Από τη μία είναι αδιανόητο, έως πολύ σκληρό και άδικο να σκεφτόμαστε το πώς γίνεται, ένας εθνικός ήρωας να είχε ένα τόσο κακό, και άδοξο τέλος. Από την άλλη όμως, εκείνα τα χρόνια όλα ήταν πιθανά σε μία, άκρως μυστικοπαθή χώρα σαν τη Ρουμανία οι τύχες της οποίας, επί 24 συνεχόμενα έτη βρίσκονταν στα χέρια του δικτάτορα, Νικολάε Τσαουσέσκου. Και το ποδόσφαιρο, ως ιδανικό παιχνιδάκι προπαγάνδας σ’ εκείνα του Βαλεντίν, θετού γιου του «Conducator» και του βιολογικού του παιδιού, Νίκου. Ενός ψυχικά διεστραμμένου, βίαιου, αιμοβόρου, γυναικά, αλκοολικού και ιδιαίτερα επικίνδυνου ανθρώπου γνωστού για τα φρικαλέα βασανιστήρια, όπως το ξερίζωμα των νυχιών, στα οποία είχε υποβάλλει την τότε φίλη του και άλλοτε παιδί θαύμα της παγκόσμιας γυμναστικής, Νάντια Κομανέτσι.
Ανήμπορος να πειθαρχήσει την ίδια του την οικογένεια και γνωρίζοντας το μίσος, αλλά και την έντονη αντιπαλότητα που έθρεφαν τα δύο «αδέλφια», ο ένας για τον άλλον, ο Τσαουσέσκου ενήγαγε το ποδόσφαιρο σε οικογενειακό ζήτημα χαρίζοντάς τους, έτσι για να… παίξουν, στον μεν Βαλεντίν τη Στεάουα Βουκουρεστίου, ανέκαθεν ναυαρχίδα του Υπουργείου Αμύνης, στον δε Νίκου τη Ντιναμό Βουκουρεστίου, την ομάδα του Υπουργείου Εσωτερικών, αλλά και της «Securitate», της διαβόητης ρουμάνικης, μυστικής αστυνομίας. Τι σχέση μπορεί να είχε όμως, με όλα αυτά, ο Ντουκαντάμ; Άμεσα, καμία. Έμμεσα όμως, είχε και παραείχε γιατί από τη μία μέρα, στην άλλη απλά εξαφανίστηκε. Ο «ήρωας της Σεβίλλης» δεν ήταν πουθενά. Λες και τον είχε καταπιεί η γη.
Ουδείς ήξερε τι του συνέβη. Ουδείς, ακόμη και ξένοι δημοσιογράφοι μπόρεσε να τον βρει για να τους διηγηθεί το πώς είχε καταφέρει ν’ αποκρούσει τα πέναλτι των Αλεσάνκο, Πεδράθα, Πίκι Αλόνσο και Μάρκος χαρίζοντας στη Στεάουα, αλλά και για πρώτη φορά σε μία ανατολική χώρα, το πολύτιμο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Πέναλτι, για τους Ρουμάνους του Γιένεϊ είχαν χάσει και οι Μαγιάρου, Μπόλονι, αλλά τα γκολ των Λάκατους και Μπάλιντ, συν οι θαυματουργές αποκρούσεις του Ντουκαντάμ έφτασαν και περίσσεψαν για τον ιστορικό θρίαμβο. Που ήταν όμως, ο ήρωας του «Σαντσίθ Πιθχουάν»;
Ελάχιστες οι, πραγματικές πληροφορίες, δεκάδες οι αντικρουόμενες απόψεις, αλλά και φήμες γύρω από την εξαφάνισή του. Ένας αστικός μύθος διηγείτο πως μ’ εντολή του Νίκου συνελήφθη, βασανίστηκε από τη «Σεκιουριτάτε», αλλά και πυροβολήθηκε στα πόδια. Ένας ακόμη, ότι επίσης, αλλά αυτή τη φορά μ’ εντολή του Βαλεντίν κακοποιήθηκε στα χέρια γιατί αρνήθηκε να παραδώσει στον γιο του δικτάτορα την πολυτελή Μερσεντές που υποτίθεται πως του είχε χαρίσει ο τότε βασιλιάς της Ισπανίας, Χουάν Κάρλος, ορκισμένος οπαδός της Ρεάλ Μαδρίτης, από τη χαρά του για την ιστορική ήττα της «αιώνιας» Μπαρτσελόνα. Όλα αυτά φήμες, και όχι επιβεβαιωμένα γεγονότα.
Το μόνο σίγουρο είναι, πως το ’89, δηλαδή τρία χρόνια μετά την κατάκτηση του Πρωταθλητριών και λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία, ανήμερα των Χριστουγέννων του Τσαουσέσκου και της συζύγου του, ο Ντουκαντάμ επανεμφανίστηκε από το πουθενά αποκαλύπτοντας πως όλο το διάστημα βρισκόταν σε νοσοκομείο του Φοίνιξ, στην Αριζόνα, βαριά άρρωστος, προσπαθώντας ν’ αναρρώσει από μία σοβαρή θρόμβωση που είχε επηρεάσει τη χρήση και των δύο χεριών.
Την πραγματική αλήθεια δεν θα τη μάθουμε ποτέ. Και ούτε μπόρεσε να την αποκαλύψει. Επί χρόνια ζούσε με τον φόβο, τον τρόμο, την ψυχολογική ομηρία πως κάτι θα μπορούσε να του είχε συμβεί. Και με το δίκιο του, γιατί ο δικτάτορας μπορεί να μην υπήρχε πλέον, γύρω του όμως είχε παραμείνει ένας πανίσχυρος μηχανισμός που ακόμη επηρεαζόταν από τον Νίκου, που καταδικάστηκε σε 21 χρόνια φυλάκισης, αλλά τελικά πέθανε το ’96, σε ηλικία μόλις 45 ετών, από κύρωση του ήπατος. Την αδελφή του Ζόια, κυρίως τον 76χρονο, σήμερα Βαλεντίν που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν πυρηνικός φυσικός στο Ινστιτούτο Φυσικής του Μαγκουρέλε, στη Ρουμανία.
Για τον Ντουκαντάμ, τον θλιμμένο «ήρωα της Σεβίλλης», η επιθυμία και η όρεξη για ζωή είχαν, δυστυχώς ήδη σταματήσει πριν από 38 χρόνια, μόλις στα 27 του για λόγους «ανωτέρας», όχι όμως και τόσο, βίας, εκφοβισμού, τρομοκρατίας…