O Λουίς φαν Χάαλ είναι αλήθεια πως δεν έχει κάνει αυτή την πρώτη του χρονιά την τρομερή διαφορά στο «Ολντ Τράφορντ». Με δεδομένο πως θα μείνει χωρίς τίτλο για δεύτερη σερί σεζόν η Γιουνάιτεντ, κάτι που δεν έχει γίνει από τη διετία 1987-1989, αντιλαμβάνεται κανείς σε ένα σύλλογο «κακομαθημένο» στις επιτυχίες από τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον πόσο πολύ ενοχλεί αυτό.
Αλλά πραγματικά αυτό που πρέπει να αντιληφθούν όλοι στο «Θέατρο των Ονείρων» -και το έθεσε εξαιρετικά ο Ρόι Κιν στην ανάλυσή του στην τηλεόραση του BBC- είναι πως οποιαδήποτε σύγκριση πρέπει να πάψει αναφορικά με τις ομάδες του 1994 ή του 1999 ή του 2008 και να εστιαστεί σε αυτή τη νέα εποχή. Ο Ολλανδός τεχνικός έχει μία πραγματικά δύσκολη δουλειά να κάνει. Το να συγκρίνεται διαρκώς με τον Φέργκιουσον (κάτι πραγματικά αδύνατο για οποιονδήποτε) δεν αποφέρει κάτι, ενώ οι συχνές αναφορές στο τι διαφορετικό έχει πετύχει σε σύγκριση με τον Μόγες είναι ουτοπικό. Ναι, οι βαθμοί δεν είναι πραγματικά πολλοί περισσότεροι, αλλά η εικόνα διαφέρει. Μπορεί να μην παίζει κάποιο θελκτικό ποδόσφαιρο, όμως έχει μία ικανότητα να παίρνει βαθμούς που στην κακή της μέρα δεν είναι κάτι αμελητέο και επίσης υπάρχει πολύ περισσότερη προσπάθεια μέσα στο γήπεδο σε σύγκριση με την απάθεια που χαρακτήριζε τις ενδεκάδες του Μόγες πέρυσι! Και φυσικά ο βασικός στόχος, που είναι η επιστροφή μέσω της τετράδας στο Τσάμπιονς Λιγκ, παραμένει ορατός, ωστόσο δεν πρέπει να μένει εκτός κουβέντας η πιθανότητα να μην επιτευχθεί και τότε πρέπει να γίνει μία συνολική επανεκτίμηση της κατάστασης!
Όχι όμως να προχωρήσει και πάλι σε αλλαγή προπονητή, γιατί τότε θα χαθεί και αυτό το κάτι που έχει δημιουργηθεί φέτος και θα ξεκινήσει μία εσωστρέφεια που πάντα συνοδεύει τα εκβιαστικά εγχειρήματα!
«Μία καλά ομάδα στο ποδόσφαιρο έχει πολλές ομοιότητες με μία συμφωνική ορχήστρα», επέμενε ο Ρίνους Μίχελς πριν από 40 χρόνια και συμπλήρωνε: «Με τη διαφορά πως η δουλειά του μαέστρου είναι πιο εύκολη από εκείνη του προπονητή, αφού οι μουσικοί που μπορούν να εκτελέσουν το έργο τους μένουν μαζί μία ολόκληρη περίοδο ίσως και δύο, χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις σε αντίθεση με τους ποδοσφαιριστές που έχουν τους αντιπάλους έτοιμους να τους απορυθμίσουν». Τα λόγια του αείμνηστου Ολλανδού, του πνευματικού πατέρα του «Τόταλ Φούτμπολ», βρίσκουν απόλυτη εφαρμογή κυρίως στα μεγάλα ματς και σε όποια κρίνουν τελικά την έκβαση της σεζόν! Οπως έλεγε ένας άλλος τεράστιος προπονητής, ο Ερνστ Χάπελ, η διαφορά ανάμεσα στον σκηνοθέτη ενός έργου και ενός τεχνικού στην μπάλα είναι πως ο πρώτος έχει τη βεβαιότητα πριν ανέβει η παράσταση πως η προετοιμασία του έχει φτάσει τους ηθοποιούς έτοιμους για το 100% της απόδοσης. «Στο ποδόσφαιρο όμως ακόμη και αν φτάσεις στο 95% την προετοιμασία, πάντα μένει αυτό το μικρό ποσοστό της αβεβαιότητας. Είναι το άθλημα τόσο απρόβλεπτο και μία μικρή λεπτομέρεια σου αλλάζει τα πάντα. Εξαρτάσαι πολύ από τις πιθανότητες τύχης ή ατυχίας που μία παράσταση δεν έχει να φοβάται», εξηγούσε ο ιδιοφυής Αυστριακός που και αυτός το προπονητικό του όνομα το έφτιαξε στην Ολλανδία, οδηγώντας τη Φέγενορντ στην κατάκτηση (πριν από τον Αγιαξ) του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1970. Και έλεγε ακόμα ο Χάπελ: «Ενας καλός ηθοποιός ξέρει ο σκηνοθέτης πώς θα αποδώσει τα μέγιστα. Ενας καλός παίκτης δεν ξέρεις ποτέ πόσο καλά θα αποδώσει».
