Εμείς εδώ μπορεί να αδιαφορούμε, να απορούμε ή να μην το θεωρούμε είδηση άξια αναφοράς, για τους εκεί σκληρούς, θρησκευτικούς νόμους όμως, πρόκειται για απόφαση σταθμός γιατί για μία γυναίκα το θέαμα, είκοσι δύο ανδρών με σορτσάκι να κυνηγούν μία μπάλα ήταν άκρως απαγορευτικό, προκλητικό και ανήθικο από το μακρινό ’79. Από τότε που ο Αγιατολάχ Κομεϊνί έδιωξε τον Σάχη επιβάλλοντας τους δικούς του κανόνες βυθίζοντας παράλληλα τη, μες στη χλιδή τότε Περσία, αλλά και την Τεχεράνη, άλλοτε γνωστή και ως «Παρίσι της Μέσης Ανατολής» σε πλήρη, Μεσαιωνικό σκοταδισμό.
Μία μέρα, λοιπόν του ’19 η Κονταγιαρί, αριστούχος της αγγλικής Φιλολογίας, αλλά και της Πληροφορικής είχε τη φαεινή ιδέα να δει από κοντά την ομάδα της καρδιάς της. Ξετρύπωσε στο «Αζάντι» της Τεχεράνης μεταμφιεσμένη, με μπλε περούκα στο κεφάλι, όπως και τα χρώματα της αγαπημένης της Εστεγκλάλ, αλλά κατάλαβαν αμέσως ότι δεν ήταν άνδρας, συνελήφθη και καταδικάστηκε από την «Αστυνομία Ηθών», την ανώτατη θρησκευτική αρχή με την κατηγορία της εσχάτης προσβολής γιατί τόλμησε να εμφανιστεί σε δημόσιο χώρο χωρίς «hijab», την παραδοσιακή μαντήλα. Λίγο πριν οδηγηθεί στην αγχόνη κι αφού το «Επαναστατικό Δικαστήριο» ανακοίνωσε την ανατριχιαστική του ετυμηγορία αυτοπυρπολήθηκε μπροστά σε όλους κι έκτοτε έγινε το κατεξοχήν σύμβολο, της πάλης για τα δικαιώματα των Ιρανών γυναικών.
Δυστυχώς η θυσία του «Blue Girl» άνοιξε τον δρόμο για την ιστορική απόφαση του σήμερα που ανακοινώθηκε από τον πρόεδρο της Ιρανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, Μεχντί Ταγί. «Το βασικό χαρακτηριστικό του επόμενου, ανδρικού πρωταθλήματος είναι ότι και οι γυναίκες θα μπορούν να παρακολουθήσουν παιχνίδια των ανδρών», είπε με υπερηφάνεια, αλλά και μία δόση αμηχανίας ο Ταγί προειδοποιώντας ωστόσο ότι η συγκεκριμένη «καινοτομία» δεν αφορά ακόμη την Τεχεράνη, αλλά αρχικά τα γήπεδα στις πόλεις Ισφαχάν, Κερμάν και Αχβάζ.
Και το ’79, μέχρι την απομάκρυνση του Σάχη η χλιδή της άλλοτε Περσίας αφορούσε μία συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, όχι την πλειοψηφία των Ιρανών που και τότε, όπως και σήμερα ζούσαν στα όρια της φτώχειας. Αλλά τουλάχιστον, για τις γυναίκες δεν ήταν υποχρεωτικά ούτε η κοντή μαντήλα (hijab) που καλύπτει μόνο το πρόσωπο, ούτε και το chandor, που καλύπτει πρόσωπο, αλλά και σώμα. Υποχρεωτικό έγινε με τον ερχομό του Αγιατολάχ και κατά καιρούς, το βίωσαν στο πετσί τους δεκάδες αθλήτριες του Ιράν με πλέον επίπονο παράδειγμα την κολυμβήτρια, Ελσάμ Ασγκάρι που επιτρεπόταν να βουτήξει στο νερό μόνο μ’ ένα ειδικό μαγιό, βάρους σχεδόν έξι κιλών (!), το οποίο κάλυπτε ολοκληρωτικά τις φυσικές, γυναικείες καμπύλες.
Δυστυχώς επίσης, το τραγικό τέλος του «Μπλε κοριτσιού» δεν ήταν αρκετό για ν’ αφαιρεθούν μία για πάντα οι παρωπίδες της άγνοιας, και ενός θρησκευτικού παραλογισμού που πηγάζει από τις αρχές ενός ακόμη περισσότερο σκληρού φονταμενταλισμού. Είναι εξάλλου ακόμη πολύ φρέσκιες, στη μνήμη μας οι εικόνες τoυ δημόσιου λιντσαρίσματος, πέρυσι τον Σεπτέμβριο, σε κεντρική πλατεία της Τεχεράνης της Μάχσα Αμίνι που λιθοβολήθηκε λόγω μίας τούφας μαλλιών που εξείχε από τη μαντήλα της. Ήταν μόλις 22 ετών και ξεψύχησε λίγες μέρες μετά στο νοσοκομείο. Η επίσης, θυσία της προκάλεσε επί μήνες καθημερινές ταραχές. Μέχρι και οι άνδρες ξεσηκώθηκαν κατά την αγριότητα του Καθεστώτος, με πρωτοστάτες τα μέλη της εθνικής ομάδας του Ιράν που έλαβε μέρος στο Μουντιάλ του Κατάρ αρνούμενα όμως να τραγουδήσουν τον ύμνο σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Ο ΟΗΕ και η Fifa χρόνια προσπαθούν, μέσω της διπλωματίας να πείσουν τις Αρχές να μην μπερδεύουν την πολιτική με τον αθλητισμό. Αλλά μόνο σε δύο περιπτώσεις επέτρεψαν στις γυναίκες να παρακολουθήσουν παιχνίδι ανδρικής ομάδας. Το ’19, σε 4.000 απ’ αυτές, το Ιράν- Καμπότζη 14-0 και πέρυσι το καλοκαίρι, σε 500 γυναίκες που είδαν το Εστεγκλάλ- Μες Κερμάν. Χωρίς μπλε περούκες, αλλά τουλάχιστον τις άφησαν, στη μνήμη της Σαχάρ να σιγοτραγουδήσουν το διάσημο «Girl Blue» του Στίβι Ουόντερ…