Ο νεολογισμός «Μπερλουσκονισμός» εφευρέθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 από ιστορικούς, συγγραφείς και Ιταλούς κοινωνίο- πολιτικολόγους για να περιγράψουν το νέο, ιδεολογικό κίνημα που γοήτευε τη χώρα. Για να εξηγήσουν το πνεύμα επιχειρηματικής αισιοδοξίας που εισέβαλλε καθημερινά στα σπίτια, που υποσχόταν ευημερία και ευκαιρίες για όλους και που με όπλο το Made in Italy, φαινομενικά τουλάχιστον έμοιαζε ατρόμητο μπροστά στις όποιες δυσκολίες ή προκλήσεις. Ο συγκεκριμένος νεολογισμός γέννησε, χρόνια αργότερα και τον «Τραμπ-ισμό» και δεν πρέπει να ήταν περισσότεροι από πέντε, όλοι κι όλοι οι επιχειρηματίες που κατάφεραν, ο καθένας στον μικρόκοσμό τους να κατακτήσουν τον κόσμο: ο Τραμπ μπορεί να έγινε «πλανητάρχης», ο Μπερλουσκόνι όμως χτίζοντας την ισχυρότερη Μίλαν όλων των εποχών είχε ήδη κατακτήσει τον πλανήτη- μπάλας.
Αυτή ήταν κι η μεγαλύτερή του επιτυχία. Γιατί ανέλαβε, το ‘86 μία ομάδα χρεοκοπημένη κι ανήμπορη να σηκωθεί στα πόδια της ύστερα από τους διπλούς υποβιβασμούς του ’81 και του ’83 και την μετέτρεψε σε ποδοσφαιρική υπερδύναμη, σε Ιταλία, Ευρώπη, αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Επί των ημερών του και στα 31 χρόνια παραμονής του στο τιμόνι των rossoneri, η Μίλαν κατέκτησε 5 από τα συνολικά 7 της Πρωταθλητριών/ Champions League, 8 από τα 19 πρωταθλήματα, 6 ιταλικά και 5 Σούπερ Καπ Ευρώπης, 1 κύπελλο στην Ιταλία και 3 Παγκόσμια Συλλόγων.
Είκοσι οκτώ τρόπαια, που άλλοτε έφερναν τις υπογραφές των Φαν Μπάστεν, Γκούλιτ, Ράικαρντ, άλλοτε των Μπαρέζι, Μαλντίνι, Ουεά, Σαβίσεβιτς, Σεβσένκο, Κακά, άλλοτε πάλι των Αρρίγκο Σάκκι, Φάμπιο Καπέλλο και Κάρλο Αντσελόττι. Αν και ο Μπερλουσκόνι επαναλάμβανε συχνά ότι «ο κορυφαίος προπονητής της Μίλαν είναι ο ίδιος ο Μπερλουσκόνι».
Η δημιουργία, λοιπόν μίας ανίκητης Μίλαν, την οποία αποχωρίστηκε το ’17 έναντι 1δις δολαρίων ήταν αναμφισβήτητα μία από τις μεγαλύτερες επιχειρηματικές του επιτυχίες. Μαζί με το χτίσιμο της καριέρας και της κοινωνικής του παντοδυναμίας αν και πολλά ειπώθηκαν περί Μασονίας και βοήθειες από τη Μάφια, γιατί για να γίνει ένας απλός ελαιοχρωματιστής, μεγαλοεργολάβος 4000 κατοικιών στο «Milano 2», μία μικρή πόλη ανατολικά του Μιλάνο και μετά καναλάρχης, μεγιστάνας, ιδιοκτήτης ποδοσφαιρικής ομάδας, αρχηγός κόμματος και μετά, τρεις φορές πρωθυπουργός αναμφισβήτητα θα είχε και τη σωστή βοήθεια, την κατάλληλη στιγμή.
