Τον Σεπτέμβριο του 2013, ένα δημοσίευμα σε οπαδική ιστοσελίδα της ΑΕΚ, έμελλε να τον συνοδεύει μέχρι σήμερα, αφού ο τίτλος του κειμένου έγινε στην ουσία το παρατσούκλι του. Ήταν την αγωνιστική περίοδο που η Ένωση ξεκινούσε τη διαδικασία αναγέννησής της μέσα από τη Γ' Εθνική. Το σκάουτινγκ ρεπόρτ για τις ομάδες του 6ου ομίλου της τρίτης κατηγορίας ήταν σαφώς δυσκολότερο σε σχέση με τις σουπερλιγκάτες. Και όμως η συγκεκριμένη ανάρτηση παρουσίαζε με λεπτομέρεια κάθε στοιχείο που έπρεπε να προσέξει η ομάδα του «Δικέφαλου» αετού για τον Ντέμη Ζώνα.
«Πρόκειται για ένα πραγματικό κανόνι, έναν ακραίο επιθετικό με μεγάλη ευστοχία και αίσθηση του γκολ. Μία μικρή αναζήτηση στα στατιστικά του μπορεί να σας πείσει», έγραφε το scout report του AEK LIVE για τον ποδοσφαιριστή, ο οποίος απέδειξε, όπως γράφαμε τότε στο Sportdog, ότι αστέρες δεν υπάρχουν μόνο στη Super League.
Στα 30 του τότε, ο «Ντέμης των φτωχών», όπως τον φωνάζουμε μέχρι και σήμερα, είχε σημειώσει πάνω από 250 γκολ στην καριέρα του, ενώ είχε προηγηθεί σεζόν με 11 γκολ σε 11 ματς με τη φανέλα του Κυανού Αστέρα Βάρης, την οποία η ΑΕΚ θα αντιμετώπιζε την 10η αγωνιστική σε παιχνίδι εκτός έδρας.
Σε εκείνο το ματς, το οποίο έγινε στις 8 Δεκεμβρίου 2013, στο γήπεδο του Αχαρναϊκού, στο Μενίδι, ο Ζώνας έκλεψε τον βαθμό της ισοπαλίας για την ομάδα του, με τον Τύπο, αναφέρει την επόμενη μέρα, ότι ο Δημήτρης Μελισσανίδης έφυγε... φορτωμένος από το γήπεδο με την εικόνα της ομάδας του (φώτο δίπλα). Ο πανηγυρισμός του θύμισε Ντέμη Νικολαΐδη, καθώς προσπάθησε να μιμηθεί τον μεγάλο σκόρερ της Ένωσης, σχηματίζοντας τον «Δικέφαλο» αετό με τη στάση του σώματος και των χεριών του.
Πριν τον Αστέρα Βάρης είχε περάσει από Μύκονο, Φωκικό, Θήβα, Πολύκαστρο, Νάξο (Αριάδνη), Ζάκυνθο, Ηλυσιακό, Δόξα Βύρωνα, ενώ στη συνέχεια πήρε μεταγραφή στον Πανθηραϊκό και μετά στη Λήμνο. Εκεί αυτή η μηχανή παραγωγής γκολ έσπασε όλα τα ρεκόρ, καθώς όπως διαβάζουμε, σημείωσε 57 γκολ σε 28 αγώνες παίζοντας για την Ηφαιστία. Συνέχισε Αήττητο Σπάτων και έκλεισε την καριέρα του ως παίκτης-προπονητής στην ομάδα του χωριού του, τον ΠΑΟΚ Κυριακίου, τον οποίο και οδήγησε στην άνοδο στην Α' ΕΠΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ .
