Γράφει ο Δημήτρης Παπανικολάου...
Και η επόμενη μέρα όμως, δεν ήταν καλύτερη γι αυτόν. Ο Άγιαξ ανακοίνωσε ότι του απαγορεύει την είσοδο στους αγώνες του για τα επόμενα πέντε χρόνια, αλλά η ποινική δικαιοσύνη τον… τελείωσε από το οπαδό του ποδοσφαίρου.
Του επέβαλε ποινή αποκλεισμού από τα γήπεδα για 30 χρόνια και τον έστειλε και 14 ημέρες στη φυλακή, έτσι για να δει πως είναι να περνάς τα… βαριά κάγκελα όταν προβαίνεις σε κάποιες αξιόποινες πράξεις.
Διότι για κάποιους σοβαρούς και νομοταγείς πολίτες είναι ιδιαιτέρως αξιόποινο το αδίκημα όχι μόνο της επίθεσης σε βάρος ενός προσώπου, αλλά κυρίως αυτό της καταστροφής της διασκέδασης χιλιάδων άλλων, που βρίσκονται στον ίδιο χώρο και παρακολουθούν κάτι για το οποίο έχουν πληρώσει εισιτήριο. Και αμέσως μου ήρθε στο μυαλό η νέα προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης και του Παύλου Γερουλάνου να φέρουν νέο νομοσχέδιο για τον αθλητισμό, με αιχμή στην προσπάθεια (για μία ακόμα φορά) της καταπολέμησης της βίας.
Ήμουνα νιος και γέρασα, που έλεγαν και οι παλαιότεροι. Διότι εγώ ως ρεπόρτερ έζησα τη μεγάλη μάχη που έδωσε το 1896 ο τότε υφυπουργός Αθλητισμού, Σήφης Βαλυράκης, προκειμένου –μετά το θάνατο του άτυχου Χαράλαμπου Μπλιόνα στο Αλκαζάρ – να περάσει σχεδόν με αντιγραφή το νόμο της Θάτσερ στην Αγγλία, μετά την τραγωδία του Χέιζελ, το Μάιο του 1985.
Ο νόμος, παρά τις αντιδράσεις αρκετών φορέων του ποδοσφαίρου ψηφίστηκε, αλλά στην εφαρμογή του φάνηκε το τεράστιο πρόβλημα, καθώς ούτε συλλήψεις γίνονταν από την αστυνομία, αλλά και όταν αυτό συνέβαινε, οι αστυνομικοί που πήγαιναν ως μάρτυρες στο δικαστήριο «ξεχνούσαν» τα πρόσωπα των ταραξιών και «δεν ήταν σίγουροι» πως αυτοί μετείχαν στα επεισόδια.
Έτσι, ο πιο σκληρός νόμος για τη βία στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου έμεινε ανενεργός με τις συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε σήμερα.
Πηγή: pamesports.gr