Ο ίδιος βέβαια, συνήθιζε να «ντριμπλάρει» κάθε υπόνοια ή υποψία με χαμόγελο, χιούμορ, φαρμακερές ατάκες, αλλά και συχνά πυκνά με κανονικές «πλακίτσες» ανεξάρτητα από τον εκάστοτε ηγέτη που είχε μπροστά του. Εξάλλου, τραγουδιστής ονειρευόταν να γίνει και το απωθημένο του το’ βγαλε εν μέρει συμμετέχοντας στη σύνθεση του επίσημου ύμνου της Μίλαν, αλλά και του Forza Italia.
Το αγαπημένο του «θύμα» ήταν η Άνγκελα Μέρκελ. Μία φορά, κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψής της στην Ιταλία, η Γερμανίδα Καγκελάριος κόντεψε να γκρεμοτσακιστεί από τη σκάλα του αεροπλάνου όταν ο Μπερλουσκόνι πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά της και την υποδέχτηκε μ’ ένα ξεκαρδιστικό «κού-κού!». Άλλη πάλι, την άφησε να τον περιμένει όρθια, στο κρύο πάνω από τέταρτο γιατί, όπως της εξήγησε αργότερα, είχε ένα σημαντικό τηλεφωνικό ραντεβού με μάνατζερ ποδοσφαιριστή.
Στην ιστορία έμεινε κι η ατάκα του για τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν. «Ωραίος άντρας, ταλαντούχος πολιτικός: τη γιαγιά του, δίπλα του τι την θέλει». Ενώ πήγε να φάει ξύλο από τον (τζουντόκα) Πούτιν, όταν για πλάκα του επιτέθηκε στην πλάτη του, αλλά κι από τον Ομπάμα γιατί το’ χε παρακάνει με το φλερτ και τα κομπλιμέντα στη σύζυγό του Μισέλ.
Γενικά, αυτός ήταν ο τρόπος του ν’ αντιμετωπίζει την πολιτική. Από τη μία γινόταν συμπαθής, από την άλλη όμως ανέκαθεν έπνιγε μέσα του έναν βαθύτατα κέντρο- δεξιό προφίλ που έμπλεξε την Ιταλία σε, αρκετές εσωτερικές περιπέτειες ειδικά όταν το κόμμα του συνεργάστηκε με την ακροδεξιά της Λέγκα του Βορρά ή, όπως πρόσφατα, των Αδελφών της Ιταλίας της σημερινής πρωθυπουργού Μελόνι.
Παρόλα αυτά κυβέρνησε τη χώρα σχεδόν 10 χρόνια (μόνο ο… Μουσσολίνι άντεξε περισσότερο), μία δεκαετία πάντως γεμάτη από σκάνδαλα και δωροδοκίες, κυρίως δικαστών, αλλά και σκάνδαλα σεξουαλικού περιεχομένου γιατί καταδικάστηκε σε 7 χρόνια για την υπόθεση Ρούμπι: μίας, από τις ανήλικες Μαροκινές Escort που χρυσοπλήρωνε για να τον διασκεδάζουν στα πάρτι οργίων που διοργάνωνε συχνά στη βίλα του με την κωδικοποιημένη ονομασία ενός παραδοσιακού, αφρικάνικου χορού. «Οι γυναίκες είναι σαν τη Μίλαν: πολύτιμες, αλλά και πολύ ακριβές», απαντούσε μες στη δικαστική αίθουσα.
Στα 86 του πλέον, κι έχοντας χορέψει αρκετά «bunga- bunga» στην πολυτάραχη ζωή του ο Μπερλουσκόνι δίνει μία ακόμη μάχη, αυτή τη φορά με μία ιδιαιτέρως επιθετική μορφής λευχαιμίας. Μακάρι να φτάσουμε όλοι οι άνθρωποι τόσο, και χωρίς Μίλαν, χρήματα, δόξα, γυναίκες ή πολιτικά αξιώματα…