Το έζησα το 1995, μόλις 19 και στο ερασιτεχνικό ξεκίνημα της δημοσιογραφίας: Γνώρισα τον Μίμη Παπαιωάννου! Τον είχα...γνωρίσει μόνο από τα λόγια του πατέρα μου που έλεγε για τον αγαπημένο Βλάχο των οπαδών της ΑΕΚ...που έμενε στον αέρα σαν τον Γκάλη και έστειλε την Ένωση στους "4" του ΟΥΕΦΑ το '77 κάνοντας ένα φίλο, να περνάει...με τούμπες τη Λεωφόρο Κνωσού...

Γράφει ο Γιώργος Μιμίκος

Είχε έρθει σαν μέλος του τεχνικού τιμ της Εθνικής στο Ηράκλειο ο Μίμης. Ο κορυφαίος Έλληνας ποδοσφαιριστής του 20ου αιώνα (επισήμως)! Και μετά την υποδοχή των οπαδών της ΑΕΚ  στο αεροδρόμιο που έκανε τους υπόλοιπους διεθνείς να νομίζουν πως βρίσκονταν στη Νέα Φιλαδέλφεια για μερικά λεπτά, την επόμενη μέρα ένιωσα ξεχωριστός: Πήραμε τον Μίμη από το ξενοδοχείο (το Galaxy αν θυμάμαι καλά) με το αυτοκινητο του πατέρα μου. Για να πάμε στην Αλικαρνασσό, εκεί που θα τον τιμούσαν και επίσημα οι οργανωμένοι της ομάδας που αγάπησε όσο τίποτα στη ζωή του! Βάλαμε Καζαντζίδη, μιλήσαμε για τον Στέλιο που είναι η δεύτερη αγάπη του πατέρα μου μετά... την ΑΕΚ και φτάσαμε στην Ικάρου χωρίς να το καταλάβουμε!

Περπατήσαμε στην Ηροδότου και οι μεγαλύτεροι έβγαιναν από τα μαγαζιά για να σφίξουν το χέρι του Μίμη Παπαιωάννου! "Μιμίκο μας τον έφερες, μπράβο", άκουσα και φούσκωνα από περηφάνια! Του έδωσα εγώ την πλακέτα εκείνο το βράδυ. Και είχα το...χαζό χαμόγελο του ηθοποιού, του Τάσου Γιαννόπουλου που έπαιζε στον "Πούσκας των Πετραλώνων"! Τι άλλο να θέλω. Ένα παιδί που άρχιζε να...γνωρίζει τ' άστρα...

Όχι δεν θα γράψω πως "έφυγε" ο Μίμης. Μήπως "έφυγε" ο Καζαντζίδης; Παντού τους βλέπουμε και τους ακούμε, ας κάνετε μια βόλτα κι εσείς από την Αλικαρνασσό αν δεν με πιστεύετε...

Και στο μυαλό μας μια κουβέντα του: "Όταν έπαιζα δεν ήθελα πολλές γιορτές και βραβεύσεις, όταν σταματήσεις όμως σε συγκινούν αυτές οι στιγμές και σε κάνουν να αισθάνεσαι όμορφα", μας είχε πει το αξεχαστο εκεινο βράδυ, "Ηροδότου 151"......

Ακολουθεί όμως ένα κείμενο πραγματικά αντιπροσωπευτικό που έγραψε για τον Μίμη Παπαιωάννου ένας απλός  φίλαθλος της ΑΕΚ...
 
"Στον κιτρινόμαυρο οργανισμό ήταν κοινό μυστικό ότι ο Μίμης δεν ήταν καλά. Η απουσία του από τη λαμπρή βραδιά των εγκανίων του γηπέδου επιβεβαίωσε τις δυσάρεστες φήμες καθώς δεν κατέστη δυνατόν να δώσει το παρών ούτε σε καροτσάκι.
Και χθες το πρωί, ο μεγάλος αρχηγός πέταξε για την γειτονιά των αγγέλων. Όπως ακριβώς πετούσε τα χρόνια που φορούσε την κιτρινόμαυρη φανέλα και μάγευε τα πλήθη των ενωσιτών φιλάθλων. Και έτσι θα τον θυμόμαστε όλοι. Να πετάει στα ουράνια, να αψηφεί τους νόμους της βαρύτητας και να δίνει το δικό του ραντεβού στον αέρα με τη μπάλα, λίγο πριν τη στείλει στα αντίπαλα δίχτυα.
 