Ο Φαν Χάαλ είναι αυτής της σχολής. Θέλει μία ομάδα που να έχει ο ίδιος τον έλεγχο και οι πολλές πάσες και το κοντρόλ παιχνίδι είναι βασικοί άξονες. Ομως ο κόσμος στην εξέδρα, τόσο συνηθισμένος στο επιθετικό στυλ του Φέργκιουσον, δεν μπορεί να βλέπει την μπάλα να γυρίζει παράλληλα και προς τα πίσω και πιέζει για να δει κάτι που είχε συνηθίσει όλα αυτά τα χρόνια. Στα δικαιολογητικά υπέρ του Φαν Χάαλ το ότι παίκτες που κόστισαν πάρα πολλά λεφτά δεν αποδίδουν καλά όπως ο Ντι Μαρία, που αποβλήθηκε ανόητα εναντίον της Αρσεναλ, και ο Φαλκάο που ο τραυματισμός του έχει στερήσει αυτή την έκρηξη η οποία του έδινε το μισό μέτρο μπροστά από τον αμυντικό στην κίνηση.
Στα μείον όμως του Ολλανδού τεχνικού πως άφησε την άμυνά του ακάλυπτη, πως δεν εκμεταλεύεται το ταλέντο τού (αγνώριστου) Λουκ Σόου, βάζοντας του χαλινάρι στις επιθετικές επελάσεις και πως δεν εμπιστεύεται τον Μάτα. Επίσης του πήρε καιρό να χρησιμοποιήσει τον Ρούνεϊ στην κανονική του θέση στην επίθεση και όλοι συμφωνούν πως άνευ Ντε Χέα (του καλύτερου φέτος γκολκίπερ στην Πρέμιερ Λιγκ) η Γιουνάιτεντ θα ήταν πολύ πιο κάτω. Αυτό αναπόφευκτα θα είχε συσσωρεύσει περισσότερη γκρίνια για τον Φαν Χάαλ.
Όμως επιμένω σε ένα πολύ κομβικό σημείο: δεν είναι λύση να φύγει ο Ολλανδός, αλλά να στηριχτεί και το ερχόμενο καλοκαίρι με ένα καλό μπάτζετ. Πιθανότατα θα χρειαστούν δύσκολες επιλογές όπως το να πουληθούν ο Ντι Μαρία και ο Μάτα, να μην ανανεωθεί η παραμονή του Φαλκάο, να αποχωρήσει ο (ταλαιπωρημένος από τραυματισμούς) Φαν Πέρσι και να ξεφορτώσει όποιον άλλο πιστεύει πως δεν είναι για τα στάνταρ της Γιουνάιτεντ. Με όποια λάθη (τύπου Γουέλμπεκ), ο Φαν Χάαλ δικαιούται να έχει μία ακόμη ολόκληρη σεζόν να δείξει κάτι. Θα έχει την ευκαιρία να κάνει κανονική προετοιμασία, αφού τον περασμένο Ιούλιο τον έχασε στο Μουντιάλ και θα έχει ακόμη μία ευκαιρία να κάνει τους ηθοποιούς του να μάθουν τον ρόλο τους. Πρέπει βέβαια και ο ίδιος να βάλει νερό στο κρασί του και να παραδεχτεί πως μία ομάδα δεν μπορεί να λειτουργεί με χειρόφρενο!
Εάν και του χρόνου τέτοια εποχή δεν υπάρχει βελτίωση, τότε ναι, θα πρέπει να αναθεωρηθεί το πλάνο. Εντούτοις το να αλλάζει κάθε καλοκαίρι έναν προπονητή μία ομάδα και ένας οργανισμός που είχε συνηθίσει να έχει τον ίδιο άνθρωπο επικεφαλής για 27 χρόνια, θα είναι ένα εγκληματικό λάθος!
Πηγή: SportFM.gr