Γιατί, για τους Βρετανούς το «Empire Stadium» δεν ήταν απλά ένας παράλληλος τόπος συνάντησης, για μονάρχες, την αστική ή την εργατική τάξη, αλλά μία γιγαντιαία λαϊκή Εκκλησία σύμβολο του εκάστοτε μεγαλύτερου αθλητικού, άρα και κοινωνικού θεάματος της εποχής. Ένας ιερός χώρος μνημών που από το 1923, και παρόλο το αναγκαίο, ολικό lifting διατηρεί ακόμη και σήμερα ανεξίτηλες την μαγεία, αλλά και την γοητεία του.
Για το κοινό, το Ουέμπλεϊ άνοιξε τις πύλες του στις 28 Απριλίου του 1923, με αφορμή τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας ανάμεσα στη Μπόλτον και τη Ουέστ Χαμ (2-0), παρουσία του Βασιλιά Γεωργίου του 5ου, αλλά και του… Μπίλι: ενός πανέμορφου, λευκού, βασιλικού κι εκείνου, αλόγου που υποτίθεται έπρεπε να παίξει τον ρόλο του διασκεδαστή, αλλά αντικρίζοντας 200.000 κόσμο, το κακόμοιρο τρομοκρατήθηκε κι άρχισε να τρέχει πάνω, κάτω, δεξιά κι αριστερά κινδυνεύοντας να ποδοπατήσει όποιον έβρισκε μπροστά του.
Το ’30, πάλι κατά τη διάρκεια του Άρσεναλ- Χάντερσφιλντ, επίσης τελικού Κυπέλλου Αγγλίας, οι θεατές σήκωσαν τα βλέμματά τους στον ουρανό και παρακολούθησαν μία γιγαντιαία φάλαινα να διασχίζει τα λονδρέζικα σύννεφα. Ήταν το θρυλικό αερόπλοιο Zeppelin, ήταν όμως κι ο πρώτος, κακός οιωνός για την τραγωδία του 2ου παγκοσμίου πολέμου που θ’ ακολουθούσε. Το Λονδίνο και το Ουέμπλεϊ άντεξαν με σθένος στα ανελέητα σφυροκοπήματα των γερμανικών Στούκας. Ο τότε πρωθυπουργός, Ουϊνστον Τσόρτσιλ, θέλοντας να στείλει στους κατακτητές το μήνυμα ότι ο λαός του είναι πολύ σκληρότερος από τον οποιονδήποτε φόβο, μετέτρεψε το Ουέμπλεϊ σ’ ένα ανοικτό νοσοκομείο πρώτων βοηθειών, ενώ το ’41, ο ίδιος έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα του ποδοσφαιρικού αγώνα ανάμεσα στην Αγγλία και τη Σκωτία.
Το ’48 φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τον Νοέμβριο του ’53, με αφορμή τα 90 χρόνια από την ίδρυση της αγγλικής, ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας φιλοξένησε το «παιχνίδι του αιώνα», ανάμεσα στην Αγγλία και την Ουγγαρία του Πούσκας, την πιο δυνατή ομάδα του τότε κόσμου, από την οποία και ταπεινώθηκε μ’ ένα αφοπλιστικό 3-6.
Το ’63 υποβλήθηκε στο πρώτο του lifting ενόψει του αγώνα μποξ ανάμεσα στον Βρετανό Χένρι Κούπερ και τον Αμερικανό Κάσιους Κλέι, αργότερα Μουχάμαντ Άλι, νικητή μπροστά σε 55.000 θεατές. Αλλά κι ενόψει του τελικού Κυπέλλου Πρωταθλητριών ανάμεσα στη Μίλαν και τη Μπενφίκα. Έκτοτε φιλοξένησε ακόμη τέσσερις, το Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ- Μπενφίκα του ’68, το Άγιαξ- Παναθηναϊκός του ’71, το Λίβερπουλ- Μπρουζ του ’78 και το Μπαρτσελόνα- Σαμπντόρια του ’92. Τις μεγαλύτερές του, όμως στιγμές τις βίωσε στο Μουντιάλ του 1966, με αποκορύφωμα τον τελικό Αγγλίας- Γερμανίας και τη Βασίλισσα Ελισάβετ να δίνει στα χέρια του αρχηγού, Μπόμπι Μούρ το πολύτιμο «Ζιλ Ριμέ», έως σήμερα το μοναδικό τρόπαιο που κατέκτησε ποτέ η εθνική των 3 λιονταριών σε ποδοσφαιρικό επίπεδο. Από το παλιό Ουέμπλεϊ διατηρήθηκαν ακόμη και σήμερα τα περίφημα 39 σκαλοπάτια, όσα διένυσαν ο Μουρ κι οι συμπαίκτες του, από τον αγωνιστικό χώρο, μέχρι το Royal Box, τη βασιλική σουϊτα. Σε αντίθεση με τους επίσης εμβληματικούς «δίδυμους πύργους», ύψους 24 μέτρων που δέσποζαν πάνω από το Ουέμπλεϊ, αλλά κατεδαφίστηκαν για τεχνικούς λόγους και δεν γινόταν να διατηρηθούν και στο νέο γήπεδο.
Πριν το κλείσιμό του, το Ουέμπλεϊ φιλοξένησε και τον τελικό του Euro ’96 και συνταξιοδοτήθηκε τον Οκτώβριο του 2000, μαζί με τον παραιτηθέντα ομοσπονδιακό τεχνικό Κέβιν Κίγκαν, με ήττα της Αγγλίας από τη Γερμανία (0-1), σε αγώνα των προκριματικών του Μουντιάλ 2002.
Από το ’72 το θρυλικό στάδιο είχε μετατραπεί και σε Καθεδρικό Ναό της Μουσικής διοργανώνοντας μερικές από τις μεγαλύτερες συναυλίες της Ιστορίας, αλλά με τους Έλτον Τζον, Live Aid, Μαντόνα και Μάικλ Τζάκσον να καταρρίπτουν κάθε ρεκόρ προσέλευσης, άνω των 120.000 θεατών, σε κάθε μέρα των συναυλιών τους, μέσο όρο, 30 χιλιάδες περισσότεροι απ’ όσους άκουσαν την Αντέλ στο νέο Ουέμπλεϊ.
Το νέο στάδιο που ξανά χτίστηκε το 2007, και ύστερα από 5 χρόνια εργασιών πάνω στις στάχτες του original γηπέδου, μία, ναι μεν υπερσύγχρονη και εντυπωσιακή κατασκευή, επίσης multiplex, πολλαπλών, δηλαδή χρήσεων, αλλά που απέχει έτη φωτός από τη φήμη και την αίγλη που χτίστηκαν στο προηγούμενο Ναό και που στις συνειδήσεις των Βρετανών θα παραμείνει για πάντα ο κατεξοχήν τόπος των μεγάλων, κοινωνικών τους συναντήσεων, ανεξαρτήτου τάξης ή χρώματος αίματος…