Στα 39 του ο Ντέμης σταμάτησε μεν το ποδόσφαιρο αλλά δεν το εγκατέλειψε. Εξάλλου πάντα έτσι έκανε στις δυσκολίες. Ο χαρισματικός σκόρερ των χαμηλότερων κατηγοριών που δοξάστηκε στα τοπικά πρωταθλήματα των Κυκλάδων, της Στερεάς Ελλάδας και των Ιονίων Νήσων συνεχίζει να κρατά τα ηνία του ΠΑΟΚ Κυριακίου και πλέον, ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Κωνσταντίνος Νίκας του έδωσε την ευκαιρία να αναλάβει τη Μικτή Βοιωτίας, ώστε να αναδείξει το πλούσιο ταλέντο που υπάρχει στον Νομό και να κάνει τα παιδιά, να εκπληρώσουν τα όνειρά τους και να αγωνιστούν σε κορυφαίο επίπεδο.
Ο Ντέμης Ζώνας μίλησε στο Sportdog για την τεράστια καριέρα του που ήταν γεμάτη από σταθμούς, λιμάνια και πολλά γκολ! Ο ίδιος υπολογίζει, ότι είναι πάνω από 500. Δεν ψάχνει να τα μετρήσει ακριβώς. Γιατί πλέον όνειρό του είναι να "φτιάξει" παίκτες που θα καταφέρουν να παίξουν σε τοπ επίπεδο. Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε:
Τί σου έδωσε το ποδόσφαιρο τα 28 χρόνια που το υπηρέτησες ως παίκτης;
«Παίζω από 11 χρονών. Μου έδωσε χαρές, λύπες, αναγνώριση. Συνάντησα λαμπρές προσωπικότητες που αν έκανα οποιαδήποτε άλλη δουλειά ίσως να μην είχα γνωρίσει. Με έκανε καλύτερη άνθρωπο. Έμαθα από μικρή ηλικία την πειθαρχία και τον προγραμματισμό. Είχα πάντα στη ζωή μου εξέλιξη σε όλους τους τομείς της προσωπικότητάς μου. Σε αυτό με βοήθησε το ποδόσφαιρο».
Ποιές εμπειρίες θα ήθελες να μοιραστείς με τους αναγνώστες μας; Ποιές ομάδες έχουν χαραχτεί στην καριέρα σου. Ποιοί ήταν οι μεγάλοι συμπαίκτες; Με ποιούς κρατάς φιλίες;
«Ουσιαστικά φέτος σταμάτησα την ενεργό δράση και πλέον συνεχίζω ως προπονητής.Υπάρχουν πολλές εμπειρίες που έχουν χαραχτεί στη μνήμη μου. Σίγουρα η χρόνια ως αντίπαλος της ΑΕΚ έχει περίοπτη θέση αλλα βέβαια και η περιπέτεια μου στην Conference, στην Αγγλία, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία μου. Είχα πάει για ένα δίμηνο, αλλά μόλις έμαθα, ότι ο Αστέρας κληρώθηκε με την Ένωση στο πρωτάθλημα της Γ' Εθνικής, χωρίς δεύτερη σκέψη, επέστρεψα στη Βάρη. Είχα σπουδαίους όπως ο Γιώργος Καζαντζής, ο Στέλιος Κοζανίδης και ο Μιχάλης Τζωρμπατζακης που μιλάμε συχνά και εκτός από παίχτες και εξαιρετικοί χαρακτήρες. Αυτά τα παιδιά έπαιξαν Α' Εθνική, αλλά δεν έδειξαν ποτέ υπεροψία και σέβονταν κάθε συμπαίκτη ανεξάρτητα της πορείας του».
Όταν έπαιζες ποδόσφαιρο εργαζόσουν πάνω σε κάτι άλλο; Γιατί ξέρουμε, ότι στο ημιεπαγγελματικό επίπεδο είναι δύσκολο για έναν ποδοσφαιριστή να ασχολείται μόνο με το άθλημα που υπηρετεί.
