Είκοσι τριών ετών, 1.86εκ. ύψους, ο Ρετέγκουι θα είναι ο νέος σέντερ- φορ της εθνικής Ιταλίας και ο αλλοδαπός ποδοσφαιριστής Νο 50 ή «Oriundo» (από τα λατινικά Oriri, γεννιέμαι σε διαφορετική χώρα, αλλά από Ιταλούς προγόνους), που θα φορέσει τη φανέλα της Squadra Azzurra.
Με το δίκιο του έπεσε σε κατάθλιψη ο ταλαντούχος επιθετικός, που ξεκίνησε στη Ρίβερ Πλέιτ, αποκτήθηκε από τη Μπόκα Τζούνιορς και δόθηκε δανεικός, να «ψηθεί» σε Εστουντιάντες και Ταγιέρες μέχρι να εκραγεί, με 37 γκολ σε 46 αγώνες με τη φανέλα της Τίγκρε.
Την εξέλιξή του, ο Μαντσίνι την παρακολουθούσε μήνες, ύστερα από σύσταση και συμβουλή του Φραντσέσκο Τόττι, άλλοτε σημαία και μεγάλου Νο 10 της Ρόμα και της Ιταλίας που μέσω της εταιρίας του scouting «CT10» (Capitano Totti 10), εξασφάλισε τα δικαιώματα και την εκπροσώπησή του, μαζί μ’ εκείνα και του επίσης ταλαντούχου Νικολό Ζανιόλο, σήμερα στη Γαλατάσαραϊ μετά τη ρήξη με τον Ζοσέ Μουρίνιο.
Με το δίκιο του ο πιτσιρικάς ονειρεύτηκε, κάποια στιγμή να παίξει δίπλα στον… κανονικό Λιονέλ (Μέσι), αφού αισθανόταν πλέον έτοιμος και ώριμος ύστερα από δύο θητείες στην Under 19 και 20 με τη φανέλα της Albiceleste. Δεν του τηλεφώνησε όμως κανείς και με, μισή, βαριά καρδιά σχεδόν αναγκάστηκε να δεχτεί την πρόσκληση του Μαντσίνι που για την πρεμιέρα των προκριματικών του Euro 2024, με την Αγγλία (20 μήνες μετά τον θρίαμβο του Ουέμπλεϊ στον τελικό του Euro 2020, και τότε με αντίπαλο τα «Τρία λιοντάρια»), ξέμεινε εντελώς από, τραυματίες επιθετικούς: Ιμμόμπιλε, Ρασπαντόρι, Σκαμάκκα, Κιέζα.
Γεννημένος στο Σαν Φερνάντο, στη βόρεια πλευρά του αχανούς Μπουένος Άιρες, βάση της ιταλικής νομοθεσίας ο Ρετέγκουι προέρχεται από Ιταλούς προγόνους, άρα μπορεί ν’ ακολουθήσει τα χνάρια των διαφόρων Σίβορι, Γκίγκια, Πεζάολα, Σκιαφίνο, Αλταφίνι, Όρσι, Ντε Μαρία, Αντζελίλλο κι αργότερα Καμορανέζι, Λεντέσμα, Λουϊζ Φελίπε, Ζορζίνιο, Έντερ ή Τιάγκο Μότα. Αφενός γιατί η μαμά του, Μαρία Γράντολι είναι Ιταλίδα, αφετέρου γιατί ήταν Ιταλός κι ο Σικελός παππούς του, Μάριο, γεννημένος στο Αγκριτζέντο πριν μεταναστεύσει, κάποια στιγμή στην Αργεντινή.
Από τη μία, λοιπόν οι ιταλικοί νόμοι του δίνουν τη δυνατότητα να θεωρείται καθόλα Ιταλός υπήκοος, κι ας έχει γεννηθεί σε άλλη χώρα, από την άλλη όμως το παράδοξο, έως αρτηριοσκληρωτικό μ’ αυτούς τους νόμους είναι ότι εάν κάποιος έχει γεννηθεί στην Ιταλία, από πατέρα για παράδειγμα, από το Τόγκο και μητέρα από τη Νιγηρία, μιλάει άπταιστα τη γλώσσα ή έχει πάει αποκλειστικά σε ιταλικό σχολείο, για ν’ αποκτήσει την ιταλική υπηκοότητα θα πρέπει να περιμένει τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του.
Το πλέον γνωστό παράδειγμα νομοθετικού παραλογισμού ήταν κάποτε του Μάριο Μπαλοτέλλι, αλλά και των Κιν (Γιουβέντους), Όκολι (Αταλάντα), Νιόντο (Λιντς), Αμέι (Μπολόνια), στον οποίο το 2021 ο τότε προπονητής Σίνιζα Μιχαίλοβιτς του χάρισε τη δόξα και τα πρωτεία του νεότερου ποδοσφαιριστή που αγωνίστηκε ποτέ στην ιστορία του Campionato σε ηλικία μόλις 15 ετών και 274 ημερών. Μέχρι κι η Guardian τον συμπεριέλαβε στους 60 πλέον ταλαντούχος της λεγόμενης Next Generation, είναι «Ιταλότατος», γεννημένος στο Μπασσάνο ντελ Γκράππα, αλλά για την εθνική Ιταλίας θεωρείται «ξένος» μέχρι να γίνει 18. Διαφορετική, εντελώς φιλοσοφία από το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης που εφάρμοσαν Γάλλοι, Βέλγοι, Γερμανοί, Άγγλοι ή Ελβετοί αναμασώντας τις καραμέλες της μετανάστευσης και των άλλοτε κραταιών Αυτοκρατοριών.
Για την Ιταλία όμως, ο Ρετέγκουι είναι νομιμότατα «Ιταλός». Εκείνος μπορεί να φορέσει κατευθείαν τη φανέλα της Squadra Azzurra, κι αν όχι την Πέμπτη με την Αγγλία, στο «Μαραντόνα» της Νάπολι, την Κυριακή στη Μάλτα. Από τη μία, ευτυχώς για τον Μαντσίνι, που βρήκε έστω από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού μία επιθετική λύση. Από την άλλη, πάλι ευτυχώς για το ποδόσφαιρο γιατί ο μπαμπάς του Κάρλος υπήρξε μεγάλος αστέρας της εθνικής ομάδας χόκεϊ επί χόρτου της Αργεντινής και σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις δεν θέλει πολύ, ένας πιτσιρικάς να προτιμήσει το μπαστούνι από μία μπάλα…