Η ιστορία του Μίμη δεν είναι μια απλη ποδοσφαιρική ιστορία, ούτε καν η ποδοσφαιρική ιστορία ενός πραγματικού θρύλου των γηπέδων. Στο life story του Μίμη υπήρχε κάτι το μεταφυσικό. Ήταν η ενσάρκωση της ΑΕΚ σε ποδοσφαιριστή. Αν υπήρχε η ιερή Βίβλος του ποδοσφαίρου στο εδάφιο που θα έγραφε ποδοσφαιριστής ΑΕΚ, δίπλα θα υπήρχε η Αγιογραφία του. Και πώς να μην είναι έτσι όταν αυτή η τεράστια προσωπικότητα ενσάρκωνε όλα τα ιδεώδη της ΑΕΚ; Ποδοσφαιρική και αθλητική ικανότητα στο υψηλότερο επίπεδο, ικανή να συγκριθεί μόνο με απλησίαστες μορφές του εξωτερικού, ηγετικά χαρίσματα, προσωπικότητα και παροιμιώδες ήθος. Σε μια εποχή που το Fair Play δεν υπήρχε ούτε σαν σκέψη, ο Μίμης εν αγνοία του ήταν ο πρώτος πρεσβευτής του. Στα χρόνια που οι τσακωμοί των ποδοσφαιριστών εντός γηπέδου ήταν ένα συχνό φαινόμενο και η κοινή γνώμη της συντηρητικής Ελλάδας των δεκαετιών '60 και '70 τους είχε κατατάξει ως μια κάστα αλητείας, υπήρχε ο Μίμης ο οποίος δεν είχε δει ποτέ στην καριέρα του κόκκινη κάρτα (αν δεν κάνω λάθος πρέπει να έχει δεχθεί μία ή δύο κίτρινες μόνο), που πάντα ήταν ο πυροσβέστης που θα έμπαινε στη μέση του καβγά και θα έσβηνε τη φωτιά με ένα χαμόγελο ή μια αγκαλιά στον αντίπαλο. Χωρίς ίχνος υποκρισίας ή κορεκτίλας. Απλά έτσι ήταν σαν άνθρωπος, αυτό θεωρούσε φυσιολογικό.
 
Ο Μίμης έκανε πραγματικότητα το όνειρο που εχουν χιλιάδες παιδιά. Ερχόμενος από την φτωχή αλλά υπερήφανη ελληνική επαρχία εκείνης της εποχής (το παρατσούκλι "βλάχος" τον συνόδευε για αρκετά χρόνια) ήρθε στην κοσμική Αθήνα και δεν δελεάστηκε στιγμή από τη βραδυνή ομορφιά της και την ντόλτσε βίτα. Και σε αυτό τον τομέα ήταν ένα βήμα μπροστά, ένας πραγματικός επαγγελματίας σε μια άκρως ερασιτεχνική εποχή. Δούλεψε σκληρά, ήταν πάντα μετρημένος σε όλα, γι' αυτό και η καριέρα του είχε τόσο μεγάλη διάρκεια στο πιο υψηλό επίπεδο.
 
Με το καλημέρα πήρε το πρωτάθλημα του 1963 και χρίστηκε διάδοχος του επίσης μεγάλου Κώστα Νεστορίδη. Νομοτελειακά το περιβραχιόνιο του αρχηγού πέρασε στο μπράτσο του χωρίς καν να το ζητήσει. Ήταν τόσο χαρισματικός σε ταλέντο και σαν προσωπικότητα που είχε την πλήρη αποδοχή όλης της κιτρινόμαυρης οικογένειας και μοιραία έγινε ο πιο εμβληματικός αρχηγός της ιστορίας της. Ήταν ο άνθρωπος που με την παρουσία του ένωσε όλες τις επιτυχημένες στιγμές της ΑΕΚ. Από την ΑΕΚ του Γένε Τσάκναντι, σε αυτή του Μπράνκο Στάνκοβιτς και τέλος στην χρυσή εποχή του Λουκά Μπάρλου, ο Μίμης ήταν εκεί, πάντα μπροστάρης στα εύκολα και στα δύσκολα. Ένας πραγματικός αρχηγός, ένας παίκτης σύμβολο που μαζί του μεγάλωσαν γενιές Ενωσιτών φιλάθλων. Φόρεσε τη κιτρινόμαυρη φανέλα με το 10 για 17 ολόκληρα χρόνια και σημείωσε εξωπραγματικές επιδόσεις (289 γκολ σε 566 εμφανίσεις, τα 236 σε 481 εμφανίσεις στην Α’ Εθνική), ενώ εξίσου σημαντικές επιτυχίες είχε και στην 15ετή πορεία του με τη φανέλα της Εθνικής (61 συμμετοχές και 21 γκολ) στην οποία ήταν επίσης αρχηγός.
 
