Η μεγαλύτερη επιτυχία των Γροιλανδών στην ιστορία τους, ήταν οι δύο δεύτερες θεσεις στους ανεπίσημους αγώνες νήσων, το 2013 και το 2017. Εκεί αγωνίζονται με ομάδες όπως οι νήσοι Ώλαντ(Φινλανδία), η επαρχία της Φρέγια (Νορβηγία), τα νησιά Φωκλαντ, η νήσος του Μαν (Ηνωμένο Βασίλειο), η νήσος Γουάιτ(Ηνωμένο Βασίλειο), το Τζέρσι (Ηνωμένο Βασίλειο), η Αγία Έλενα(Ηνωμένο Βασίλειο) η Μενόρκα(Ισπανία) το Γκέρνσι(Ηνωμένο Βασίλειο), τα νησιά Κέιμαν(Ηνωμένο Βασίλειο)το Ένες Μον (Ηνωμένο Βασίλειο) κλπ.
 
Γενικά, στη Γροιλανδία είναι επιτυχία ότι οργανώθηκαν, ότι είδαν ζεστά το θέμα δημιουργίας μίας αξιοπρεπούς Εθνικής ομάδας και στρώθηκαν στη δουλειά. Προσέλαβαν εδώ και μια τετραετία προπονητή που δούλεψε στην δεύτερη και τρίτη κατηγορίας της  Δανίας (όπου ανήκει η Γροιλανδία δικοικητικά) τον Μόρτεν Ρούτκιαερ, ενώ πάνε συστηματικά προετοιμασία σε πιο ζεστές Ευρωπαϊκές χώρες. Παράλληλα ανέπτυξαν στρατηγική συνεργασία με την Ισλανδική ομοσπονδία για να δανειστούν τεχνογνωσία και αθλητικές εγκαταστάσεις.
 
Βέβαια όπως έγραψα στο παρελθόν οι δυτικές ακτές της βρίσκονται μια ανάσα από τον Καναδά. Ως εκ τούτου, δεν αποτέλεσε έκπληξη η είδηση ότι υπέβαλε αίτηση για να γίνει μέλος της CONCACAF, της ποδοσφαιρικής συνομοσπονδίας της Βόρειας και Κεντρικής Αμερικής. Η Γροιλανδία θα γίνει το 42ο μέλος της εάν εγκριθεί το αίτημα των Πολικών Τέντι Αρκούδων, όμως δεν θα είναι το μικρότερο πληθυσμιακά. Η Ανγκουίλα και το Μοντσεράτ αριθμούν λικότερους κατοίκους (από 56 χιλιάδες).
 
Οι δηλώσεις του Μόρτεν Ρούτκιαερ είναι χαρακτηριστικές της προσπάθειας που γίνεται:
 
«Η αίτησή μας για ένταξη στην CONCACAF σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός για τις φιλοδοξίες μας να αγωνιστούμε σε υψηλότερο επίπεδο. Δουλέψαμε σκληρά για να φτάσουμε εδώ και είμαι πεπεισμένος ότι αυτό θα εμπνεύσει τους παίκτες μας και θα αναπτύξει την ποδοσφαιρική μας κουλτούρα».