Από τις συνολικά 211 εθνικές ομάδες του ποδοσφαιρικού κόσμου, και με την Ερυθραία εκτός λίστας, άρα χωρίς βαθμολογία εδώ και πέντε χρόνια, μόνο η Ανγκουίλα πέτυχε μία σχετική βελτίωση καταφέρνοντας, με συντελεστή 779.86, έναντι του 739.64 του Σαν Μαρίνο να ξεκολλήσει από τον πάτο της παγκόσμιας μπάλας. Ακριβέστερα, ως «χέλι» να ξεγλιστρήσει και να βρεθεί στον 2ο γύρο των προκριματικών του Μουντιάλ ’26, στη ζώνη του Concacaf.
Γιατί όμως το νησιώτικο σύμπλεγμα της Καραϊβικής, που υπάγεται διοικητικά στη Μεγάλη Βρετανία ονομάζεται Ανγκουίλα, «χέλι» τα ιταλικά; Απλούστατα, γιατί αυτό ακριβώς το σχήμα του θύμισε, του Ιταλού θαλασσοπόρου Κριστόφορο Κολόμπο όταν την πρώτο ανακάλυψε. Και έκτοτε, έτσι έμεινε και καθιερώθηκε.
Πρόκειται για μία μικροσκοπική λωρίδα γης, με πέντε, όλα κι όλα νησάκια και με πρωτεύουσα το The Valley, συνολικού πληθυσμού 15.000 ανθρώπων και μόλις 91τχλμ. εν ολίγοις σε έκταση, τρεις, μπορεί και τέσσερις φορές μικρότερη από την Αθήνα, την οποία δεν χρειάζεσαι περισσότερο από ένα 40λεπτο για να την επισκεφθείς από τη μία άκρη, στην άλλη.
Όπως ήδη αναφέραμε, η Ανγκουίλα ήταν και παραμένει βρετανική αποικία, ανεμίζει κι εκείνη την ίδια σημαία, διόρθωσε τον επίσημο ύπνο της σε «God save the King», ως προς το football όμως, από τη «Μαμά Πατρίδα» εξακολουθεί να έχει σοβαρά παράπονα γιατί από το Λονδίνο ο αθλητικός εξοπλισμός που αποστέλλεται προορίζεται μόνο για την ενίσχυση του κρίκετ, της ιστιοπλοΐας, του στίβου, του μπάσκετ ή του ράγκμπι. Το ποδόσφαιρο θεωρείται υποδεέστερο, έως και ανύπαρκτο.
Και όμως, χάρη στην οικονομική βοήθεια 1.7 εκ. δολαρίων που ενέκρινε το 2003 ο τότε πρόεδρος της Fifa, Σεπ Μπλάτερ η Ανγκουίλα, σταδιακά προσπάθησε να δώσει ζωή και ενδιαφέρον και στο ποδόσφαιρο. Έχτισε γήπεδο (δεν έχει σημασία, εάν μόλις 1000 θέσεων), συγκρότησε εθνική ομάδα, ένα πρωτάθλημα με εννέα συλλόγους και τίποτα περισσότερο. Γιατί, όταν οι εγγεγραμμένοι ποδοσφαιριστές δεν ξεπερνούν τους 175, και απ’ αυτούς, αρκετοί αναγκάστηκαν να φύγουν γιατί έβρισκαν καλύτερες δουλειές, είτε στο κοντινό Πουέρτο Ρίκο, είτε σε μεγαλύτερα νησιά (Μπαρμπέιντος, Σεντ Κιτς, Ντομίνικα ή Αντίγκουα), αναπόφευκτα, το ποδοσφαιρικό κίνημα έπρεπε να ξαναφτιαχτεί από την αρχή.
Μέχρι και μέσω αγγελιών, στα κοινωνικά δίκτυα επιχείρησε η τοπική ομοσπονδία να «αλιεύσει» ποδοσφαιριστές, αλλά από τις 230 εκκλήσεις για βοήθεια, μόνο δύο, ντόπιοι, ένας που ζει χρόνια στη Βενεζουέλα κι ένας ακόμη στο Τρίνινταντ ανταποκρίθηκαν. Με τέτοιους αντικειμενικούς σκοπέλους, πώς να χτίσεις εθνική ομάδα;
Παρόλα αυτά, ακόμη και με μεταχειρισμένο εξοπλισμό (μπάλες, φανέλες, παπούτσια), από το Πουέρτο Ρίκο ή και την Κούβα, στο μικρόκοσμό της κάτι σπουδαίο κατάφερε η Ανγκουίλα. Στο ντέρμπι της Καραϊβικής του 1ου γύρου απέκλεισε, στα πέναλτι τους «αιώνιους» Τουρκς εντ Κάικος, άσχετα εάν μετά έχασε 4-0 από το Σουρινάμ και 8-0 από το Πουέρτο Ρίκο. Για να βρεθεί στο Μουντιάλ, εννοείται πως δεν έχει την παραμικρή ελπίδα, εκτός και αν, το καλοκαίρι του ’25 αποκλείσει με κάποιο τρόπο, διαδοχικά Σεν Βενσάν, Τζαμάικα και Ελ Σαλβαδόρ.
Ξεπέρασε όμως το ίδιο, τον εαυτό της γιατί ξεκόλλησε από την τελευταία θέση του παγκόσμιου ranking δικαιώνοντας παράλληλα τον Τζόε Πατέρνο, γκουρού του Αμέρικαν Φούτμπολ και επί 45 χρόνια προπονητή του Πεν Στέιτ. «Επειδή οι τελευταίοι, δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν πρώτοι, ας φροντίσουν τουλάχιστον να γίνουν προτελευταίοι»…