«Λόγω της θέσης μου και των επιλογών που έκανα, δεν έκανα τίποτα άλλο εκτός από το ποδόσφαιρο. Να εξηγήσω τί θέλω να πω. Ως επιθετικογενής παίκτης με αίσθηση του γκολ και αποτελεσματικότητας με βοήθησε ο Θεός στο να προσηλωθώ μόνο στην προσωπική μου εξέλιξη. Οι δείνοι σκόρερς ακόμα και στο τοπ επίπεδο είναι γνωστό τοις πάσι, ότι έχουν καλύτερη αντιμέτωπιση. Έτσι αφοσιώθηκα στο να γίνω καλύτερος σε όλους τους τομείς. Πήγαινα γυμναστήριο, έκανα ατομικές προπονήσεις, αλλά δεν άφησα την παιδεία μου ακαλλιέργητη. Η εκμάθηση ξένων γλωσσών μπήκε στην καθημερινότητά μου. Γνωρίζω αγγλικά, ισπανικά, ιταλικά και τώρα προσπαθώ να ολοκληρώσω τις προπονητικές σπουδές μου. Έχω δίπλωμα UEFA B' και ο στόχος να αποκτήσω και τα υπόλοιπα».
Περιέγραψές μας την κατάσταση που έχεις συναντήσει στο ελληνικό ποδόσφαιρο από την αρχή της καριέρας σου μέχρι τώρα που είσαι παράγοντας.
«Η κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο που έχω συναντήσει ποικίλει. Εξαρτάται από το επίπεδο που αγωνίζεται κάποιος ποδοσφαιριστής. Αν είναι τυχερός και κανεί σωστή επιλογή ομάδας πράγμα δύσκολο, μπορεί να ζήσει τις αρτιότερες κατάστασεις. Προσωπικά για το επίπεδο που έπαιξα θεωρώ, ότι είχα κάνει εξαιρετικές επιλογές. Ίσως να είχα διαφορετική εξέλιξη, αν έκανα λιγάκι υπομονή. Δεν ανεχόμουν όμως να παίξω για 600 Ευρώ στη Β' Εθνική. Γιατί προσπαθούσα να προλάβω το μέλλον. Αν τραυματιζόμουν σοβαρά, κανείς δεν θα μου εγγυόταν, ότι θα επέστρεφα υγιής. Για παράδειγμα στον Πανθηραϊκό είχα ένα σοβαρό τραυματισμό. Κάταγμα περόνης. Η ομάδα κάλυψε τα πάντα. Επανήλθα δριμύτερος, σκόραρα και ανεβήκαμε κατηγορία! Δεν ξέρω αν σε πιο επαγγελματικό επίπεδο θα είχα αυτή τη δυνατότητα. Γιατί σε τοπικό επίπεδο, δημιουργούνται και άλλοι δεσμοί».
Είχες την ευκαιρία να παίξεις στην Αγγλία, αλλά η καψούρα σου για την ΑΕΚ σε γύρισε πίσω στην πατρίδα. Δημιουργήθηκε ποτέ κάποια άλλη εκτός Ελλάδας πρόκληση;
«Ναι αλλά όχι ως ποδοσφαιριστής. Συνδέθηκα ποδοσφαιρικά κατά κάποιο τρόπο με την Ιταλία. Ήρθε στην Ελλάδα τη σεζόν 2016-2017 το «Inter Academy». Τότε ανέλαβα ως υπεύθυνος διοργάνωσης σε Λήμνο και Σαντορίνη. Οι άνθρωποι της Ιντερ έμειναν απόλυτα ικανοποιημένοι, γι'αυτό και κρατήσαμε επαφές. Μάλιστα μου άνοιξαν πόρτες, αφού γνωρίστηκαν με τον Νταβίντε Ντεζιντερί και τον Άντζελο Μπενούτσι, πρώην τερματοφύλακα της Τορίνο και της Παλέρμο, με τους οποίους συνεργαστήκαμε στο EDUCALCIANDO. Αυτό είναι ένα καμπ, στο οποίο έγινε αξιολόγηση παικτών από Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα. Τις καθημερινές οι παίκτες προπονούνταν στο «Σαν Μπενεντέτο ντελ Τρόντο» (παραθαλάσσια πόλη στα Μάρκε), στην κεντρική Ιταλία και το σαββατοκύριακο, έφερναν μάνατζερς από άλλες ιταλικές ομάδες. Όποιος έκανε τη διαφορά, τον επέλεγαν».
