Μήπως είναι θέμα προπονητή; Όχι, γιατί πριν τον Ντοριβάλ Τζούνιορ τα τελευταία τρία χρόνια η Σελεσάο είχε αλλάξει άλλους τρεις: τον Τίτε, τον Ραμόν Μενέζες και τον Φερνάντο Ντινίζ. Και τότε, τι φταίει;

 Για τους εξειδικευμένους ποδοσφαιρολόγους, φταίνε δύο βασικά πράγματα: 1) ότι το 90 % των διεθνών της παίζουν στο εξωτερικό, άρα δεν είναι εύκολο να οργανώσεις μία εθνική ομάδα όταν όλα της τα αστέρια βρίσκονται και τρεις και τέσσερις χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Και 2) ότι οι παίκτες που αντιπροσωπεύουν τη σημερινή εθνική τους, μπορεί να πληρώνονται με το… κιλό, στους ευρωπαϊκούς τους συλλόγους, αλλά επί της ουσίας δεν έχουν τίποτα από το χάρισμα, την ταχύτητα, το απρόοπτο της κίνησης ή το ταλέντο των προηγούμενων γενιών.

 Οι δύο ισχυρότερες Βραζιλίες όλων των εποχών υπήρξαν εκείνη του ’70, όταν ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός Μάριο Ζαγκάλο είχε τη φαεινή έμπνευση να παίξει ταυτόχρονα με πέντε 10άρια: Ριβελίνο, Τοστάο, Πελέ, Ζέρσον, Ζαϊρζίνιο. Κι εκείνη του ’82 όταν ο επίσης μεγάλος, Τέλε Σαντάνα έπαιξε, επίσης ταυτόχρονα με τους άκρο- επιθετικούς Φαλκάο, Ζίκο, Σόκρατες, Ζούνιορ, Σερέζο, Έντερ. Από τις δύο, η πρώτη είχε θριαμβεύσει στο Μεξικό, ενώ η δεύτερη στάθηκε πιο άτυχη πέφτοντας πάνω στον αείμνηστο Πάολο Ρόσσι που έκτοτε, μετά το ιστορικό «χατ- τρικ» της Βαρκελώνης, ποδοσφαιρικά μιλώντας δεν ξανά συνήλθε.

 Η ομάδα, λοιπόν που κατέκτησε τα περισσότερα Μουντιάλ (πέντε, το ’58, ’62, ’70, ’94 και 2002), 9 Copa America και 4 Confederations Cup έχει να σηκώσει το παγκόσμιο κύπελλο 23 ολόκληρα χρόνια, με τη φουρνιά τότε των επίσης ταλαντούχων, Ρονάλντο, Ριβάλντο, Ροναλντίνιο και Ρομπέρτο Κάρλος. Οι οποίοι, με όλο τον σεβασμό για τους σημερινούς διεθνείς δεν είχαν καμία σχέση με τους Βινίσιους, Ροντρίγκο, Καζεμίρο, Νεϊμάρ ή Ραφίνια: αλλοίμονο, καλοί παίκτες και οι τωρινοί, αλλά αγωνίζονται με μία βαριεστημένη τεμπελιά, είναι δύο φορές πιο αργοί και τρεις, ατομιστές.

 Αναπόφευκτες οι 4 σφαλιάρες με τις οποίες η αιώνια Αργεντινή (μάλιστα χωρίς Μέσι και Λαουτάρο Μαρτίνες), ταπείνωσε τη Σελεσάο στο πρόσφατο «Super Clasico» του Μονουμεντάλ. Χωρίς μάλιστα να φέρει την παραμικρή ευθύνη ο 25χρονος τερματοφύλακας της Αλ Νασρ, Μπέντο ο οποίος μπορεί να δέχτηκε 4 γκολ, αλλά έσωσε άλλα τέσσερα. Αναπόφευκτο και το τελεσίγραφο που εισέπραξε ο βραζιλιάνικος κόσμος: ή αλλάζει κάτι εδώ και τώρα ή εάν έρθουν κι άλλες ήττες η πρόκριση στο επόμενο Μουντιάλ δεν θα είναι σε καμία περίπτωση εξασφαλισμένη.

 Αυτά βέβαια, στη θεωρία, γιατί στην πράξη η Λατινική Αμερική θα στείλει σε Ηνωμένες Πολιτείες, Μεξικό και Καναδά έξι ομάδες, συν μία ακόμη εάν κερδίσει το μπαράζ με μία ομάδα από κάποια άλλη Ήπειρο. Συμφωνούμε όλοι πως δεν νοείται Μουντιάλ χωρίς Βραζιλία γι’ αυτό εξάλλου (αν κι ο εκεί ανταγωνισμός δεν μπορεί να συγκριθεί με τον ευρωπαϊκό) ήταν παρούσα και στις 22 διοργανώσεις. Αν όμως ο κατήφορος συνεχιστεί κι άλλο, δεν αποκλείεται να μπει σε περιπέτειες.

 Αυτή τη στιγμή η Σελεσάο βρίσκεται στην 4η θέση του προκριματικού ομίλου της Λατινικής Αμερικής με 21 βαθμούς, -10 από την πρωτοπόρο Αργεντινή από την οποία ηττήθηκε δύο φορές: 0-1 στο «Μαρακανά» και 4-1 στο Μπουένος Άιρες. Είχαν προηγηθεί τρεις ακόμη ήττες για τους «Cariocas»: 2-0 από την Ουρουγουάη, 2-1 από την Κολομβία, 1-0 από την Παραγουάη, συν τρεις, εξίσου ανησυχητικές ισοπαλίες: με τη Βενεζουέλα, 1-1 εντός και 1-1 εκτός και με την Ουρουγουάη, 1-1 στο Ρίο ντε Ζανέιρο.

 Ένας τρόπος υπάρχει για να ξανά σταθεί, η συγκεκριμένη Βραζιλία ξανά στα πόδια της. Να κάνει μία βουτιά στο παρελθόν και να παρακολουθήσει σε βιντεοκασέτες ποιοι παίκτες φόρεσαν τη θρυλική, καναρινί φανέλα. Υπό τη μουσική υπόκρουση των αριστουργημάτων του Κάρλος Τζομπίμ ή της «Tristeza», με τη βελούδινη φωνή της αξέχαστης Αστρούντ Ζιλμπέρτο. Γιατί αυτή τη στιγμή, μόνο «Tristeza», θλίψη, εμπνέει και θυμίζει…