Ο Παναθηναϊκός πρόλαβε να τα κάνει… όλα στο δεύτερο ματς του Ρουί Βιτόρια και τελικά να ηττηθεί στη Σουηδία με τρόπο που θύμισε μέρες Αλόνσο. Και αυτό γιατί το ματς ήταν copy-paste αυτού με τη Μπόρατς, με μοναδική διαφορά ότι στη Βοσνία οι Πράσινοι απέφυγαν την ήττα. Όπως τότε, έτσι και απόψε ο Παναθηναϊκός μπήκε δυνατά, έβαλε ένα φανταστικό γκολ, έβγαλε φάσεις που άφησαν υποσχέσεις για τη συνέχεια, μπήκε άσχημα στο δεύτερο ημίχρονο, δέχθηκε γκολ νωρίς και γκρέμισε όσα έχτιζε.

Είναι πραγματικά κρίμα, γιατί στο πρώτο ημίχρονο είδαμε έναν ελπιδοφόρο Παναθηναϊκό. Με την ομάδα του Βιτόρια να κυκλοφορεί την μπάλα όμορφα και να ελέγχει τον ρυθμό, βγάζοντας παράλληλα επιτέλους ορισμένες συνεργασίες και αυτοματισμούς που δεν είδαμε ποτέ σχεδόν τρεις μήνες επί Αλόνσο. Το πρόβλημα ήταν η τελική προσπάθεια, με τους Πράσινους να συνηθίζουν να κάνουν αυτή την… παραπάνω πάσα/ντρίμπλα, την περιττή ενέργεια που χαλούσε το τελείωμα των φάσεων.

Ο Ιωαννίδης ήταν ορεξάτος και έκανε φανταστική πάσα στο πρώτο γκολ, με τον «αναγεννημένο» Τζούρισιτς να σκοράρει με εντυπωσιακό τρόπο για δεύτερο σερί παιχνίδι. Το ίδιο όμορφο θα ήταν και το γκολ αν έμπαινε στη φάση του 36’, όταν οι Αράο, Τετέ και Ουναΐ «έκρυψαν» την μπάλα με καταπληκτικό συνδυασμό, όμως ο τελευταίος την έχασε από αμυντικό πριν φύγει τετ α τετ στη μεγάλη περιοχή.

Η συνέχεια όχι απλά δεν ήταν ανάλογη, αλλά θα την χαρακτήριζε κανείς έως και καταστροφική. Οι παίκτες του Βιτόρια μπήκαν μεταμορφωμένοι προς το χειρότερο στο δεύτερο ημίχρονο, καθώς επί 4 λεπτά έπαιζαν με τη φωτιά. Άρχισαν τα εύκολα λάθη στις πάσες, κάτι που στο πρώτο μέρος είχαν αποφύγει σχεδόν εξ’ ολοκλήρου, δεν μπορούσαν με τίποτα να πάρουν την μπάλα στα πόδια τους και άφησαν τους Σουηδούς να «κατασκηνώσουν» στα καρέ τους. Ήρθε λοιπόν η κακή αντίδραση της άμυνας στο 49’, με τον Γκιούλικσεν να μένει ολομόναχος στη μεγάλη περιοχή και να ισοφαρίζει. Είναι θέμα φυσικής κατάστασης, ψυχολογίας ή κάτι άλλο; Συνέβαινε διαρκώς επί Αλόνσο και ο Βιτόρια πρέπει να βρει τι φταίει το συντομότερο δυνατό, πριν χαθεί κάθε στόχος.

Από εκείνο το σημείο και έπειτα, οι Πράσινοι ναι μεν ξαναπήραν τον έλεγχο όμως σε καμία περίπτωση δεν μπόρεσαν να «πνίξουν» τον αντίπαλο, ενώ παρουσιάστηκαν ιδιαιτέρως ευάλωτοι σε καταστάσεις τρανζίσιον. Κάτι που έμελλε να πληρώσουν στο 74’, όταν οι Σουηδοί έφυγαν στην κόντρα και με μία κάθετη πάσα άνοιξαν την πράσινη άμυνα, σκοράροντας το γκολ της ανατροπής.

Ο Τετέ ήταν σταθερά μέτριος σε ολόκληρο το ματς και δεν μπόρεσε να φανεί ιδιαίτερα, όπως και ο Μπακασέτας. Μετά το εξαιρετικό πρώτο ημίχρονο ο Τζούρισιτς κουράστηκε και αντικαταστάθηκε. Αντίστοιχα ο Ουναΐ του πρώτου ημιχρόνου, όταν όλο το παιχνίδι περνούσε από τα πόδια του, δεν είχε καμία σχέση με αυτόν του δεύτερου. Οι αλλαγές του Βιτόρια δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν, αντιθέτως μάλλον μπέρδεψαν περισσότερο την ομάδα. Ο Πελίστρι ήταν για ακόμα ένα ματς το τελευταίο διάστημα έξω από τα νερά του, ενώ το σχήμα με δύο επιθετικούς (Ιωαννίδης, Σπόραρ) στο τελευταίο δεκάλεπτο δεν λειτούργησε καθόλου.

Τα κακώς κείμενα του Παναθηναϊκού δεν ακυρώνουν πάντως την «τρικυμία» του διαιτητή στο δεύτερο ημίχρονο. Ο Πάγιατς έχασε εντελώς τον έλεγχο του αγώνα, επιτρέποντας στους Σουηδούς το σκληρό παιχνίδι και δίνοντάς τους πολύ «εύκολα» φάουλ, τα οποία εκνεύρισαν δικαιολογημένα τους Πράσινους. Στο 54’ κόπηκε για… συζητήσιμο επιθετικό φάουλ ο Ιωαννίδης πριν φύγει σε φάση τετ α τετ με τον αντίπαλο γκολκίπερ, με τον διαιτητή να σταματά το ματς αμέσως και να μην αφήνει τη φάση να εξελιχθεί ώστε να ελεγχθεί αργότερα σε περίπτωση γκολ. Στο νικητήριο γκολ της Τζουργκάρντεν, ακόμα… περιμένουμε το ριπλέι που δεν είδαμε ποτέ για να μάθουμε αν υπάρχει επιθετικό φάουλ στον έξαλλο Ιωαννίδη. Το θέμα ωστόσο δεν είναι τι λέμε εμείς ούτε σκοπεύουμε να τα βάλουμε με τον Σουηδό σκηνοθέτη. Το σημαντικό ερώτημα είναι γιατί το μαρκάρισμα δεν τσεκαρίστηκε ποτέ ούτε από τον VAR. Το ίδιο ισχύει και για το πέναλτι που ζήτησε ο Παναθηναϊκός στις καθυστερήσεις, καθώς ναι μεν δεν προβλήθηκε ριπλέι, αλλά τουλάχιστον αυτή η φάση ελέγχθηκε.

Στο 93’ εκτυλίχθηκε η απόλυτη κωμωδία, με τον Μλαντένοβιτς να δέχεται χτύπημα που του έσπασε τη μύτη, τον αντίπαλό του να μη βλέπει δεύτερη κίτρινη, το ματς να μην σταματά ενώ υπήρχε τραυματισμός στο κεφάλι ένα μέτρο μακριά από τον επόπτη και στο τέλος τον Μλαντένοβιτς να είναι αυτός που κιτρινίστηκε για διαμαρτυρία!