Ποιά συμπεράσματα έχεις βγάλει από την εμπειρία σου από τέτοιου είδους καμπ;
«Είμαστε πολύ πίσω σε σχέση με τις άλλες χώρες και δεν ξέρω αν η κατάσταση μπορεί να γίνει αναστρέψιμη. Έπαθα πλάκα με την οργάνωση. Οι πιτσιρικάδες εκεί είχαν μέχρι και ψυχολόγους, οι οποίοι τους είχαν πλάσει τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά τους. Έτσι οι παίκτες είχαν ήδη στο μυαλό τους τη σιγουριά ότι θα παίξουν ποδόσφαιρο. Να σας πω ένα παράδειγμα. Γνώρισα γονείς 10χρονου ποδοσφαιριστή, οι οποίοι μου μετέφεραν την εξής λεπτομέρεια. Οι γονείς για να χτίσουν προσωπικότητα τα παιδιά τους και να μπορούν να διαχειριστούν τα οικονομικά τους όταν θα κάνουν συμβόλαια στο μέλλον, δίνουν κάρτα στο παιδί τους με ένα ποσό, το οποίο πρέπει να ξοδέψουν σε βάθος μηνός με στόχο να μάθουν να κάνουν σωστή διαχείριση των χρημάτων. Επίσης τα παιδάκια εκεί, ξέρουν πάνω από μία ξένη γλώσσα και μπορούν να συνεννοηθούν παρά το νεαρό της ηλικίας τους. Εκπαιδευόνται από πολύ μικροί, να γίνουν κοσμοπολίτες. Συν τοις άλλοις, τα παιδιά αποκτούν σεβασμό προς τον μεγαλύτερο».
Πώς αποφάσισες να επιστρέψεις στην πατρίδα σου στη Βοιωτία; Πώς είναι το επίπεδο των Ακαδημιών εκεί; Πώς θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σωστά οι ποδοσφαιρικές Υποδομές σε όλους τους νομούς της Ελλάδας;
«Επέστρεψα λόγο της πανδημίας του κορωνοϊού. Θεωρώ ότι το επίπεδο είναι ικανοποιητικό, αλλά σίγουρα έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να καλύψουμε για να φτάσουμε υψηλά επίπεδα του εξωτερικού. Σίγουρα με γνώση, με δουλειά και τους κατάλληλους ανθρώπους θα μπορέσει σταδιακά να υπάρχει η ανάπτυξη σε όλους τους τομείς και όχι μόνο στη Βοιωτία, αλλά και σε όλους τους νομούς».
Ποιό είναι το όραμα του κ. Νίκα για το ποδόσφαιρο στη Βοιωτία; Τί σου είπε, όταν ανέλαβες την μικτή του νομού;
«Κάτι που με κέρδισε από την πρώτη στιγμή στο κύριο Νικά είναι η επιθυμία και το όραμα που έχει για το ποδόσφαιρο. Είναι ανοιχτός σε νέες ιδέες και προτάσεις και βέβαια το αποδεικνύει με πράξεις με όσα έχει προσφέρει στο βοιωτικό ποδόσφαιρο. Και μόνο, ότι έχουν αυξηθεί οι ομάδες στη Βοιωτία κάτι λέει αυτό. Κάθε παιχνίδι στη Βοιωτία έχει αποκτήσει τρομερή αίγλη. Το να βλέπεις 800 άτομα στις κερκίδες σε ματς Β' ΕΠΣ είναι κάτι πρωτόγνωρο. Αυτό που μου είπε εξαρχής ο πρόεδρος, είναι να κάνω το καλύτερο δυνατό και να υπάρχει αξιοκρατία στην επιλογή των παικτών. Είναι πολύ σημαντικό ότι στην Ακαδημία του χωριού μου δεν έχουμε μόνο παίκτες από το χωριό αλλά και από παιδιά από άλλα χωριά. Διαλέγουμε τους καλύτερους. Αυτό έγινε για πρώτη φορά και ελπίζω να καθιερωθεί».
