Μ’ ένα ανατριχιαστικό μήνυμα μέσω ενός ντοκιμαντέρ της Amazon, ο Σουηδός προπονητής μας παρότρυνε να χαμογελάμε και να χαιρόμαστε τη ζωή μας. Και όποτε μπορέσουμε, να τον θυμόμαστε ως έναν καλό άνθρωπο, που προσπάθησε πάντα, και μόνο για το καλύτερο. Το τέλος του, λόγω ενός τερματικού καρκίνου στο πάγκρεας ήταν ήδη προδιαγεγραμμένο: καθαρά συμπτωματικό, το ότι επέλεξε αυτή τη Δευτέρα για να μας πει για πάντα αντίο.
Στην Ιστορία του ποδοσφαίρου, και πέτυχε πολλά, αλλά και απέτυχε ίσως περισσότερο. Στις Φιλιππίνες, στην Ακτή Ελεφαντοστού, στο Μεξικό, στην Κίνα. Στην εθνική Αγγλίας όπου έγινε ο πρώτος, μη Άγγλος ομοσπονδιακός της εκλέκτορας. Όπου όμως και να δούλεψε ή απ’ όπου και να έφυγε άπαντες τον θυμούνται ως ένα gentleman. Έναν πραγματικό Κύριο, με έμφυτη την ευγένεια και την παιδεία. Τον σεβασμό προς τον οποιονδήποτε, από τους παίκτες ή τους ανωτέρους του, έως τον τελευταίο φροντιστή της κάθε ομάδας όπου βρέθηκε. Και ήταν πολλές. Άσχετα εάν, από μπάλα δεν πολύ σκάμπαζε.
Η συγκεκριμένη διαπίστωση, δεν είναι σε καμία περίπτωση ειρωνική, αλλά καθόλα αληθινή. Ήταν, εξάλλου η άποψη που είχε και ο ίδιος για τον εαυτό του όταν, πιτσιρικάς προσπάθησε να παίξει ποδόσφαιρο, ως δεξί μπακ στην ομάδα της γενέτειράς του Τόρσμπι συνειδητοποιώντας πως, τελικά του άρεσε να κάνει σέντρες με το αριστερό.
Η πλάκα είναι, ότι και με την προπονητική άρχισε ν’ ασχολείται εντελώς τυχαία ή ακριβέστερα, κατά λάθος. Ήταν κάποιο καλοκαίρι όταν, για να βγάλει το χαρτζιλίκι του βοηθούσε κάποιον Κύριο Άσεν, φούρναρη του Τόρσμπι, αλλά και προπονητή της ομώνυμης, ερασιτεχνικής ομάδας που αγωνιζόταν στην 4η κατηγορία. Οι δύο τους μιλούσαν με τις ώρες, μόνο για ποδόσφαιρο και ο Άσεν, για να γίνει ακόμη περισσότερο παραστατικός ζωγράφιζε τις τακτικές και στρατηγικές με τα αλευρωμένα του δάκτυλα, πάνω στα ταψιά. Τότε είναι που ο Έρικσον ερωτεύτηκε την μετέπειτα καριέρα του, χωρίς φυσικά να φανταστεί πως θα κατάφερνε να φτάσει τόσο μακριά.
Στα 27του ήταν ήδη βοηθός προπονητή, και παράλληλα διπλωματούχος φυσικής αγωγής της Καρλσκόγκα, στη 2η ερασιτεχνική κατηγορία, μετά έγινε βοηθός και του Τορντ Γκριπ, στη Ντέγκερφορς και από το πουθενά, ουρανοκατέβατο έλαβε μία μέρα ένα τηλεφώνημα για ν’ αναλάβει πρώτος προπονητής της Γκέτεμποργκ. Με την οποία, σε τρία χρόνια κατέκτησε δύο κύπελλα Σουηδίας, κυρίως το απρόσμενο Κύπελλο Uefa του ’81-’82 στον διπλό τελικό με το Αμβούργο: 1-0 στη Σουηδία, 0-3 στη Γερμανία.
Η ποδοσφαιρική Ευρώπη τρελάθηκε με τον άσημο, 32χρονο Σουηδό που είχε καταφέρει να οδηγήσει μία ομάδα ήμι- επαγγελματιών στην κορυφή της Γηραιάς Ηπείρου. Και αναπόφευκτα ακολούθησε και δεύτερο τηλεφώνημα, αυτή τη φορά από τη Μπενφίκα. Με τους «Αετούς» κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο, χάνοντας το Uefa ‘82-’83 από την Άντερλεχτ (1-0 και 1-1). Μετά κέρδισε Κύπελλα και στην Ιταλία, με τη Ρόμα των Φαλκάο, Αντσελόττι, τη Σαμπντόρια των Βιάλλι, Μαντσίνι.
Στο μεταξύ πέρασε και από τη Φιορεντίνα του Μπάτζο, επέστρεψε στη Μπενφίκα όπου το ’89- ’90 έχασε τον τελικό του τότε Πρωταθλητριών από τη Μίλαν και ξανά στην Ιταλία όπου με τη Λάτσιο κατέκτησε τα πάντα: ένα πρωτάθλημα, δύο κύπελλα, δύο ιταλικά Σούπερ- Καπ, το τελευταίο Κύπελλο Κυπελλούχων της Ιστορίας (’98-’99, 2-1 τη Μαγιόρκα), το Σούπερ- Καπ Ευρώπης του ’99 (0-1 τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), χάνοντας μόνο το Uefa ’97-’98, 3-0 από την Ίντερ του, κανονικού, Ρονάλντο.
Πέρασε και από τις Μάντσεστερ Σίτι, Λέστερ, αλλά το όνειρό του ήταν ανέκαθεν να προπονήσει τη Λίβερπουλ: την ομάδα της καρδιάς του, και του (ακόμη εν ζωή!), μπαμπά του Σβεν Senior. Όνειρο που πραγματοποιήθηκε, έστω για ένα παιχνίδι, τον περασμένο Μάρτιο στο «Άνφιλντ» σε αγώνα για φιλανθρωπικό σκοπό με τον Άγιαξ.
«Δεν θεωρώ ότι υπήρξα καλός προπονητής, αλλά τυχερός γιατί βρήκα καλούς παίκτες και μεγάλους ανθρώπους. Να την αγαπάτε τη ζωή σας. Και να τη χαίρεστε».