφορά τη γενέτειρά του, το Ρίο Κουάρτε την παρομοίασες με μία μικρή Θεσσαλονίκη.
«Είναι μία μικρή πόλη περίπου 160.000 κατοίκων στην κεντρική Αργεντινή. Εχει ζεστό καλοκαίρι και αρκετά κρύο χειμώνα, με ζεστούς ανθρώπους όπως και η Ελλάδα».