Το δικό σου όραμα ως προπονητής πλέον ποιό είναι;
«Παρότι απόλαυσα το ποδόσφαιρο, δεν είχαν την ευκαιρία να παίξω Α' Εθνική. Θέλω να βοηθήσω νεαρά ταλέντα, να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος. Όταν τον καταφέρω, πρώτα ο θεός, τότε θα κοιτάξω τους επόμενους στόχους».
Πώς πρέπει να είναι η ζωή ενός ποδοσφαιριστή, πρώτα για να ευχαριστηθεί το ποδόσφαιρο και δεύτερον, για να μπορεί να καταξιωθεί μέσα από αυτό σε οποιαδήποτε κατηγορία και αν παίζει;
«Εε οποίο επίπεδο και αν παίζει κάθε ποδοσφαιριστής πρέπει να το απολαμβάνει και αν το βλέπει επαγγελματικά, πρέπει να αφοσιωθεί εξολοκλήρου. Γιατί θέλει πολλές θυσίες για να φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο. Όπως και να έχει, η ζωή του ποδοσφαιριστή, ερασιτέχνη ή επαγγελματία, πρέπει να έχει πειθαρχία και προγραμματισμό, σαν να ήταν μοναχός. Η ατομική προπόνηση πρέπει να γίνει ρουτίνα και φυσικά να προσέχει την εξωγηπεδική του ζωή. Δεν λέω να μην ξενυχτήσει μια φορά την εβδομάδα, αλλά όχι και να γίνει θαμώνας νυχτερινών μαγαζιών. Όταν ζεις για το ποδόσφαιρο, κοιμάσαι και ξυπνάς με αυτό. Θέλεις να πας να τρέξεις, να μυρίσεις χορτάρι, να πλάσεις εικόνες στο μυαλό σου, να βάλεις τον εαυτό σου σε πρωταγωνιστικό ρόλο μέσα στο γήπεδο».
Μπάλα στην Ελλάδα εκτός από τους ποδοσφαιριστές παίζουν και οι παράγοντες. Κακά τα ψέμματα! Εκτός από τον κ. Νίκο, ποιόν άλλον ποδοσφαιρικό παράγοντα εκτίμησες στην καριέρα σου και γιατί;
«Δεν είναι ένας, αλλά δύο! Ο Αλέκος Κουκκάς είναι ένας από αυτούς. Τον έζησα ως παράγοντα στον ΑΟ Μυκόνου και στο Αήττητο Σπάτων. Ήταν πάντα δίπλα μου σαν ποδοσφαιρικός πατέρας. Έτερος παράγων που δεν ξεχνώ είναι ο Σπύρος Μπούμπουρας. Με έφερε στη Λήμνο και με στήριξε απόλυτα σε κάθε μου βήμα. Αμφότεροι είναι υποδείγματα παραγόντων».
Δεν θα μπορούσαμε ως Sportdog να μη σε ρωτήσουμε, μιας και έχεις φάει τα τοπικά γήπεδα με το κουτάλι, ποιό ήταν το πιο γραφικό ελληνικό γήπεδο, στο οποίο έχεις παίξει στην καριέρα σου και γιατί;
«Το πιο γραφικό γήπεδο που έχω παίξει ειναι στη Τήνο όσοι έχουν επισκεφθεί το νησί θα το καταλάβουν αμέσως. Είναι ένα γήπεδο δίπλα στη θάλασσα, με πανέμορφη θέα προς το λιμάνι».
Τελευταία ερώτηση είναι και πιο ενδιαφέρουσα για τους λάτρεις των αριθμών! Πόσα γκολ έχεις μετρήσει συνολικά στην καριέρα σου;
«)Ακούγονται γέλια) Πεντακόσια συν! Δεν τα έχω μετρήσει συνολικά. Για να καταλάβετε, την τελευταία χρονιά στην καριέρα μου, την ολοκλήρωσα με 36 γκολ, όντας παίκτης-προπονητής. Σε δύο χρόνιες σε Σαντορίνη και Λήμνο, έβαλα συνολικά 114 γκολ. Δεν ψάχνω να τα μετρήσω! Η καριέρα μου ως ποδοσφαιριστής έκλεισε. Τώρα έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε με τα παιδιά και σε αυτό συγκεντρώνομαι».