Όσοι τον ζήσαμε έστω στα τελευταία του ποδοσφαιρικά χρόνια, έχουμε την τύχη και την γνώση ώστε να μπορούμε να αντιληφθούμε το μεγαλείο του Μίμη Παπαϊωάνου. Θυμάμαι τον εαυτό μου παιδάκι του δημοτικού, να περιμένει με αγωνία τη μάνα μου να μου ράψει στην πλάτη το νούμερο 10 στη ρέπλικα παιδική φανέλα της ΑΕΚ που είχα αγοράσει από το κατάστημα αθλητικών ειδών της γειτονιάς. Κάτι απόλυτα φυσιολογικό αφού ο Μίμης ήταν ο βασικός υπεύθυνος για τη προσωπική μου λατρεία στην ΑΕΚ. Μπορεί στα μικράτα μου να δήλωνα απλά ΑΕΚ, αλλά το βραχυκύκλωμα στον παιδικό μου εγκέφαλο έγινε όταν τον είδα στην ασπρόμαυρη τηλεόραση να εκτελεί με μια απίστευτη κεφαλιά τον τερματοφύλακα του Ερυθρού Αστέρα και στη συνέχεια να πανηγυρίζει με τα χέρια απλωμένα και κλειστά τα μάτια. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Μίμης έκανε την ΑΕΚ τρόπο ζωής για χιλιάδες παιδάκια και για μένα επίσης. Δικό του ήταν και το αποκορύφωμα της μεγαλειώδους πορείας ως τον ημιτελικό του κυπέλλου Ουέφα το 1977, όταν στα τελευταία λεπτά του δραματικού αγώνα με την Κ.Π.Ρ. απογειώθηκε (στα 35 του) ανάμεσα στους θηριώδεις Άγγλους κεντρικούς αμυντικούς και με γυριστή κεφαλιά έκανε το 3-0 στέλνοντας το ματς στην παράταση και τα πέναλτι. Αυτές ήταν οι δύο πιο έντονες στιγμές ποδοσφαιρικής μαγείας που μνημονεύω από τον Μίμη και αποτυπώνονται στις δύο φωτογραφίες της ανάρτησης.
 
Ένας από τους λόγους άλλωστε, που μπήκε στη ζωή μου το συλλεκτικό μικρόβιο ήταν μια μέρα να καταφέρω να αποκτήσω κάποια φανέλα του. Ευτυχώς ο
Θεός με αξίωσε να έχω δύο και μάλιστα από τα πιο ένδοξα χρόνια του (3 μαζί με αυτήν του φιλικού αγώνα που έγινε προς τιμήν του το 2000).
Είχα την τύχη να τον γνωρίσω και να τον ακούσω αρκετές φορές να εξιστορεί αυτές τις μικρές και μεγάλες ιστορίες της καριέρας και της ζωής του. Ακόμα και στην προσωπική επαφή, η εντύπωση που είχα για εκείνον και η αγιογραφία που είχα στήσει γύρω από την μορφή που λεγόταν Μίμης Παπαϊωάννου δεν είχε την παραμικρή απόκλιση με την πραγματικότητα. Ήταν μια τεράστια μορφη, η κορυφαία της ΑΕΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Ο Μίμης μας, ο τεράστιος Μίμης, ο αιώνιος αρχηγός μας και σπουδαίος εκφραστής των ιδανικών που αποπνέει η ΑΕΚ.
Ιδανικά, που πιστεύω ότι τα διαμόρφωσε ο ίδιος ο Μίμης σε μεγάλο βαθμό στα χρόνια που την υπηρέτησε....
 
Υ.Γ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Θεός, πέρα από τις υπόλοιπες αρετές του, τον έκανε καλλίφωνο ώστε έχει τη δυνατότητα να τραγουδήσει ακόμη και τον Ύμνο της ΑΕΚ και να μείνει στην αιωνιότητα για έναν ακόμη λόγο..."
 
ΠΗΓΗ: neakriti.gr