Η πρώτη αγγλική της Ιστορίας που κατέκτησε ποτέ το τότε Πρωταθλητριών (1967-’68), η 2η βρετανική μετά τη Σέλτικ (1966-’67). Αλλά και η πρώτη αγγλική που πανηγύρισε το treble και 2η βρετανική, πάντα μετά τους «Καθολικούς» της Γκλασγκόβης.
Καμία επίσης, εάν στην μετά Σκοτσέζου εποχή, οι «διάβολοι» έχασαν το χρώμα τους, κάπως ξεθώριασαν και ας μην είναι πλέον τόσο «κόκκινοι» όσο επί ημερών Φέργκιουσον. Όσο ότι συνεχίζουν να εισπράττουν φρέσκο χρήμα, γιατί είχαν χτίσει ένα τόσο ισχυρό brand name που ακόμη πουλάει, και θα πουλάει, ακριβά, σε κάθε γωνιά της γης, κυρίως όμως στην Ασία.
Η πλέον πρόσφατη απόδειξη ήταν η ανανέωση της συνεργασίας της με μία από τις δύο, διάσημες, γερμανικές εταιρίες ένδυσης που για τον επίσημο, με την έννοια των αγώνων, τεχνικό εξοπλισμό, όσο για τις φόρμες, τα παπούτσια ή τις φανέλες προπόνησης θα πληρώσει, από το 2025 έως το 2035 στη Μάντσεστερ, 105εκ. ευρώ το χρόνο, πάνω κάτω 1δις 040.57 ευρώ ή 900εκ. στερλίνες, που είναι κατά 15εκ. ευρώ, το χρόνο, περισσότερα από τη μέχρι σήμερα συμφωνία.
Δεν έχει κανένα νόημα, ούτε και καμία απολύτως σημασία ν’ αναφέρουμε την επωνυμία μίας από τις δύο γερμανικές που μαζί με μία αμερικανική ντύνουν, εδώ και χρόνια τους μεγαλύτερους αστέρες της παγκόσμιας μπάλας. Η αμερικανική, για παράδειγμα έχει σαν σύμβολο ένα φτερό, προς τιμήν της «Απτέρου Νίκης». Ενώ οι δύο γερμανικές ανήκαν κάποτε σε δύο αδέλφια Γερμανών, άλλοτε πολύ αγαπημένα μέχρι που πλακώθηκαν για τα μάτια της ίδιας γυναίκας.
Σημασία έχει ότι τα 105εκ. ευρώ, είναι ακριβώς τα ίδια χρήματα που δίνουν οι Αμερικανοί στη Μπαρτσελόνα, έως το 2028 και μόλις 5 λιγότερα απ’ όσα δίνει, η ίδια γερμανική στη Ρεάλ Μαδρίτης, επίσης έως το ’28. Πίσω από τις δύο ισπανικές και τη Μάντσεστερ βρίσκεται η Παρί Σεν Ζερμέν, που έως το ’32 θα εισπράξει από τους Αμερικανούς 80εκ. ευρώ το χρόνο. Ακολουθούν η Μάντσεστερ Σίτι, την οποία ντύνει έως το ’29 η γερμανική εταιρία του άλλου αδελφού, με 75εκ. ευρώ το χρόνο. Η Άρσεναλ, που θα παίρνει από τους (άλλους) Γερμανούς 70εκ. ευρώ έως το ’30, η Τσέλσι άλλα τόσα, αλλά από τους Αμερικανούς έως το ’32, η Μπάγερν Μονάχου 60, έως το ’30, εννοείται από Γερμανούς, που θα δίνουν 51 στη Γιουβέντους έως το ’27 και τελευταία η Λίβερπουλ, που θα παίρνει 35, από τους Αμερικανούς μέχρι το 2025.
Είναι δεδομένο ότι οι εταιρίες ενδιαφέρονται, πολύ περισσότερο για το πόσες φανέλες θα πουλήσει μία ομάδα, παρά για τα αποτελέσματά της μες στο γήπεδο. Μοναδικός τους στόχος είναι να συνδυάσουν τη φίρμα τους με ένα έμβλημα παγκόσμιας εμβέλειας, άσχετα εάν τα τελευταία χρόνια, όπως η Γιουνάιτεντ για παράδειγμα έχασε εμφανώς την αίγλη του κάποτε ή την αξιοπιστία της, όχι όμως και τη δυναμική της.
Στη μετά Φέργκιουσον εποχή, δηλαδή από το 2013 έως σήμερα οι «Red Devils» κατέκτησαν, με τους διαφόρους Μόγιες, Γκιγκς, Φαν Γκαλ, Μουρίνιο, Σόλσκιερ, Κάρικ, Ράγκνικ και από πέρυσι τον Τεν Χαγκ τη μιζέρια, για το μέγεθος της ομάδας που υπήρξε ενός Κυπέλλου (’15-’16), δύο Λιγκ- Καπ (’17 και ’23), ενός Charity Shield (’16) και ενός Europa League, το ’17, με 2-0 τον Άγιαξ που είχε τότε κάτω από το δοκάρια του τον σημερινό τερματοφύλακα της Μάντσεστερ, Αντρέ Ονανά.
