Μακάβριο μεν, αλλά αν το καλοσκεφτείς έχει γερή δόση αλήθειας. Διότι ο «καλός δημοσιογράφος» δεν είναι μια απλή αξιολογική κρίση που στηρίζεται στα θέματα που έβγαλε κατά τη διάρκεια της καριέρας του, αλλά κυρίως σε εκείνα που δεν απέκτησε για αλλότριους σκοπούς.

Για τους διαιτητές, δεν γνωρίζω αν ισχύει το ίδιο. Ισως γι' αυτούς να υπάρχει άλλο μέτρο σύγκρισης, πιο άμεσο. Φερ' ειπείν, πόσα απειλητικά τηλεφωνήματα δέχθηκαν, πόσες φορές τους έκαψαν το αμάξι, το μαγαζί ή ακόμη χειρότερα πόσες φορές δέχθηκαν προειδοποιητικά χτυπήματα προς... γνώσιν και συμμόρφωσιν.

Χθες επισήμως ο Δημήτρης Καλόπουλος ολοκλήρωσε τη θητεία του στη διαιτησία έπειτα από 19 χρόνια ενασχόλησης με τη... σφυρίχτρα και όχι μόνο. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, το «όχι μόνο» πηγαίνει στο γεγονός ότι ο διαιτητής στην Ελλάδα (σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ κυρίως) δεν μπορεί να ασχοληθεί μόνο με το αντικείμενο που είναι ταγμένος. Και να θέλει, δεν μπορεί. Το ίδιο το σύστημα θα τον υποχρεώσει να γίνει μέρος της ατελεύτητης κουβέντας περί παρασκηνίου. Επαναλαμβάνω: ακόμα και αν εκείνος παλέψει σθεναρώς να μείνει στο προσκήνιο.

Ολοκλήρωσε, λοιπόν, με τρόπο εκκωφαντικό και απρόσμενο για τον ίδιον: κυνηγημένος από μια θράκα κουκουλοφόρων που σκοπό είχαν να τον πλήξουν καίρια εν ώρα εργασίας. Επί της ουσίας, επέστρεψε έπειτα από καιρό για ένα και μοναδικό ματς. Είναι βέβαιο πως αν συνέχιζε (αν και δεν θα του το επέτρεπαν), αυτό που θα βλέπαμε κάποια στιγμή θα ήταν μια... live διαδικασία αυτοδικίας. Είτε φταίει είτε όχι, είτε το ήθελε είτε δεν το ήθελε, έγινε κόκκινο πανί για μια μερίδα φρενιασμένων οπαδών. Αλλά μόνο γι' αυτούς;

Μα το γεγονός ότι εδώ και δύο μέρες η ΠΑΕ Ολυμπιακός και η ΠΑΕ Παναθηναϊκός ανταλλάσσουν πύρινες ανακοινώσεις, με αφορμή την επίθεση που δέχθηκε στο ματς ΑΕ Ποντίων - Ξάνθη, κάτι δείχνει. Για καλό δικό του αλλά και για καλό της έτσι κι αλλιώς επίπλαστης ηρεμίας του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, έπρεπε να αποχωρήσει. Ισως, μάλιστα, δεν έπρεπε καν να επιστρέψει.

Σε αυτόν τον χώρο δύσκολα μπορείς να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας, ακόμη κι αν άπαντες αντιλαμβάνονται διά γυμνού οφθαλμού ότι δεν έχεις προβοσκίδα. Το... μάτι μπορεί να σου φύγει, το όνομα ποτέ. Και σε αυτόν τον χώρο, φευ, άπαντες έχουν ένα όνομα ή μια ιδιότητα που την περιφέρουν αναγκαστικά όπου κι αν βρεθούν. Είναι ανθρωποφαγικό, το ξέρω.

Κάποιοι δικαίως κατηγορούνται, για κάποιους άλλους είναι λογικό και επόμενο να λέγονται, να γράφονται και να υπονοούνται διάφορα. Σαφώς, όμως, μαζί με τα ξερά καίγονται αυτοστιγμεί και τα χλωρά. Κάποιους τους παίρνει η μπάλα δίχως να το καταλάβουν. Είπαμε, το σύστημα (αυτό το απρόσωπο τέρας) όλους τους λιανίζει στις δαγκάνες του.

Τι μένει στο τέλος; Μια άμορφη, αόριστη κηλίδα που έρχεται και κολλάει στο σώμα του καθενός που ασχολείται με το ποδόσφαιρο. Σαν ρετσινιά. Από παράγοντες, προπονητές, παίκτες μέχρι διαιτητές και δημοσιογράφους. Ουδείς γλυτώνει. Ή αντιστρόφως, όλοι αυτοί είναι εν δυνάμει ένοχοι πριν καν διαπράξουν το «έγκλημα».

Πολλές φορές, δε, αυτοί που (τελικώς) το διαπράττουν αναδεικνύονται συν τω χρόνω περισσότερο αθώοι και από τα περιστέρια. Παράδοξο; Κι όμως, έχει συμβεί και μάλλον θα συνεχίσει να συμβαίνει...

Πηγή: Goal