Ενώ στα 27 χρόνια της «βασιλείας» του Σκοτσέζου «Σερ» Άλεξ, είχαν κατακτήσει 13 από τα 20 πρωταθλήματα, 5 από τα 12 Κύπελλα, 4 από τα 6 Λιγκ- Καπ, 11 από τα 21 Charity Shield, 1 Κυπελλούχων, 1 Σούπερ Καπ Ευρώπης, 1 Διηπειρωτικό, 1 Παγκόσμιο Συλλόγων. Κυρίως δύο από τα τρία Πρωταθλητριών/ Champions League: το ’99, 2-1 τη Μπάγερν Μονάχου και το 2008, 7-6 στα πέναλτι την Τσέλσι. Φτάνοντας σε δύο ακόμη τελικούς, αλλά χαμένους αμφότερους από τη Μπαρτσελόνα: το 2009 στη Ρώμη, με 2-0 και το 2011, στο Λονδίνο με 3-1.
Αριθμοί για ρεκόρ Γκίνες, μία ομάδα που έγραψε χρυσές σελίδες στην Ιστορία του βρετανικού football, αλλά που εδώ και μία 10ετία χάθηκε, σταδιακά στην ανωνυμία και την μετριότητα θαμμένη κάτω από τόνους προβλημάτων. Είτε με λάθος προπονητές και παίκτες (Ιμπραχίμοβιτς, Ρονάλντο, Λουκάκου), είτε με την πλειοψηφία των οπαδών, απογοητευμένων από τη διαχείριση των Αμερικανών ιδιοκτητών να τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ του «Glazers out!», τη στιγμή μάλιστα που είχαν ήδη συμφωνήσει, και μετά μετανιώσει να πουλήσουν το ακριβό τους παιχνιδάκι στον Εμίρη του Κατάρ με 6 δις στερλίνες.
Σήμερα η Μάντσεστερ, καθοδηγούμενη από τον Ολλανδό «δικτάτορα» Τεν Χαγκ, που δεν δίστασε πέρυσι να διώξει ολόκληρο Ρονάλντο και φέτος τον εξαιρετικό, Ισπανό τερματοφύλακα Ντε Χέα δείχνει να ξανά βρίσκει, σταδιακά τους μηχανισμούς του κάποτε. Και με επενδύσεις 200εκ. ευρώ να είναι έτοιμη να συναγωνιστεί την πρωταθλήτρια των πάντων, Σίτι, όσο τη «βασίλισσα» των μεταγραφών Άρσεναλ.
Το πόσο, πράγματι έτοιμη θα είναι θα το αποδείξει μόνο η ετυμηγορία του γηπέδου, για την ώρα πάντως στα μέχρι στιγμής εφτά φιλικά προετοιμασίας εισέπραξε σχόλια, έτσι κι έτσι. Νίκη με Λιντς (2-0), με Λιόν (1-0) και Άρσεναλ (2-0), ήττα από Ρέξαμ (1-3), Ρεάλ Μαδρίτης (2-0) και Ντόρτμουντ (2-3). Νίκη και το Σάββατο (3-1) με τη Λανς, αφού όμως πρώτα ολόκληρο το «Ολντ Τράφορντ» πάγωσε όταν οι Γάλλοι προηγήθηκαν στο 23’ μ’ ένα γκολ του Σοτοκά, που βλέποντας τον Ονανά έξω από τα δοκάρια του τον αιφνιδίασε από τα 60 μέτρα. Για την ιστορία, ο διεθνής Καμερουνέζος που ψηφίστηκε, με την Ίντερ κορυφαίος του τελευταίου Champions League και που ο Τεν Χαγκ είχε αναδείξει κάποτε στον Άγιαξ ήταν ο εκλεκτός του Ολλανδού για ν’ αντικαταστήσει τον Ντε Χέα, γιατί ο Ισπανός δεν έπαιζε αρκετά με τα πόδια του, άρα καθυστερούσε την επιθετική ανάπτυξη της ομάδας. Ο Ονανά είναι ακριβώς το αντίθετο: παρά παίζει επιθετικό ποδόσφαιρο ξεχνώντας, καμία φορά τον λόγο που τον έφεραν, σχεδόν με το ζόρι στο Μάντσεστερ. Αυτές όμως είναι λεπτομέρειες: και οι μεγάλες εταιρίες ένδυσης αδιαφορούν πλήρως για το ποιος θα βάλει ή το ποιος θα φάει ένα γκολ. Φανέλες να πουλάει...